Η gypsy jazz δίνει μια ελευθερία.. Η κλασική μουσική είναι
παρτιτούρα. Η gyspy μουσική έχει ένα πάθος και μια ένταση που δεν την
συναντάς στην κλασική μουσική.
Η Έφη και ο Γιώργος είναι το ντουέτο ”Diminuita” το
οποίο φιλοξενούμε σήμερα στην στήλη μας. Ένα ντουέτο που δημιουργήθηκε
απο τον έρωτα, πρώτα του ενός για τον άλλον και έπειτα για το ρεμπέτικο
τραγούδι. Μαζί ανακάλυψαν και άλλο ένα πάθος που τους ένωσε ακόμα
περισσότερο: την gyspy jazz και για αυτήν μας μιλάνε σήμερα.
Συναντήσαμε τους Diminuita στο καφέ ”Κόκκοι Καφε” εκεί που το 2007 έπαιξαν το πρώτο live τους σε μια βραδιά με τους ήχους της gypsy jazz να ακούγονται για πρώτη φορά, επίσημα, σε συνοικία της Αθήνας.
Χαρης και σε εκείνους το είδος άνθισε μέσα στα χρόνια και δημιούργησε την φρενίτιδα της gyspy jazz και του swing τα επόμενα χρόνια. Το κασετοφωνάκι της Κατιούσα ήταν εκεί ”να αιχμαλωτίσει” τα λόγια τους.
Γιώργος: Είμαι αυτοδίδακτος. Επηρεάστηκα από ένα φίλο που είδα να παίζει. Ξεκίνησα να παίζω επαγγελματικά έχοντας ελάχιστη γνώση πάνω στην μουσική.Έμαθα από μόνος και πάνω στην δουλειά.
Γιώργος: Ήμουν και εγώ σε ένα γκρουπάκι. Σχεδόν τους παρακάλεσα να μπω γιατί ήμουν ο τρίτος κιθαρίστας του σχήματος. Αποφασίστηκε να παίζω μπάσο ώστε να είμαι χρήσιμος. Ψιλο-έμαθα να παίζω και μπάσο μέσα στα χρόνια.
Γιώργος: Πρώτα βρεθήκαμε σαν άνθρωποι μεταξύ μας και μαζί ανακαλύψαμε και την gyspy περίπου την ίδια εποχή. Μετά την φάση με την ροκ μουσική και οι δύο βρεθήκαμε να ασχολούμαστε με την ρεμπέτικη μουσική. Η Έφη ξεκίνησε σε σχήματα ως τραγουδίστρια και εγώ με κιθάρα, μπουζούκι και μπαγλαμά.
Γνωριστήκαμε και γίναμε ζευγάρι. Είχαμε ακούσει από πριν jazz μουσική και οι δύο. Τότε εγώ είχα μια κασέτα του Django Reinhardt την οποία ακούγαμε για χρόνια πριν πάρουμε απόφαση να παίξουμε οι ίδιοι.
Γιώργος: Προσωπικά παίζαμε συνέχεια στα ρεμπέτικα για πολύ καιρό και το να ασχοληθούμε με αυτή την μουσική ήταν αντισυμβατικό και απελευθερωτικό τότε. Μας γοήτευε και το γεγονός πως και τα δύο είδη γεννήθηκαν ταυτόχρονα. Είναι μαγική και η πλαστικότητα της gypsy jazz, πως μπορείς να αυτοσχεδιάσεις πάνω σε αυτή, να νιώσει να σε συνεπαίρνει το συναίσθημα της στιγμής.
Πολλοί μπερδεύουν αυτά τα δύο είδη gypsy και swing..
Εφη: Στην πραγματικότητα εμφανίστηκαν την ίδια εποχή περίπου. Η gypsy jazz ήταν όπως είχε φανταστεί ο Django την ευρωπαϊκή εκδοχή της swing με έγχορδα αντί για πνευστά.
Γιώργος: Προέκυψε ένα καινούργιο είδος με το παίξιμο του Django ο οποίος προσπαθούσε να μιμηθεί την swing με τα μέσα που είχε. Προέβλεψε μέσα από το παίξιμο του αργότερα το επόμενο είδος, το Bebop.
Μετά από αυτή την εμβληματική μορφή υπάρχει κάποιος αντίστοιχος συνεχιστής του; Διότι δεν ακούμε πολλά γι’ αυτούς.
Γιώργος: Κάθε είδος έχει την ακμή και την παρακμή του. Με τον θάνατο του Django για πολύ καιρό δεν υπήρξε κάποιος αντίστοιχος στο ίδιο επίπεδο. Τα τελευταία χρόνια με την αναβίωση αυτής της μουσικής βλέπουμε πολλούς σπουδαίους μουσικούς αυτής της σκηνής που είτε παίζουν με φρέσκο τρόπο τις συνθέσεις του Django είτε δημιουργούν οι ίδιοι.
Αυτή η μουσική ανήκει στους τσιγγάνους της Γαλλίας οι οποίοι έβαλαν πολλά στοιχεία μέσα σε αυτήν. Τώρα αυτό το είδος έχει ανανεωθεί με άλλα στοιχεία που δεν ανήκουν σε αυτή την πρώτη ύλη;
Έφη: Αυτό έγινε σιγά-σιγά. Στην αρχή, στην Αθήνα ήμασταν 2-3 σχήματα. Έπειτα μαθαίναμε πως διάσπαρτα, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, υπήρχαν άνθρωποι που παίζουν την ίδια μουσική με εμάς. Μάθαμε για το συγκρότημα της Σύρου. Όλοι μας ήρθαμε κοντά ιντερνετικά. Η ιδέα για το φεστιβάλ Django ήταν ενός παιδιού από την Θεσσαλονίκη ο οποίος έπαιζε αυτή την μουσική. Η αρχική σκέψη ήταν να συναντηθούμε και να παίξουμε όλοι σε μια βραδιά στην μνήμη του Django.
Το 2010 συναντηθήκαμε για πρώτη φορά και παίξαμε και τα 7 συγκροτήματα που υπήρχαμε τότε στην Ελλάδα. Τώρα είμαστε πάνω από 23 συγκροτήματα. Το εντυπωσιακό ήταν πως έγινε το φεστιβάλ μια μέρα στο Gagarin και είχε γεμίσει από κόσμο. Δεν χωρούσαμε. Δεν το περίμενε κανείς μας τότε. Είχε μεγάλη ανταπόκριση..
Τώρα που κλείνει μια 10ετή παρουσία το φεστιβάλ, τι συναισθήματα έχετε;
Έφη: Πιστεύω πως μέσα στα χρόνια η gypsy jazz πήρε πολύ διαφορετικούς δρόμους στην Ελλάδα. Δεν κρίνω τίποτα, απλά κάποια θα μπορούσα να λείπουν. Προσαρμόστηκε στα ελληνικά δεδομένα. Άνοιξε και έχασε λίγο τον κεντρικό πυρήνα της. Τα συγκροτήματα που παίζουν πραγματικά αυτό το είδος είναι όσα υπήρχαν και στην αρχή. Πολλοί χρησιμοποιούν αυτό το ηχόχρωμα αλλά δεν παίζουν το gypsy jazz.
Γιώργος: Μας έκανε καλό να γνωρίσουμε κόσμο με τα ίδια ενδιαφέροντα. Αυτό ήταν και δίκοπο μαχαίρι. Σε πολλές περιπτώσεις διαπιστώσαμε συμπεριφορές ”περίεργες”. Καταλαβαίνεις τον χαρακτήρα του άλλου μέσα στο παίξιμο. Πολλές φορές λυπηθήκαμε που κάποιοι το βλέπουν τόσο “εμπορικά”. Εμείς το βλέπαμε πιο ρομαντικά. Τον έβλεπα προδοτικό για καιρό. Από την άλλη, δεν θέλω να κατακρίνω τους άλλους. Ίσως και να είχαν δίκιο. Ίσως να έπρεπε να το είχα κάνει και εγώ.
Είδαμε. επειδή είμαστε και διοργανωτές του φεστιβάλ, με απογοήτευση κάποιους μάνατζερς, ιδιοκτήτες και όλο το κύκλωμα..
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Γιώργος: Θα θέλαμε να βγάλουμε ένα δικό μας δίσκο με δικές μου συνθέσεις με μια μίξη μουσικών ειδών με τα οποία έχω ασχοληθεί. Στοιχεία ανατολής, ρεμπέτικης μουσικής ίσως και η σχέση μας με την Jazz.
Έφη: Η δική μου σκέψη ήταν να δημιουργηθεί ένας δίσκος με μεγάλη μπάντα, με πνευστά και τύμπανα που να παίζουμε Django.
Ο δεύτερος είναι ζωντανή ηχογράφηση συναυλίας στο φεστιβάλ Mani Sonenlink στη Μάνη, με τη σύμπραξη του Gερμανού Gregor Huebner στο βιολί. Την παραγωγή έκανε το ίδιο το φεστιβάλ και ο δίσκος κυκλοφόρησε το 2014. Στο κοντραμπάσο είναι ο Κώστας Πατσιώτης
Επίσημη ιστοσελίδα :www.diminuita.com
Facebook www.facebook.com/diminuita.swing
Συναντήσαμε τους Diminuita στο καφέ ”Κόκκοι Καφε” εκεί που το 2007 έπαιξαν το πρώτο live τους σε μια βραδιά με τους ήχους της gypsy jazz να ακούγονται για πρώτη φορά, επίσημα, σε συνοικία της Αθήνας.
Χαρης και σε εκείνους το είδος άνθισε μέσα στα χρόνια και δημιούργησε την φρενίτιδα της gyspy jazz και του swing τα επόμενα χρόνια. Το κασετοφωνάκι της Κατιούσα ήταν εκεί ”να αιχμαλωτίσει” τα λόγια τους.
Γιώργος: Είμαι αυτοδίδακτος. Επηρεάστηκα από ένα φίλο που είδα να παίζει. Ξεκίνησα να παίζω επαγγελματικά έχοντας ελάχιστη γνώση πάνω στην μουσική.Έμαθα από μόνος και πάνω στην δουλειά.
Έφη: Ξεκίνησα κλασική κιθάρα στα 9 μου και μ’ άρεσε. Ασχολήθηκα σοβαρά και τώρα είμαι καθηγήτρια κλασική κιθάρας η ίδια.
Ποια ήταν τα είδη μουσικής που ακούγατε σαν νέοι;
Έφη: κυρίως ροκ όπως όλοι της γενιάς μας.
Γιώργος: Εκείνη την εποχή οι γονείς ακούγανε και πολύ
ραδιόφωνο μέσα στο σπίτι και σε οικογενειακές γιορτές έπαιζαν τραγούδια
εκείνης της εποχής παράλληλα με την ρεμπέτικη μουσική.
Τα πρώτα σχήματα που συμμετείχατε σαν μουσικοί;
Έφη: Από τα 17 μου χρόνια μέχρι τα 20 έπαιζα σε ένα σχήμα με τον όνομα”Blue Burgers” και παίζαμε blues και ροκ.Γιώργος: Ήμουν και εγώ σε ένα γκρουπάκι. Σχεδόν τους παρακάλεσα να μπω γιατί ήμουν ο τρίτος κιθαρίστας του σχήματος. Αποφασίστηκε να παίζω μπάσο ώστε να είμαι χρήσιμος. Ψιλο-έμαθα να παίζω και μπάσο μέσα στα χρόνια.
Σαν νέοι είχατε γράψει μουσική;
Γιώργος: Κάτι πρωτόλεια τραγουδάκια.. Τα οποία δεν ήταν για να ακουστούν.
Πώς ανακαλύψατε την gypsy jazz μουσική;Γιώργος: Πρώτα βρεθήκαμε σαν άνθρωποι μεταξύ μας και μαζί ανακαλύψαμε και την gyspy περίπου την ίδια εποχή. Μετά την φάση με την ροκ μουσική και οι δύο βρεθήκαμε να ασχολούμαστε με την ρεμπέτικη μουσική. Η Έφη ξεκίνησε σε σχήματα ως τραγουδίστρια και εγώ με κιθάρα, μπουζούκι και μπαγλαμά.
Γνωριστήκαμε και γίναμε ζευγάρι. Είχαμε ακούσει από πριν jazz μουσική και οι δύο. Τότε εγώ είχα μια κασέτα του Django Reinhardt την οποία ακούγαμε για χρόνια πριν πάρουμε απόφαση να παίξουμε οι ίδιοι.
Γιατί υπήρχε αυτή η συστολή;
Έφη: Γιατί είναι μια πολύ δύσκολη τεχνικά μουσική.. Δεν
είχαμε και γύρω μας ανθρώπους που να γνώριζαν και να μας δείξουν. Δεν
υπήρχε κοινό να ακούει αυτή την μουσική τότε.
Γιώργος : Δουλεύαμε και ζούσαμε από την μουσική και μας φαινόταν ρίσκο να ασχοληθούμε με ένα είδος που δεν είχε ακουστεί στην Ελλάδα. Δεν υπήρχε YouTube, δεν υπήρχαν τα κατάλληλα όργανα.
Τι σας ερέθισε σε αυτή την μουσική και ασχοληθήκατε με αυτή;
Έφη: Δίνει μια ελευθερία.. Η κλασική μουσική είναι παρτιτούρα.. Η gyspy μουσική έχει ένα πάθος και μια ένταση που δεν την συναντάς στην κλασική μουσική. Γιώργος: Προσωπικά παίζαμε συνέχεια στα ρεμπέτικα για πολύ καιρό και το να ασχοληθούμε με αυτή την μουσική ήταν αντισυμβατικό και απελευθερωτικό τότε. Μας γοήτευε και το γεγονός πως και τα δύο είδη γεννήθηκαν ταυτόχρονα. Είναι μαγική και η πλαστικότητα της gypsy jazz, πως μπορείς να αυτοσχεδιάσεις πάνω σε αυτή, να νιώσει να σε συνεπαίρνει το συναίσθημα της στιγμής.
Αντιμετωπίσατε πρόβλημα στο να ”περάσει” αυτή η μουσική στο κοινό;
Γιώργος: Καθόλου! Ο κόσμος αγκάλιασε την μουσική αυτή. Μάλιστα είχε γίνει εδώ στην καφετέρια ”Κόκκοι Καφε” το πρώτο live το 2007. Ο κόσμος ήθελε κάτι τέτοιο. Ανέβηκε πολύ η gypsy jazz και η swing και ήταν αναμενόμενο γιατί ο κόσμος αισθάνθηκε αμέσως την αλήθεια και την απλότητα αυτής της μουσικής.Πολλοί μπερδεύουν αυτά τα δύο είδη gypsy και swing..
Εφη: Στην πραγματικότητα εμφανίστηκαν την ίδια εποχή περίπου. Η gypsy jazz ήταν όπως είχε φανταστεί ο Django την ευρωπαϊκή εκδοχή της swing με έγχορδα αντί για πνευστά.
Γιώργος: Προέκυψε ένα καινούργιο είδος με το παίξιμο του Django ο οποίος προσπαθούσε να μιμηθεί την swing με τα μέσα που είχε. Προέβλεψε μέσα από το παίξιμο του αργότερα το επόμενο είδος, το Bebop.
Μετά από αυτή την εμβληματική μορφή υπάρχει κάποιος αντίστοιχος συνεχιστής του; Διότι δεν ακούμε πολλά γι’ αυτούς.
Γιώργος: Κάθε είδος έχει την ακμή και την παρακμή του. Με τον θάνατο του Django για πολύ καιρό δεν υπήρξε κάποιος αντίστοιχος στο ίδιο επίπεδο. Τα τελευταία χρόνια με την αναβίωση αυτής της μουσικής βλέπουμε πολλούς σπουδαίους μουσικούς αυτής της σκηνής που είτε παίζουν με φρέσκο τρόπο τις συνθέσεις του Django είτε δημιουργούν οι ίδιοι.
Αυτή η μουσική ανήκει στους τσιγγάνους της Γαλλίας οι οποίοι έβαλαν πολλά στοιχεία μέσα σε αυτήν. Τώρα αυτό το είδος έχει ανανεωθεί με άλλα στοιχεία που δεν ανήκουν σε αυτή την πρώτη ύλη;
Έφη: Έχει συμβεί αυτό. Οι πιο επιφανείς μουσικοί όμως παραμένουν οι τσιγγάνοι.
Γιώργος: Εκείνοι έδωσαν πολλά νέα στοιχεία σήμερα και
επηρέασαν το είδος περισσότερο ίσως από τους Γάλλους που μπορεί να έχουν
ασχοληθεί. Το κέντρο δεν είναι η Γαλλία, πλέον υπάρχουν αξιόλογοι
μουσικοί παντού και στην Ελλάδα επίσης..
Ποια είναι τα ιδιαίτερα στοιχεία αυτού του είδους που αν το ακούσει κάποιος θα μπορέσει να το ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα είδη;
Έφη: Η μορφή του σχήματος. Υπάρχουν 2 ρυθμικές κιθάρες, όργανα ορχήστρας, δεν υπάρχουν τύμπανα ή πνευστά.
Γιώργος: Είναι πολύ εντυπωσιακό και το παίξιμο στην κιθάρα, βλέπεις μονίμως ένα συνεχές γρήγορο παίξιμο.
Ήσασταν από τα πρώτα σχήματα που έπαιξαν αυτή
την μουσική στην Ελλάδα, καταφέρατε όμως να δημιουργήσετε μια μικρή
κοινότητα γύρω σας..Έφη: Αυτό έγινε σιγά-σιγά. Στην αρχή, στην Αθήνα ήμασταν 2-3 σχήματα. Έπειτα μαθαίναμε πως διάσπαρτα, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, υπήρχαν άνθρωποι που παίζουν την ίδια μουσική με εμάς. Μάθαμε για το συγκρότημα της Σύρου. Όλοι μας ήρθαμε κοντά ιντερνετικά. Η ιδέα για το φεστιβάλ Django ήταν ενός παιδιού από την Θεσσαλονίκη ο οποίος έπαιζε αυτή την μουσική. Η αρχική σκέψη ήταν να συναντηθούμε και να παίξουμε όλοι σε μια βραδιά στην μνήμη του Django.
Το 2010 συναντηθήκαμε για πρώτη φορά και παίξαμε και τα 7 συγκροτήματα που υπήρχαμε τότε στην Ελλάδα. Τώρα είμαστε πάνω από 23 συγκροτήματα. Το εντυπωσιακό ήταν πως έγινε το φεστιβάλ μια μέρα στο Gagarin και είχε γεμίσει από κόσμο. Δεν χωρούσαμε. Δεν το περίμενε κανείς μας τότε. Είχε μεγάλη ανταπόκριση..
Τώρα που κλείνει μια 10ετή παρουσία το φεστιβάλ, τι συναισθήματα έχετε;
Έφη: Πιστεύω πως μέσα στα χρόνια η gypsy jazz πήρε πολύ διαφορετικούς δρόμους στην Ελλάδα. Δεν κρίνω τίποτα, απλά κάποια θα μπορούσα να λείπουν. Προσαρμόστηκε στα ελληνικά δεδομένα. Άνοιξε και έχασε λίγο τον κεντρικό πυρήνα της. Τα συγκροτήματα που παίζουν πραγματικά αυτό το είδος είναι όσα υπήρχαν και στην αρχή. Πολλοί χρησιμοποιούν αυτό το ηχόχρωμα αλλά δεν παίζουν το gypsy jazz.
Γιώργος: Μας έκανε καλό να γνωρίσουμε κόσμο με τα ίδια ενδιαφέροντα. Αυτό ήταν και δίκοπο μαχαίρι. Σε πολλές περιπτώσεις διαπιστώσαμε συμπεριφορές ”περίεργες”. Καταλαβαίνεις τον χαρακτήρα του άλλου μέσα στο παίξιμο. Πολλές φορές λυπηθήκαμε που κάποιοι το βλέπουν τόσο “εμπορικά”. Εμείς το βλέπαμε πιο ρομαντικά. Τον έβλεπα προδοτικό για καιρό. Από την άλλη, δεν θέλω να κατακρίνω τους άλλους. Ίσως και να είχαν δίκιο. Ίσως να έπρεπε να το είχα κάνει και εγώ.
Είδαμε. επειδή είμαστε και διοργανωτές του φεστιβάλ, με απογοήτευση κάποιους μάνατζερς, ιδιοκτήτες και όλο το κύκλωμα..
Είστε αισιόδοξοι για την μακροημέρευση αυτού του είδους στην Ελλάδα;
Γιώργος: Υπάρχουν πολλά αξιόλογα σχήματα σήμερα σε
αυτή την σκηνή αλλά πάντα κάθε είδος κάνει το κύκλο του. Οπότε δεν
γνωρίζω αν θα κρατήσει σαν είδος. Σε ό,τι αφορά το φεστιβάλ νομίζω πως
έχει φτάσει στο peak του.
Έφη: Υπάρχει μια καμπή ήδη. Πιστεύω πως το πολύ εμπορικό φεύγει και γίνεται μια επιστροφή στην αξία.
Είναι δύσκολο ένα τέτοιο σχήμα να βρει μεροκάματο στην Ελλάδα;
Έφη: Είναι δύσκολο. Μπορεί για κάποιον που έχει κάποιο
δίσκο ή τραγούδι να είναι πιο εύκολο αλλά δεν είναι εύκολη διαδικασία..
Οι Έλληνες μαγαζάτορες δεν δίνουν σημασία στην μουσική αλλά πώς θα
κερδίσουν με τον κόσμο..
Εσείς έχετε ξαναγυρίσει μετά από χρόνια στο ρεμπέτικο..
Έφη: Το είχαμε αφήσει για 7-8 χρόνια για να αφιερωθούμε στην gypsy και τώρα ξαναγυρνάμε στα ρεμπέτικα θέλοντας να μοιράσουμε λίγο τους χρόνους μας. Δεν φύγαμε σαν φιλοσοφία ποτέ.Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Γιώργος: Θα θέλαμε να βγάλουμε ένα δικό μας δίσκο με δικές μου συνθέσεις με μια μίξη μουσικών ειδών με τα οποία έχω ασχοληθεί. Στοιχεία ανατολής, ρεμπέτικης μουσικής ίσως και η σχέση μας με την Jazz.
Έφη: Η δική μου σκέψη ήταν να δημιουργηθεί ένας δίσκος με μεγάλη μπάντα, με πνευστά και τύμπανα που να παίζουμε Django.
Να μιλήσουμε λίγο και για τους 2 προηγούμενους
δίσκους σας με περισσότερες λεπτομέρειες και να το εντάξουμε μέσα στην
συνέντευξη με περισσότερα στοιχεία και λινκ της ιστοσελίδας σας.
Ο πρώτος δίσκος A-rhythmology κυκλοφόρησε
το 2011 και είναι δική μας παραγωγή. Περιέχει πρωτότυπες συνθέσεις του
Γιώργου Παπαδογιάννη, εκτός από δύο διασκευές σ’ ένα κομμάτι του J.S.Bach και στο Bolero του M.Ravel. Στο κοντραμπάσο παίζει μαζί μας ο Κώστας Αρσένης.Ο δεύτερος είναι ζωντανή ηχογράφηση συναυλίας στο φεστιβάλ Mani Sonenlink στη Μάνη, με τη σύμπραξη του Gερμανού Gregor Huebner στο βιολί. Την παραγωγή έκανε το ίδιο το φεστιβάλ και ο δίσκος κυκλοφόρησε το 2014. Στο κοντραμπάσο είναι ο Κώστας Πατσιώτης
Επίσημη ιστοσελίδα :www.diminuita.com
Facebook www.facebook.com/diminuita.swing
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου