y Serge Halimi and Βάλια Καϊμάκη (μετάφραση)
«Το χειρότερο δεν έχει έρθει όσο ακόμα μπορούμε να λέμε: “Τούτο είναι το χειρότερο”». Αυτές τις ημέρες η γαλλική διπλωματία μάς κάνει να σκεφτόμαστε τον στίχο από τον Βασιλιά Ληρ.
«Το χειρότερο δεν έχει έρθει όσο ακόμα μπορούμε να λέμε: “Τούτο είναι το χειρότερο”». Αυτές τις ημέρες η γαλλική διπλωματία μάς κάνει να σκεφτόμαστε τον στίχο από τον Βασιλιά Ληρ. Στο τέλος της θητείας του Φρανσουά Ολάντ, πιστεύαμε ότι είχαμε πιάσει πάτο (1) –κάποιοι μάλιστα προέβλεπαν ως αντίδραση ένα σκίρτημα υπερηφάνειας. Εξάλλου, από τη στιγμή που οι ΗΠΑ επιδείκνυαν την ηγεμονική περιφρόνησή τους προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς και την επιθυμία τους να αποδεσμευτούν από τις υποχρεώσεις της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, γιατί να μην επωφελούμασταν προκειμένου να φύγουμε από το ΝΑΤΟ, να καταγγείλουμε την πολιτική των κυρώσεων ενάντια στη Μόσχα και να φανταστούμε την ευρωπαϊκή συνεργασία «από τον Ατλαντικό ώς τα Ουράλια» την οποία ονειρευόταν ο στρατηγός Σαρλ ντε Γκωλ πριν από εξήντα χρόνια; Επιτέλους ελεύθεροι από την αμερικανική κηδεμονία –και ενήλικες!
Αντίθετα, το Παρίσι, εγκρίνοντας την αυτοανακήρυξη του Χουάν Γκουαϊδό ως μεταβατικού προέδρου της Βενεζουέλας, με το πρόσχημα ενός κενού προεδρίας που δεν υπάρχει παρά μόνο στη φαντασία του, έγινε για μία ακόμη φορά ουραγός του Λευκού Οίκου και έδωσε τη συγκατάθεσή του σε μια απόπειρα πραξικοπήματος. Η κατάσταση στη Βενεζουέλα είναι δραματική: καλπάζων πληθωρισμός, υποσιτισμός, διαφθορά, τιμωρητικά μέτρα, βιαιότητες (2). Και η κατάσταση είναι τέτοια εν μέρει και διότι μια πολιτική λύση πλέον συγκρούεται με την αίσθηση ότι οποιοσδήποτε ορθώνει ανάστημα απέναντι στην εξουσία –ή χάνει την εξουσία– κινδυνεύει να βρεθεί πίσω από τα κάγκελα. Πώς να μην έχουν στο μυαλό τους οι κυβερνώντες της Βενεζουέλας την περίπτωση του πρώην Βραζιλιάνου προέδρου Λούλα ντα Σίλβα, που του απαγορεύτηκε να είναι υποψήφιος σε προεδρικές εκλογές τις οποίες πιθανότατα θα είχε κερδίσει και καταδικάστηκε σε είκοσι πέντε χρόνια φυλάκισης;
Η απόφαση της Γαλλίας παραβιάζει τον κανόνα που ήθελε το Παρίσι να αναγνωρίζει κράτη και όχι καθεστώτα. Οδηγεί επίσης τον Εμμανουέλ Μακρόν να ενθαρρύνει την εμπρηστική πολιτική των ΗΠΑ που, πίσω από τη Βενεζουέλα, στοχεύει επίσης την Κούβα και τη Νικαράγουα. Διότι την ανακήρυξη του Γκουαϊδό εμπνεύστηκαν οι πιο επικίνδυνοι πυρομανείς της κυβέρνησης Τραμπ, όπως ο Τζον Μπόλτον και ο Έλιοτ Άμπραμς. Άλλωστε, κανείς δεν αγνοεί ότι ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικλ Πενς διαβεβαίωσε τον Γκουαϊδό ότι οι ΗΠΑ θα τον αναγνώριζαν… την παραμονή της ημέρας που αυτοανακηρύχθηκε επικεφαλής του κράτους (3).
Στις 24 Ιανουαρίου, ο Εμμανουέλ Μακρόν απαίτησε την «αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Βενεζουέλα». Τέσσερις ημέρες αργότερα έφτανε ελαφρά τη καρδία στο Κάιρο, αποφασισμένος να πουλήσει μερικά ακόμη όπλα στον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, αυτουργό ενός πραξικοπήματος που είχε ως αποτέλεσμα τη φυλάκιση 60.000 πολιτικών αντιπάλων του και την καταδίκη σε θάνατο του δημοκρατικά εκλεγμένου προκατόχου του. Σε μια εξωτερική πολιτική που διατείνεται ότι είναι ενάρετη, το χειρότερο έχει έρθει ή ακόμα;
«Το χειρότερο δεν έχει έρθει όσο ακόμα μπορούμε να λέμε: “Τούτο είναι το χειρότερο”». Αυτές τις ημέρες η γαλλική διπλωματία μάς κάνει να σκεφτόμαστε τον στίχο από τον Βασιλιά Ληρ.
«Το χειρότερο δεν έχει έρθει όσο ακόμα μπορούμε να λέμε: “Τούτο είναι το χειρότερο”». Αυτές τις ημέρες η γαλλική διπλωματία μάς κάνει να σκεφτόμαστε τον στίχο από τον Βασιλιά Ληρ. Στο τέλος της θητείας του Φρανσουά Ολάντ, πιστεύαμε ότι είχαμε πιάσει πάτο (1) –κάποιοι μάλιστα προέβλεπαν ως αντίδραση ένα σκίρτημα υπερηφάνειας. Εξάλλου, από τη στιγμή που οι ΗΠΑ επιδείκνυαν την ηγεμονική περιφρόνησή τους προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς και την επιθυμία τους να αποδεσμευτούν από τις υποχρεώσεις της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, γιατί να μην επωφελούμασταν προκειμένου να φύγουμε από το ΝΑΤΟ, να καταγγείλουμε την πολιτική των κυρώσεων ενάντια στη Μόσχα και να φανταστούμε την ευρωπαϊκή συνεργασία «από τον Ατλαντικό ώς τα Ουράλια» την οποία ονειρευόταν ο στρατηγός Σαρλ ντε Γκωλ πριν από εξήντα χρόνια; Επιτέλους ελεύθεροι από την αμερικανική κηδεμονία –και ενήλικες!
Αντίθετα, το Παρίσι, εγκρίνοντας την αυτοανακήρυξη του Χουάν Γκουαϊδό ως μεταβατικού προέδρου της Βενεζουέλας, με το πρόσχημα ενός κενού προεδρίας που δεν υπάρχει παρά μόνο στη φαντασία του, έγινε για μία ακόμη φορά ουραγός του Λευκού Οίκου και έδωσε τη συγκατάθεσή του σε μια απόπειρα πραξικοπήματος. Η κατάσταση στη Βενεζουέλα είναι δραματική: καλπάζων πληθωρισμός, υποσιτισμός, διαφθορά, τιμωρητικά μέτρα, βιαιότητες (2). Και η κατάσταση είναι τέτοια εν μέρει και διότι μια πολιτική λύση πλέον συγκρούεται με την αίσθηση ότι οποιοσδήποτε ορθώνει ανάστημα απέναντι στην εξουσία –ή χάνει την εξουσία– κινδυνεύει να βρεθεί πίσω από τα κάγκελα. Πώς να μην έχουν στο μυαλό τους οι κυβερνώντες της Βενεζουέλας την περίπτωση του πρώην Βραζιλιάνου προέδρου Λούλα ντα Σίλβα, που του απαγορεύτηκε να είναι υποψήφιος σε προεδρικές εκλογές τις οποίες πιθανότατα θα είχε κερδίσει και καταδικάστηκε σε είκοσι πέντε χρόνια φυλάκισης;
Η απόφαση της Γαλλίας παραβιάζει τον κανόνα που ήθελε το Παρίσι να αναγνωρίζει κράτη και όχι καθεστώτα. Οδηγεί επίσης τον Εμμανουέλ Μακρόν να ενθαρρύνει την εμπρηστική πολιτική των ΗΠΑ που, πίσω από τη Βενεζουέλα, στοχεύει επίσης την Κούβα και τη Νικαράγουα. Διότι την ανακήρυξη του Γκουαϊδό εμπνεύστηκαν οι πιο επικίνδυνοι πυρομανείς της κυβέρνησης Τραμπ, όπως ο Τζον Μπόλτον και ο Έλιοτ Άμπραμς. Άλλωστε, κανείς δεν αγνοεί ότι ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικλ Πενς διαβεβαίωσε τον Γκουαϊδό ότι οι ΗΠΑ θα τον αναγνώριζαν… την παραμονή της ημέρας που αυτοανακηρύχθηκε επικεφαλής του κράτους (3).
Στις 24 Ιανουαρίου, ο Εμμανουέλ Μακρόν απαίτησε την «αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Βενεζουέλα». Τέσσερις ημέρες αργότερα έφτανε ελαφρά τη καρδία στο Κάιρο, αποφασισμένος να πουλήσει μερικά ακόμη όπλα στον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, αυτουργό ενός πραξικοπήματος που είχε ως αποτέλεσμα τη φυλάκιση 60.000 πολιτικών αντιπάλων του και την καταδίκη σε θάνατο του δημοκρατικά εκλεγμένου προκατόχου του. Σε μια εξωτερική πολιτική που διατείνεται ότι είναι ενάρετη, το χειρότερο έχει έρθει ή ακόμα;
- Βλ. Dominique de Villepin, «“La France gesticule… mais ne dit rien”», «Le Monde diplomatique», Δεκέμβριος
- Βλ. Renaud Lambert, «Venezuela, les raisons du chaos» και Temir Porras Ponceleón, «Pour sortir de l’impasse au Venezuela», «Le Monde diplomatique», Δεκέμβριος 2016 και Νοέμβριος 2018 αντίστοιχα.
- Βλ. Jessica Donati, Vivian Salama και Ian Talley, «Trump sees Maduro move as first shot in wider battle», «The Wall Street Journal», Νέα Υόρκη, 30 Ιανουαρίου
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου