21 Ιουν 2013

Bραζιλία : To ”κίνημα των 20 σεντς”και οι βαθιές ρίζες του



newego LARGE t 1101 54213505Οι ελίτ της χώρας του ποδοσφαίρου αιφνιδιάστηκαν από την μαζική αντίδραση των Βραζιλιάνων νέων και εργαζόμενων και τις ογκώδεις διαδηλώσεις τους τις περασμένες ημέρες. Την αφορμή έδωσε μια μικρή αύξηση στην τιμή των εισιτηρίων -καθόλου όμως αμελητέα για τους πολύ χαμηλά αμειβόμενους (242 ευρώ κατώτατος μισθός)που ζούν μακριά απο τις δουλιές τους και αγοράζοουν πολλά εισιτήρια καθημερινά, πράγμα που σημαίνει οτι ακόμη και μια μικρή αύξηση μπορεί να τους κάνει να κοιμούνται νηστικοί στο τέλος του μήνα.

Κάτω όμως από την αφορμή κρύβονται βαθιές αιτίες που σχετίζονται με το ότι το κράτος λειτουργεί υπέρ της ολιγαρχίας του χρήματος, και όταν ο κόσμος παρεμβαίνει σ’ αυτή τη σχέση του επιφυλάσσει την καταστολή. Είναι τόση η λαϊκή δυσαρέσκεια που διαταράσσει ακόμη και την παραδοσιακή βραζιλιάνικη αγάπη για τις ποδοσφαιρικές διοργανώσεις, ένα χρόνο πριν τη διεξαγωγή του Μουντιάλ του 2014 στη Βραζιλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δυτικά ΜΜΕ επικέντρωσαν την προσοχή στη σπατάλη δημοσίου χρήματος και τη διαφθορά που συνοδεύει αυτές τις διοργανώσεις.
Όμως η περιγραφή της κατάστασης από έναν φοιτητή είναι πολύ πιο διαφωτιστική.
“Οι εικόνες που παρουσίασαν οι σελίδες των μεγαλύτερων εφημερίδων του κόσμου –κάδοι που καίγονται στους δρόμους του Ρίο ντε Τζανέιρο, μαζικές κινητοποιήσεις στο Σάο Πάολο, δακρυγόνα από την αστυνομία, με εικόνες βίας μόνο– εγείρουν το ερώτημα: όλα αυτά έγιναν για 20 σεντς του ρεάλ; Όχι δεν γίνονται όλα αυτά για 20 σεντς του ρεάλ.
Ο ξεσηκωμός αυτός έχει βαθιές αιτίες, που συσσωρεύονται επί χρόνια …” Όπως πολλές χώρες σήμερα, η Βραζιλία ζει έναν εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στο κράτος και στο λαό. Αυτός ο πόλεμος, μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες, ήταν αθόρυβος, αλλά καθόλου πιο ειρηνικός από όσο είναι σήμερα. Για πάνω από έναν αιώνα , η Βραζιλία κυβερνιόταν από πολιτικούς που έβλεπαν τους φόρους που πλήρωναν οι πολίτες –τους οποίους όφειλαν να εκπροσωπούν– σαν τραπεζικό λογαριασμό. Ολόκληρες Πολιτείες ανήκουν σε έναν όμιλο ή σε μια δυναστεία.
Οικογένειες, πριν ακόμη εκλεγούν σε θέσεις εξουσίας, κατείχαν τεράστια λατιφούντια και το οικογενειακό τους δένδρο έφτανε μέχρι την εποχή που είχαν πρωτοέλθει στη Βραζιλία οι Πορτογάλοι. …
” Η ίδρυση της νέας πρωτεύουσας Μπραζίλια , το 1960, δεν βελτίωσε την κατάσταση. Στην πραγματικότητα η μεταφορά της πρωτεύουσας από το Ρίο ντε Τζανέιρο στη μέση της χώρας, στη νέα πρωτεύουσα, που σχεδιάστηκε και οικοδομήθηκε σε 5 χρόνια –μια αποθέωση του μοντερνισμού– απλώς επιβεβαίωσε τις απεχθείς τάσεις της βραζιλιάνικης πολιτικής. Το Ρίο ντε Τζανέιρο ήταν το κοσμοπολίτικο κέντρο της εποχής, είχε 1 εκατ. πληθυσμό και ήταν η καρδιά ενός πολύ μαχητικού εργατικού κινήματος και κινημάτων πόλης. Αντίθετα, η Μπραζίλια, μια τεχνητή πρωτεύουσα, δεν κατοικούνταν πριν από την ίδρυσή της. Παρόλο που η κατάσταση άλλαξε συν τω χρόνω, εξακολουθεί να κατοικείται κυρίως από γραφειοκράτες που δεν επικρίνουν την κυβέρνηση πολύ συχνά, καθώς εξαρτώνται απ’ αυτήν και είναι καλοπληρωμένοι. Καμιά από τις άλλες μεγάλες πόλεις της Βραζιλίας δεν έχει την ίδια πολιτική σημασία και οι περισσότερες είναι πολύ μακριά από την Μπραζίλια, κάτι που δεν επιτρέπει να πάει ο κόσμος εκεί και να εκφράσει την αγανάκτησή του στην πρόεδρό μας.”Η Βραζιλία σήμερα ζει μια ειδική στιγμή. Αυτό είναι αλήθεια. Μερικά πολιτικά προγράμματα που εφαρμόστηκαν την περασμένη δεκαετία έχουν εντυπωσιακά αποτελέσματα: η οικονομική ανισότητα –στην οποία η Βραζιλία ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής– έχει μειωθεί σημαντικά.
Το πρόγραμμα Bolsa Família έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία στη μείωση της φτώχειας και οι επενδύσεις στην ανώτατη εκπαίδευση για τα παιδιά των φτωχών οικογενειών και για τις εθνικές μειονότητες έχουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα.”Το ζήτημα δεν είναι να αμφισβητήσουμε όσα πήγαν καλά. Τα αποτελέσματα των 10 τελευταίων χρόνων υπό τη διακυβέρνηση του Κόμματος Εργαζομένων πρέπει να προστατευθούν και να επεκταθούν, αν θέλει κανείς να δημιουργήσει μια πιο δίκαια κοινωνία , με λιγότερη φτώχεια και εκμετάλλευση από αυτή που είχαν δημιουργήσει οι δυνάμεις του παρελθόντος, όπως οι φεουδάρχες της οικογένειας Σάρνεϊ. Γι’ αυτό οι διαδηλώσεις δεν εκφράζουν απλώς τη διαμαρτυρία ενάντια στην κυβέρνηση του Κόμματος Εργαζομένων. Εκφράζουν τη βούληση για απελευθέρωση της χώρας από την αυταρχική, δικτατορική και βάναυση κληρονομιά της.
”Αν, στο τέλος αυτών των διαμαρτυριών, η πολιτική τάξη της Βραζιλίας –μια τάξη που ενδιαφέρεται για τον εαυτό της περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον– και ο στρατός της των καπιταλιστών που πλουτίζουν χάρη στις προσωπικές διασυνδέσεις τους, τους δημοσιογράφους της που εκπορνεύονται προς το συμφέρον μιας ελίτ, της αστυνομίας της που σκοτώνει χωρίς δισταγμό, αν όλοι αυτοί οι καταπιεστές απομακρυνθούν από την εξουσία και αναγκαστούν να αναγνωρίσουν ότι έχει φτάσει η εποχή της αληθινής δημοκρατίας, τότε θα πληρώνω πολύ ευχαρίστως 20 σεντς παραπάνω για το εισιτήριο.
Οι μποέμ αστοί επαναστάτες της Βραζιλίας
”Ιδού κάτι περίεργο: Στη Βραζιλία, οι διαδηλώσεις παραδοσιακά θεωρούνται μια διασκέδαση για τα παιδιά των πλουσίων που δεν έχουν να κάνουν κάτι χρήσιμο, μια δικαιολογία για να χρωματίζει κανείς το πρόσωπό του και να φωνάζει στους δρόμους. Και σε ένα βαθμό ισχύει. Η πλειοψηφία των ανθρώπων που συμμετέχουν στις διαδηλώσεις είναι νέοι από πλούσιες οικογένειες (πολύ πλούσιες σε ορισμένες περιπτώσεις) που έχουν ένα μάλλον αριστερό πολιτικό όραμα το οποίο φαίνεται σε ορισμένους ασύμβατο με την κοινωνική τους τάξη.
Ο παράξενος συνδυασμός των συνθημάτων που είναι εμπνευσμένα από τα εργατικά κινήματα του 20ού αιώνα και μη εργατικής καταγωγής των διαδηλωτών συχνά λοιδορείται από τα ΜΜΕ και αυτό τελικά εσωτερικεύεται από μεγάλο μέρος του βραζιλιάνικου πληθυσμού, σε μια χώρα όπου ο μοιρολατρικός κυνισμός έχει φτάσει σε επίπεδα υψηλής τέχνης.”Όμως, ακούστε κάτι ενδιαφέρον: Όταν συμμετείχα σε μια διαδήλωση του “κινήματος για τα 20 σεντς”, μας σταμάτησαν μπροστά στο Central do Brasil, τον περίφημο σιδηροδρομικό σταθμό που πιθανώς γνωρίζετε από την ομώνυμη ταινία. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η διαδήλωση ήταν απολύτως ειρηνική. Πράγματι, οι περισσότεροι από εμάς ήμαστε φοιτητές από πλούσιες οικογένειες, αλλά μπορούσε να δει κανείς ότι αυτό το κίνημα είχε μια κοινωνική βάση που ήταν πιο ετερογενής. Συμμετείχαν επαγγελματίες, συνταξιούχοι και φτωχοί εργάτες που είχαν δυσαρεστηθεί με τις αυξήσεις των εισιτηρίων.
Στο Ρίο ντε Τζανέιρο σπάνια μια διαδήλωση έχει πάνω από 200 ανθρώπους, εκεί όμως ήμαστε 2.000 από αρκετές κοινωνικές τάξεις. Άρχισα να συνειδητοποιώ πως συνέβαινε κάτι διαφορετικό τούτη τη φορά. Ο λαός της Βραζιλίας αφυπνιζόταν από το μακρύ του ύπνο – και ήταν οργισμένος.”Η ηρεμία δεν διάρκεσε για πολύ. Κατέφτασαν ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας, με τις ασπίδες, τις μαύρες στολές, την τρομακτική τους όψη και τα “μη θανάσιμα” όπλα τους και άρχισαν να σχηματίζουν μια σειρά απέναντί μας. Τα τραγούδια και τα συνθήματα σταμάτησαν. Η σκηνή έμοιαζε με μονομαχία, όπως αυτές που βλέπουμε σε ταινίες γουέστερν. Ξαφνικά, κάτι συνέβη. Ο κόσμος που έβγαινε από το Central do Brasil ενώθηκε μαζί μας. Ήταν μικροπωλητές, μητέρες με παιδιά, τα παιδιά των δρόμων, άστεγοι, ζητιάνοι. Οι φτωχοί, οι πιο φτωχοί του Ρίο, μαζεύτηκαν και μπήκαν ανάμεσα σ’ εμάς και τους αστυνομικούς. Λίγα λεπτά αργότερα, οι αστυνομικοί μας επιτέθηκαν και συνέλαβαν 40, ανάμεσά τους και ένα φίλο μου. Τρέχοντας και προσπαθώντας να βρω καταφύγιο στην πιο κοντινή στάση του μετρό, είδα έναν άνθρωπο που έκλαιγε και φαινόταν αδύναμος. Αιμορραγούσε – ένα θύμα των “μη θανάσιμων” όπλων.
Καταστολή: ”η μάσκα της δημοκρατίας πέφτει”
Αυτές οι σκηνές επαναλήφθηκαν αμέτρητες φορές όπου οι άνθρωποι είχαν το κουράγιο να υψώσουν τη φωνή τους ενάντια σε μια απόφαση που επηρεάζει άμεσα την πλειοψηφία και λήφθηκε χωρίς ποτέ να τους ρωτήσουν. Αυτός είναι ο αυταρχικός τρόπος άσκησης της πολιτικής και ο τύπος της πολιτικής που ευνοεί ένα καρτέλ εταιρειών λεωφορείων, με γνωστές διασυνδέσεις με τις εκλογικές καμπάνιες του δημάρχου του Ρίο και άλλων ισχυρών. Κάτω από όλα αυτά: ένα κωφάλαλο ομοσπονδιακό κράτος που καθιστά τους ανθρώπους ομήρους των ιδιωτικών εταιρειών οι οποίες χρηματοδοτούνται με δημόσιο χρήμα.
Τα αποτελέσματα είναι: κακές υπηρεσίες, υψηλά κόμιστρα, ξεσηκωμός.”Στο Σάο Πάολο, οι αστυνομικοί χτύπησαν διαδηλωτές που κρατούσαν λουλούδια. Δυο μέρες αργότερα, απαγόρευσαν να έχει κανείς μαζί του ξίδι, γιατί μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να μετριάσει τις επιπτώσεις των δακρυγόνων. Έκαναν σωματικές έρευνες ψάχνοντας για …ξίδι. Στην Πολιτεία Μίνας Σεράις, απαγορεύτηκαν όλες οι διαδηλώσεις κατά τη διάρκεια του “Κυπέλλου της Συνομοσπονδίας” 2013, μιας διοργάνωσης της FIFA στο πλαίσιο του Μουντιάλ του 2014 που θα γίνει στη Βραζιλία. Στο κοινοβούλιο συζητείται να εισαχθεί νομοσχέδιο που θα χαρακτηρίζει “τρομοκρατικές” όλες τις διαδηλώσεις κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ και θα επισύρει ανάλογα βαριές ποινές. …”Με αυτές τις δικτατορικού τύπου αστυνομικές επιδρομές, είναι καθαρό ότι η μάσκα της δημοκρατίας μας πέφτει και οι αυταρχικές ρίζες του πολιτικού κατεστημένου γίνονται για άλλη μια φορά ορατές – ρίζες που βρίσκονται στο συμβιβασμό με τη στρατιωτική δικτατορία των ετών 1964-1985, η οποία τελείωσε φέρνοντας εκείνους που είχαν παλέψει για τη δημοκρατία πιο κοντά στους παλιούς παράγοντες του αυταρχισμού.
Η συμβολική συμμαχία μεταξύ του Λούλα, του ήρωα του εργατικού κινήματος των δεκαετιών 1970 και 1980, και του Πάουλο Μαλούφ, τελευταίου προεδρικού υποψήφιου του ετοιμοθάνατου δικτατορικού καθεστώτος, δείχνει ότι η πολιτική τάξη ενδιαφέρεται κυρίως για την εξουσία και δεν έχει να προσφέρει ένα πραγματικό πολιτικό σχέδιο. Αλλά χάρη σ’ αυτούς και στα μαντρόσκυλά τους μέσα στην αστυνομία, το “κίνημα για τα 20 σεντς” γίνεται ένα μεγάλο κίνημα που μας δίνει τη δυνατότητα να πούμε αυτό που νομίζουμε, να διεκδικήσουμε το δικαίωμα να λέμε ότι θέλουμε να ζήσουμε σε μια πραγματική δημοκρατία”.

Του Franco A., δημοσιεύτηκε στο μπλογκ Truth Is A Beaver.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More