Γιώργος Ρούσης |
Ο Μαρξ, αναποδογυρίζοντας τη εγελιανή διαλεκτική και τοποθετώντας την με τα πόδια κάτω και το κεφάλι επάνω, διαμόρφωσε μια νέα υλιστική, διαλεκτική, σχέση θεωρίας και πράξης και κατ’ επέκταση θεωρίας και πολιτικής .
Μια ακραία παραβίαση αυτής της σχέσης είναι η απολυτοποίηση του ρόλου της θ
Υπάρχει όμως και μια λιγότερο εμφανής μορφή αυτής της δεύτερης εκδοχής. Πρόκειται για την χάραξη μιας πολιτικής τακτικής δίχως θεωρητικό υπόβαθρο, η οποία επιχειρείται να θεωρητικοποιηθεί εκ των υστέρων.
Χαρακτηριστική προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η επίκαιρη στα πλαίσια της κρίσης, προσπάθεια αναγωγής από την πλευρά των αστών, της ολιγάρκειας έως και της ένδειας ως του πλέον κατάλληλου, για την ευτυχία των ευρύτερων μαζών, τρόπου ζωής, ή με άλλα λόγια η προβολή μιας εκσυγχρονισμένης εκδοχής της προτεσταντικής εγκράτειας.
Αυτού του είδους το μεθοδολογικό τέχνασμα επιχειρούμενο από την αριστερά, έχει μεταξύ άλλων σαν συνέπεια να συγκαλύπτει τη ρεφορμιστική πολιτική της, στο βαθμό που αυτή θεωρητικοποιείται εκ των υστέρων από μια φαινομενικά επαναστατική φρασεολογία και θεωρία. Κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε μια εσφαλμένη αντιμετώπιση ως επαναστατικής ακόμη και ως αριστερίστικής, μιας εν τη πράξει δεξιάς, ρεφορμιστικής πολιτικής.
Ας πάρουμε ορισμένα παραδείγματα.
Ας υποθέσουμε ότι μια αριστερή πολιτική ηγεσία , επειδή αδυνατεί να ηγεμονεύσει με άλλον τρόπο πέρα από εκείνο που προκύπτει από τη θέση της στην κομματική γραφειοκρατία, επιλέγει να ακολουθήσει μια σεχταριστική τακτική. Αυτή εκ των υστέρων θεωρητικοποιείται με αξιώματα του τύπου:
-Η όποια μετωπική πολιτική, η όποια συνεργασία, πόσω μάλλον εκλογική, ισοδυναμεί με οπορτουνισμό.
-Η συμμετοχή στην όποια κυβέρνηση πριν την κατάκτηση της εξουσίας αποκλείεται.
-Προπαγανδίζεται ως λύση και στρατηγική ο σοσιαλισμός, αλλά καταγγέλλεται ως ρεφορμιστική κάθε μεταρρύθμιση που διευκολύνει την έλευση του… κ.ο.κ
Ένα άλλο παράδειγμα είναι η αντιμετώπιση της ιστορίας και των ιστορικών προσωπικοτήτων, έτσι ώστε αυτές να αρθούν στα μέτρα αυτής της επιλεγμένης πολιτικής τακτικής.
Έτσι για να τεκμηριωθεί η αποδοχή της πλέον αυταρχικής-σεχταριστικής και ταυτόχρονα ρεφορμιστικής –υπό την έννοια της υποταγής της στρατηγικής στην τακτική- περιόδου του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αυτή κρίνεται μόνον από τη σκοπιά της οικονομίας, ενώ υποβαθμίζεται παντελώς το ζήτημα της δημοκρατίας σε πολιτικό επίπεδο.
Ακόμη για να θεωρητικοποιηθεί η άκριτη υποταγή στην ηγεσία της σέχτας , η οποία και αναβαθμίζεται σε κομματικότητα, αποκαθίσταται μεν πολιτικά ο Άρης, για την θέση του περί μη παράδοσης των όπλων , δεν αποκαθίσταται όμως κομματικά.
Κατά τον ίδιο τρόπο, αποκαθίσταται ο Νίκος Ζαχαριάδης, όχι όπως πραγματικά ήταν, αλλά κομμένος και ραμμένος στα μέτρα των σημερινών επιλογών της κομματικής ηγεσίας. Έτσι για παράδειγμα, υποτιμούνται, αν δεν αποσιωπούνται παντελώς, θεμελιακά στοιχεία των πολιτικών του θέσεων όπως οι τοποθετήσεις του για την ιδιαιτερότητα των επί μέρους κομμουνιστικών κομμάτων, η ανεξαρτησία του από το σοβιετικό κέντρο σε σχέση με τους επόμενους από αυτόν κομματικούς ηγέτες, ο θαυμασμός του, πέρα από τις κριτικές του, για την ζωντάνια της ΕΔΑ, το ίδιο το βαθύτερο μετωπικό πνεύμα του περίφημου γράμματος του με το οποίο καλούσε στην Εθνική Αντίσταση…..
Το ζητούμενο είναι, αυτή η φαινομενικά αριστερίστικη θεωρητικοποίηση του σεχταρισμού, όχι μόνον να μην συγκαλύπτει βαθύτερες ρεφορμιστικές επιλογές, αλλά κυρίως να μην οδηγεί σε τέτοιες επιλογές για την αντιμετώπιση της.
[i] Καρλ Μαρξ, Φρ. Έγκελς, «Η γερμανική ιδεολογία» Εκδόσεις Gutemberg, τόμος πρώτος, σ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου