Την προηγούμενη Παρασκευή το ελληνικό καταναλωτικό κοινό είχε τη χαρά και την τιμή να βιώσει ακόμα ένα αμερικανικό happening. Αφού γιορτάσαμε το Halloween και όσο μοιράζαμε free hugs, είπαμε να υποδεχτούμε μετά βαΐων και κλάδων, τη Μαύρη Παρασκευή (Black Friday).
Τη συγκεκριμένη Παρασκευή του χρόνου, τα καταναλωτικά ζόμπι των HΠΑ, εξορμούν στα πολυκαταστήματα για να αγοράσουν σε προσφορά ότι δεν χρειάζονται, για να καλύψουν κενά που δεν γεμίζουν και να εντυπωσιάσουν ανθρώπους που δεν νοιάζονται.
Ο καταναλωτής, εξαθλιωμένος πλήρως, ποδοπατιέται και συνωστίζεται προκειμένου να αποκτήσει το πολυπόθητο αυτό αγαθό που θα του χαρίσει μια πρόσκαιρη ευχαρίστηση, κάνοντάς τον να ξεχάσει την πλήρη ένδεια του.
Στην Ελλάδα της κρίσης, όλο αυτό το πανηγύρι μοιάζει ακόμα πιο παράταιρο. Με μια αγοραστική δύναμη που έχει ελαχιστοποιηθεί, αν όχι εκμηδενιστεί, το να πουλάς τηλεοράσεις 52 ιντσών από 1000 ευρώ 600, φαντάζει αστείο όταν δεν μπορούν να ικανοποιηθούν βασικές ανάγκες.
Μετά το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, όπου το παράλογο να αναζητούμε χρόνο για κατανάλωση και όχι χρήμα, μετά τις «λευκές νύχτες» όπου καταστήματα μένουν ανοιχτά μέχρι τα ξημερώματα -λες και αυτό που λείπει είναι η αδυναμία του καταναλωτή να αγοράσει φανέλες στις 5 το αχάραγο- έρχεται η Black Friday να ολοκληρώσει το παζλ της παράνοιας. Έτσι, όλη η ουσία της συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης μετατίθεται στη σφαίρα του μεταφυσικού. Άλλωστε πώς θα έχεις την δυνατότητα να χαϊδεύεις μουστάρδες και ζαντολάστιχα την Κυριακή το μεσημέρι;
Τα μικρομεσαία καταστήματα, που αδυνατούν να ακολουθήσουν την πλήρη αποδιάρθρωση του ωραρίου και των προσφορών, κλείνουν το ένα μετά το άλλο, με τους μεγάλους παίκτες μόνο να μοιράζονται την πίτα της αγοράς.
Υποστηρικτές του πιο ζοφερού εργασιακού μεσαίωνα και κατά συρροήν καταπατητές των στοιχειωδών συνθηκών εργασίας γιγαντώνονται μέρα με την ημέρα, με την πλήρη κάλυψη των τοπικών εμπορικών συλλόγων και των τοπικών αυτοδιοικήσεων που στηρίζουν όλες τις αυθαιρεσίες των μεγάλων αλυσίδων και πολυεθνικών.
Μια τεράστια μηχανή, με αιχμή του δόρατος τις τράπεζες, συνθλίβει κάτω από την πίεση του αθέμιτου ανταγωνισμού κάθε μικρή ή μεσαία επιχείρηση που πασχίζει να επιβιώσει μέσα στη ζούγκλα των Mall, τα οποία ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια, το ένα μετά το άλλο, πολλές φορές ακόμα και αυθαίρετα. Αλλά ποιος ασχολείται…
Ο μόνος υποστηρικτής που απομένει είναι η συνείδηση του καταναλωτή. Πριν μεταλλαχθούμε όλοι σε καταναλωτικά ζόμπι και πριν γίνουμε όλοι υπάλληλοί τους ας επιλέξουμε με τα σωστά κριτήρια τις επιχειρήσεις που δεν δουλεύουν με το ελάχιστα απαραίτητο προσωπικό, με μισθούς εξαθλίωσης και εξαντλητικά ωράρια. Ίσως τότε να υπάρχει ελπίδα.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 19.11.2016
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου