Ο
Αντρέας Καρκαβίτσας άφησε το δικό του ξεχωριστό στίγμα στην ελληνική
λογοτεχνία κρατώντας το ρόλο του ρομαντικού δημοτικιστή διατηρώντας
πάντα τις ισορροπίες ανάμεσα στις αντιπαραθέσεις για το γλωσσικό ζήτημα.
Ο Καρκαβίτσας γεννήθηκε στα Λεχαινά της Ηλείας από τον Δημήτριο Καρκαβίτσα και την Άννα Σκαλτσά, ενώ η οικογένεια ήταν πολυμελής καθώς είχε άλλα τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια. Τα πρώτα μαθητικά χρόνια για τον Καρκαβίτσα ξεκίνησαν στην Ηλεία αλλά μόλις δεκατριών χρονών συνέχισε το σχολείο στην Πάτρα όπου γνώρισε και τους επτανήσιους ποιητές αλλά και την Α’ Αθηναϊκή Σχολή.
Μετά το τέλος του Γυμνασίου εκείνης της εποχής ο Καρκαβίτσας γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1883 και παρέμεινε για την επόμενη πενταετία. Ήδη όμως η ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία ήταν έκδηλη, ενώ η πρώτη του ερωτική απογοήτευση στο πρόσωπο της Ιολάνθης Βασιλειάδη ήταν το γεγονός που αργότερα αποτέλεσε την πηγή έμπνευσής του για το έργο του ‘Λυγερή’ που έγραψε το 1896.
Κατά την παραμονή του στην Αθήνα, ο Καρκαβίτσας θα έρθει σε επαφή με επιφανείς λογοτεχνικές μορφές όπως ο Κωστής Παλαμάς και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ενώ η λογοτεχνική του κλίση θα βρει τον δρόμο της όταν ένας διαγωνισμός διηγήματος που διοργανώθηκε εκείνη την εποχή από την Εστία θα τον ωθήσει να ξεκινήσει τα ταξίδια του στην ελληνική ύπαιθρο μια αγάπη που θα τον συντροφέψει μέχρι το τέλος της ζωής του.
Αρχικά, συλλέγει στοιχεία από την λαογραφία και την ιστορία των περιοχών της Ρούμελης τα οποία και χρησιμοποιεί στα πρώτα του έργα, ενώ παράλληλα με την στρατιωτική του θητεία το 1889 στο Μεσολόγγι, ο συγγραφέας γνωρίζει τόσο τις ομορφιές όσο και τις δυσκολίες της ζωής στην ύπαιθρο. Η γνωριμία του αυτή με τη ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου ο Καρκαβίτσας θα την αναφέρει πολλές φορές σε ένα από τα σημαντικότερα έργα του το ‘Ζητιάνο’ που ολοκλήρωσε το 1897.
Το τέλος της στρατιωτικής του θητείας το 1891 τον βρίσκει διορισμένο υγειονομικό γιατρό στο ατμόπλοιο Αθήναι με το οποίο θα πραγματοποιήσει ταξίδια στη λεκάνη της Μεσογείου τη Μικρά Ασία αλλά και τον Ελλήσποντο εμπλουτίζοντας το λογοτεχνικό του υπόβαθρο με πλήθος ξεχωριστών φυσικών τοπίων αλλά και ξεχωριστών προσωπικοτήτων. Από εκείνη την τόσο ξεχωριστή εποχή ξεπήδησε το ταξιδιωτικό του ημερολόγιο ‘Σ’ Ανατολή και Δύση’ που αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τη συλλογή του ‘Τα Λόγια της Πλώρης’ το 1899.
Η ακατάπαυστη επιθυμία του να ταξιδεύει την οποία ο ίδιος χαρακτήριζε ως αειφυγία είχε σαν αποτέλεσμα, ο Καρκαβίτσας να αποζητά τους νέους τόπους και τις νέες εικόνες μέσω των μεταθέσεων που πάντα επιδίωκε. Από το 1896 κατέλαβε το βαθμό του γενικού αρχίατρου, ενώ η υποστήριξή του στη Μεγάλη Ιδέα δυστυχώς τον απογοήτευσε με την ήττα του 1897.\
Όντας
στο στράτευμα συμμετείχε στο κίνημα στο Γουδί αν και μετέπειτα απέσυρε
την στήριξή του στον Βενιζέλο, συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους ενώ
ήταν αντίθετος με το κίνημα της Εθνικής Αμύνης με αποτέλεσμα την εξορία
του και τον περιορισμό του στη Μυτιλήνη, ενώ επανήλθε στο στράτευμα το
1920 για να αποσυρθεί οριστικά το 1922 το έτος που άφησε και την
τελευταία του πνοή χτυπημένος από καρκίνο στο λάρυγγα.
Στα γράμματα ο Καρκαβίτσας ήταν πάντα η ήρεμη δύναμη. Ξεκίνησε γράφοντας στην καθαρεύουσα αρχικά, όπως απαιτούσε και η εποχή και τα πρώτα του διηγήματα είχαν ερωτική ή ιστορική έμπνευση. Σύντομα όμως, μετά το τέλος του Αθηναϊκού Ρομαντισμού άρχισε να γράφει και να δημοσιεύει τα έργα του στη δημοτική. Πολλές φορές χρησιμοποιούσε και το ψευδώνυμο Πέτρος Αβράμης ανάμεσα στους λογοτεχνικούς κύκλους.
Εξάλλου, λίγα χρόνια πριν ο Ψυχάρης με το έργο του ‘Το Ταξίδι μου’ είχε θέσει τις βάσεις για αυτή του την επιλογή αν και ποτέ δεν ήταν υποστηρικτής των ακραίων θέσεων του ρεύματος. Στόχος του ήταν πάνω από όλα η γλώσσα που χρησιμοποιούσε να είναι απόλυτα κατανοητή από όλους τους αναγνώστες του. Από το 1885 δημοσίευε ανελλιπώς άρθρα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, λαογραφικά κείμενα, διηγήματά και νουβέλες του τόσο σε εφημερίδες όσο και σε περιοδικά. Μάλιστα, το 1898 βραβεύτηκε το διήγημά του ‘Πάσχα στα Πέλαγα’ από διαγωνισμό της Εστίας και αργότερα το 1911 τιμήθηκε με τον αργυρό Σταυρό.
Έλαβε μέρος στην ίδρυση της εταιρείας ‘Η Εθνική Γλώσσα’ και αποτέλεσε μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου και της Λαογραφικής Εταιρείας του Νικόλαου Πολίτη.
Τα πεζογραφήματά του αποτελούνται από πλήθος λαογραφικών στοιχείων ενώ σταδιακά χαρακτηρίζονται από έντονα νατουραλιστικά στοιχεία και κοινωνικό προβληματισμό. Αν και το έργο του ανήκει στην κατηγορία των ηθογραφικών συγγραμάτων εντούτοις δεν θέλησε ποτέ να παρουσιάσει απλά μια τέλεια ηθογραφική εικόνα της αγροτικής ζωής αλλά να σταθεί κριτικά απέναντι στη ζωή της υπαίθρου αναδεικνύοντας την ουσία της.
Ο Καρκαβίτσας έγραψε συνολικά 80 διηγήματα από τα οποία ξεχώρισαν ιδιαίτερα, ‘Η Λυγερή’, ‘Ο Ζητιάνος’ και ‘Τα Λόγια της Πλώρης’, ενώ σημαντική ήταν και η συμβολή του στη συγγραφή σχολικών αναγνωσμάτων σε συνεργασία με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ.
Λίγο πριν φύγει από τη ζωή στις 22 Οκτωβρίου του 1922, ο Καρκαβίτσας είχε βάλει στόχο να τελειώσει τη συγγραφή του έργου του ‘Αρματωλός’, το οποίο είχε ήδη ξεκινήσει να γράφει από το 1894. Δυστυχώς, όμως ποτέ δεν κατάφερε να το αποτελειώσει αφήνοντας το έργο του ‘Ο Αρχαιολόγος’ που έγραψε το 1903 την τελευταία του ολοκληρωμένη δουλειά.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του σύντροφος του ήταν η Δέσποινα Σωτηρίου, ενώ μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο Βιζυηνό, ο Καρκαβίτσας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ηθογραφίας και τον πιο σημαντικό εκπρόσωπο του νατουραλισμού στη νεοελληνική λογοτεχνία. Πηγή:www.capital.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου