14 Δεκ 2020

ΗΠΑ: Φυλετικός διαχωρισμός με βάση τις σχολικές επιδόσεις

 ΗΠΑ: Φυλετικός διαχωρισμός με βάση τις σχολικές επιδόσεις | Le Monde  diplomatique - Ελληνική έκδοση

Απέναντι στις εξαιρετικές σχολικές επιδόσεις των νεαρών Αμερικανών ασιατικής καταγωγής που έχουν εγκατασταθεί στα «ακριβά» προάστια, οι λευκοί των μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων προτιμούν να μετακομίσουν, ώστε τα παιδιά τους να βρεθούν και πάλι στην κορυφή, αλλά σε λιγότερο ανταγωνιστικά σχολεία.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, «η μεγάλη μετανάστευση» των Αφροαμερικανών του Νότου προς τις βιομηχανικές πόλεις του Βορρά και των Μεσοδυτικών Πολιτειών (Midwest) είχε προκαλέσει μια «φυγή των Λευκών». Προτιμούσαν να παραχωρήσουν εσπευσμένα την ακίνητη περιουσία τους προκειμένου να συνεχίσουν να διαμένουν σε συνοικίες λευκών, από φόβο μήπως η γειτνίαση με μαύρους κάνει τις συνοικίες τους λιγότερο ασφαλείς, λιγότερο ελκυστικές και υποβαθμίσει τα σχολεία τους1. Σήμερα, μια νέα «λευκή φυγή» εξελίσσεται στους κόλπους των μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, αυτή τη φορά ως αντίδραση στην εγκατάσταση οικογενειών ασιατικής καταγωγής στις ακριβές οικιστικές ζώνες τους. Από αυστηρά οικονομική άποψη, η εγκατάλειψη ενός αξιοζήλευτου προαστίου εξαιτίας της ασφάλειας, του κύρους και του υψηλού επιπέδου των σχολείων του δεν έχει κανένα νόημα. Οι Λευκοί όμως επιδιώκουν να διαφυλάξουν τη θέση των παιδιών τους στην κορυφή της ιεραρχικής κλίμακας των ακαδημαϊκών προσόντων.

Το φαινόμενο επισημάνθηκε για πρώτη φορά το 2005, σε άρθρο της «Wall Street Journal» αφιερωμένο στο Κουπερτίνο, έδρα της Apple και αρκετών άλλων εταιρειών της Σίλικον Βάλεϊ2. Παρόμοιες δυναμικές παρατηρήθηκαν και σε άλλες προαστιακές πόλεις που φιλοξενούν σημαντικό ποσοστό νοικοκυριών ασιατικής καταγωγής, στην Καλιφόρνια, στο Μέριλαντ, στο Νιου Τζέρσεϊ και στη Νέα Υόρκη. Το κοινό στοιχείο όλων τους είναι ότι κατοικούνται από λευκά μεσαία ή ανώτερα κοινωνικά στρώματα, χαρακτηρίζονται από υψηλή αξία ακινήτων και διαθέτουν σχολεία με καλή φήμη. Το ποσοστό των Αμερικανών ασιατικής καταγωγής δεύτερης γενιάς (κυρίως από την Κίνα ή την Ινδία) που κατοικούν εκεί διπλασιάστηκε μέσα σε 10 χρόνια, φθάνοντας πλέον στο 15% με 40% των κατοίκων. Το 1984, οι λευκοί μαθητές αποτελούσαν το 84% των μαθητών του Mission High School της Σίλικον Βάλεϊ, του καλύτερου λυκείου της Καλιφόρνια. Το 2010, το ποσοστό των λευκών μαθητών είχε πέσει στο 10%, ενώ το ποσοστό των Αμερικανών ασιατικής καταγωγής είχε εκτοξευτεί στο 83%3. Οι Λευκοί είχαν εγκαταλείψει το «άσυλό» τους, τις περισσότερες φορές προς κοντινά προάστια, στα οποία όμως τα δημόσια σχολεία αριθμούσαν λιγότερους μαθητές ασιατικής καταγωγής.

Αρκετοί λευκοί κάτοικοι τέτοιων περιοχών εκφράζουν ένα αντιφατικό αίσθημα: ενώ δηλώνουν ότι ανησυχούν για το μέλλον των παιδιών τους, παραπονούνται επειδή τα δημοτικά σχολεία που θεωρούνται ως εφαλτήριο για τα γυμνάσια και λύκεια με το υψηλότερο κύρος έχουν γίνει υπερβολικά ανταγωνιστικά, λόγω της εισροής πολλών μαθητών ασιατικής καταγωγής και της εμμονής τους με την απόδοση. Έτσι, έχουν αποσύρει τα παιδιά τους από τα καλύτερα γυμνάσια και λύκεια στην Καλιφόρνια, στα οποία προσάπτουν ότι αποδίδουν υπερβολική σημασία στη βαθμολογία των μαθητών και στα ποσοστά εισαγωγής στα κορυφαία πανεπιστήμια –κριτήρια με βάση τα οποία διαπρέπουν τα παιδιά οικογενειών κινεζικής ή ινδικής καταγωγής.

Εκείνοι που θεωρούσαν ότι είναι η αφρόκρεμα της χώρας αισθάνονται τώρα ότι υφίστανται διακρίσεις, καθώς τα παιδιά τους παίζουν ποδόσφαιρο ή πάνε στην παραλία την ώρα που οι ασιατικής καταγωγής συμμαθητές τους θυσιάζουν τον ελεύθερο χρόνο τους σε προγράμματα εντατικής διδασκαλίας που προσφέρει το ολοήμερο σχολείο. Το 2013, δύο εκπαιδευτικοί από σχολεία της βόρειας Καλιφόρνιας συμπέραιναν: «Η “ασιατική καταγωγή” συνδέεται στενά με τις αξίες της τελειομανίας, της προσπάθειας στην εργασία και της σχολικής και πανεπιστημιακής επιτυχίας. Αντίθετα, η “λευκή καταγωγή” παραπέμπει στις έννοιες της ατέλειας, της οκνηρίας και της ακαδημαϊκής μετριότητας»4. Έτσι εξηγείται ότι οι λευκοί γονείς έχουν όλο και περισσότερο την τάση να εγγράφουν τα παιδιά τους σε λιγότερο ανταγωνιστικά δημόσια σχολεία.

Ο στρατηγικός αναπροσανατολισμός των λευκών μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων αποτελεί απάντηση στον φόβο ότι τα εκ γενετής προνόμια που συνδέονται εδώ και αιώνες με το χρώμα του δέρματός τους βρίσκονται σε κίνδυνο. Στο Mission High School, το μεγαλύτερο μέρος των μαθητών λυκείου που έχουν εγγραφεί στο πρόγραμμα «προχωρημένης διδασκαλίας/αξιολόγησης» (advanced placement) –ένα πρόγραμμα εξοικείωσης με την πανεπιστημιακή εκπαίδευση– ανήκουν στη μειονότητα των μαθητών ασιατικής καταγωγής, ενώ όσοι δεν το παρακολουθούν είναι στην πλειοψηφία τους λευκοί. Και όμως, αυτός ο πολύ επιλεκτικός μηχανισμός αποτελεί εγγυημένο εφαλτήριο για την εισαγωγή στα καλύτερα πανεπιστήμια της χώρας.

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι Λευκοί, και ιδιαίτερα οι άνδρες, εξακολουθούν να κυριαρχούν στις κορυφές του αμερικανικού καπιταλισμού. Στην Google, για παράδειγμα, συνεχίζουν να κατέχουν τις 2 στις 3 διευθυντικές θέσεις. Το 2019, ωστόσο, ο τεχνολογικός γίγαντας προσέλαβε περισσότερες Αμερικανίδες ασιατικής καταγωγής παρά λευκές και το ίδιο συνέβη φέτος με τους άνδρες5. Ο δρόμος για την επιτυχία δεν είναι πια στρωμένος μόνο με λευκό χαλί. Η ιεραρχία των διπλωμάτων είναι σε φάση αναδιάταξης.

Βλέποντας να υποβαθμίζεται η κοινωνική θέση τους, οι λευκές οικογένειες προσπαθούν να ανακτήσουν έδαφος, παρουσιάζοντας τις αδυναμίες τους ως πλεονεκτήματα. Ο ορισμός που δίνουν στην αριστεία δεν περιορίζεται πλέον μόνο στα αποτελέσματα, αλλά επεκτείνεται και στην ποικιλία των ενδιαφερόντων, στο ανοικτό πνεύμα και στην αναζήτηση μιας κάποιας «φυσιολογικότητας», σε αντίθεση με τις υπερβολές που συνοδεύουν τη φιλοδοξία και το διαρκές κυνήγι της σταδιοδρομίας.

Ιστορικά, η αρσενική λευκότητα πάντοτε όριζε κοινωνικά πρότυπα. Όποτε κυριαρχούμενες κοινωνικές ομάδες αμφισβήτησαν την εξουσία της, απωθήθηκαν στο περιθώριο ως μη φυσιολογικές. Όταν οι γυναίκες ζήτησαν ισότητα δικαιωμάτων, χαρακτηρίστηκαν παράλογες ή συναισθηματικά ασταθείς. Με τον ίδιο τρόπο, η μάχη για τη φυλετική ισότητα ή για τα δικαιώματα των μεταναστών προσκρούει διαρκώς σε μια ρητορική που παρουσιάζει τις συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες ως κατώτερες, με όρους διανοητικούς («είναι λιγότερο έξυπνοι») ή ψυχολογίζοντες («δεν μπορούν να προσαρμοστούν στη δημοκρατία»).

Επομένως, είναι αρκετά λογικό να προσλαμβάνεται η εξαιρετική επιτυχία των μαθητών ασιατικής καταγωγής όχι ως κορωνίδα του «αμερικανικού ονείρου», αλλά ως το προϊόν μιας άκαμπτης εκπαίδευσης που απαγορεύει στα θύματά της να απολαύσουν μια φυσιολογική ζωή με ελεύθερο χρόνο, άθληση και μιλκ-σέικ με φίλους. Αντί να αναγνωρίσουν ότι έχουν χάσει το πάνω χέρι, οι λευκοί γονείς προτιμούν να κάνουν στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών και να αναζητήσουν καταφύγιο σε σχολικά ιδρύματα όπου η ακαδημαϊκή αξία αποτιμάται με όρους όχι μόνο σχολικών επιδόσεων, αλλά και ανάπτυξης της προσωπικότητας.

Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να μοιάζει παράδοξη, εάν σκεφτεί κάποιος ότι, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, οι Αμερικανοί ασιατικής καταγωγής εξυμνούνταν ως «πρότυπο μειονότητας», η οποία θα έπρεπε να αποτελεί παράδειγμα για τους μαύρους και τους ισπανόφωνους. Με το πρόσχημα του εγκωμιασμού μιας μειονότητας, εκτοξεύονταν κατηγορίες προς τις άλλες μειονότητες για τις συστημικές διακρίσεις που αναγκάζονταν να υποστούν. Αφού οι Αμερικανοί ασιατικής καταγωγής έμοιαζαν να τα καταφέρνουν τόσο καλά, δεν πρόσφεραν άραγε την απόδειξη ότι οι πολίτες διαφορετικού χρώματος, παρ’ όλα όσα ισχυρίζονταν και με την προϋπόθεση ότι θα ήταν αρκετά αποφασισμένοι, απολάμβαναν πλήρη ισότητα ευκαιριών; Έτσι, η ρατσιστική Αμερική μπορούσε να παρουσιάζεται ως «χώρα των ευκαιριών» και να επικρίνει μαύρους και ισπανόφωνους για έλλειψη ενθουσιασμού μπροστά στην προοπτική της κοινωνικής ανέλιξης. Σήμερα όμως, τα χαρακτηριστικά που μέχρι πρότινος προκαλούσαν τον θαυμασμό –λατρεία της εργασίας, αίσθηση πειθαρχίας, οικογενειακές αξίες– έχουν ξαφνικά απαξιωθεί. Ο λαμπρός μαθητής που έδρεπε δάφνες είναι τώρα ένας αντικοινωνικός έφηβος, από τον οποίο καλό είναι να παίρνουμε τις αποστάσεις μας.

Η τακτική διατήρησης της λευκής πρωτοκαθεδρίας στην οικονομική και κοινωνική ιεραρχία δεν είναι καινούργια: αποτελεί συνέχεια της μεταχείρισης που επιφυλάχθηκε στους Εβραίους από την ελίτ των WASP (ακρωνύμιο της έκφρασης White Anglo-Saxon Protestant, «Λευκοί Αγγλοσάξονες Προτεστάντες»), όπως έχει δείξει ο κοινωνιολόγος Τζερόμ Κάραμπελ. Οι έρευνές του με βάση τα έγγραφα εισαγωγής στα πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Γέιλ και Πρίνστον έφεραν στην επιφάνεια την ύπαρξη ενός συντονισμένου σχεδίου με σκοπό τον περιορισμό των εγγραφών Εβραίων φοιτητών, χάρη σε νεφελώδη κριτήρια όπως η «αρρενωπότητα», η «προσωπικότητα» ή οι «ηγετικές ικανότητες». Μια πολιτική συνδυασμού της ακαδημαϊκής αξίας με ηθικές κρίσεις που θα βασίζονταν σε συνεντεύξεις «θα είχε ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των Εβραίων με συζητήσιμη προσωπικότητα ή τρόπους»6, τονιζόταν σε ένα από τα έγγραφα αυτά. Σύμφωνα με την επιτροπή εισαγωγών στο Χάρβαρντ κατά τη δεκαετία του 1950, ο κατάλογος των ανεπιθύμητων περιλάμβανε «νευρωτικούς που διατηρούν δύσκολες σχέσεις με την κοινότητά τους», «ασταθείς χαρακτήρες» και άτομα ύποπτα για «ομοφυλοφιλικές τάσεις ή σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα». Περιττό, φυσικά, να προσθέσει κάποιος και την πατριωτική «αφοσίωση», η οποία, κατά την εποχή του μακαρθισμού, επέτρεπε να παραμερίζονται τα στοιχεία που θεωρούνταν ύποπτα συμπάθειας προς το (τότε παράνομο) Κομμουνιστικό Κόμμα.

Όπως υπογραμμίζει ο Κάραμπελ, «ο ορισμός της αξίας είναι ρευστός και τείνει να αντικατοπτρίζει τις αξίες και τα συμφέροντα όσων διαθέτουν την εξουσία να επιβάλλουν τις δικές τους πολιτισμικές απόψεις». Η σημερινή «φυγή των Λευκών» από τα σχολεία όπου φοιτούν πλέον πολλοί Αμερικανοί ασιατικής καταγωγής εγγράφεται σε αυτή τη διαδικασία επαναπροσδιορισμού της ακαδημαϊκής αξίας, με στόχο να παραμείνει η εξουσία στα σωστά χέρια.

  1. Βλ. Serge Halimi, «L’université de Chicago, un petit coin de paradis bien protégé», και Douglas Massey, «Regards sur l’apartheid américain», «Le Monde diplomatique», Απρίλιος 1994 και Φεβρουάριος 1995, αντίστοιχα.
  2. Suein Hwang, «The New White Flight», «The Wall Street Journal», Νέα Υόρκη, 19 Νοεμβρίου 2005.
  3. Willow S. Lung-Amam, «Trespassers? Asian Americans and the Battle for Suburbia», University of California Press, Μπέρκλεϊ, 2017.
  4. Tomás R. Jiménez και Adam L. Horowitz, «When white is just alright: how immigrants redefine achievement and reconfigure the ethnoracial hierarchy», «American Sociological Review», Ουάσινγκτον, 30 Αυγούστου 2013.
  5. Βλ. Allison Levitsky, «For the first time, white men weren’t the largest group of U.S. hires at Google this year», «Silicon Valley Business Journal», Σαν Χοσέ, 5 Μαΐου 2020.
  6. Το απόσπασμα και όσα ακολουθούν έχουν αντληθεί από το Jerome Karabel, «The Chosen: The Hidden History of Admission and Exclusion at Harvard, Yale, and Princeton», Houghton Mifflin Harcourt, Βοστώνη, 2005.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More