Ο «ποιητής του υποκόσμου» που έντυσε με εικόνες την κοινωνική κριτική
Ο σπουδαίος ιταλός σκηνοθέτης, ποιητής, ηθοποιός, σεναριογράφος, δημοσιογράφος και θεωρητικός του κινηματογράφου αποτέλεσε μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες και προκλητικές παρουσίες στον χώρο της τέχνης, με τη δημιουργική του γραφίδα να επηρεάζει καθοριστικά τη διεθνή κινηματογραφική κοινότητα.Με βαριά κληρονομιά τους ταπεινωμένους και καταφρονεμένους της μεταπολεμικής Ιταλίας, ο σκηνοθέτης Παζολίνι αποκάλυψε με εμμονή τα μαρτύρια και την απελπισία μιας ζωής στο περιθώριο. Ήρωες γίνονται πλέον οι καθημερινοί άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση στην καλογυαλισμένη πολυτέλεια των μεγάλων σαλονιών.
Η καθαρή ματιά του στον κόσμο και η άμεση και διαισθητική αλήθεια των ταινιών του τον μετατρέπουν περισσότερο σε κοινωνικό σχολιαστή, καθώς έβαλε στο στόχαστρο τον συντηρητισμό, τον πουριτανισμό, τη θρησκοληψία αλλά και τα φασιστικά ιδεώδη που συνεχίζουν να εμποτίζουν την κοινωνία, μιλώντας με παρρησία -αλλά και κυνικότητα- για κόσμους βυθισμένους στον ακραίο ερωτισμό και τα ανεξέλεγκτα πάθη.
Πολυσχιδής προσωπικότητα, ο Παζολίνι άφησε πέρα από τις μνημειώδεις κινηματογραφικές δουλειές του, σημαντικό ποιητικό, σεναριακό, δοκιμιακό, δημοσιογραφικό και κριτικό έργο, υποστηρίζοντας στο σύντομο του βίου του τις πολιτικές και κοινωνικές απόψεις με την ίδια τη ζωή του: δεν εγκατέλειψε ποτέ τα λούμπεν προάστια που επέλεξε να ζει και να μετατρέπει σε υλικά για τις ταινίες του.
«Μου είπαν ότι έχω τρία είδωλα: τον Χριστό, τον Μαρξ και τον Φρόιντ. Αυτά είναι φόρμουλες. Το μόνο μου είδωλο είναι η πραγματικότητα», έλεγε ο μεγάλος ιταλός μαέστρος που αυτοπεριγραφόταν ως «καθολικός μαρξιστής», χρησιμοποιώντας πάντα οξύτατες αντιπαραθέσεις όρων για να αποκαλύπτει την ανοησία των κοινωνικών αξιών...
Πρώτα χρόνια
Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι γεννιέται στην Μπολόνια στις 5 Μαρτίου 1922 ως γιος αξιωματικού του στρατού. Η οικογένεια μετακινείται συνεχώς λόγω του επαγγέλματος του πατέρα και ο μικρός Παζολίνι συναναστρέφεται συνεχώς διαφορετικούς ανθρώπους, αρχίζοντας να γράφει τα πρώτα του ποιήματα σε ηλικία 7 ετών.
Το 1937 θα τον βρει στη γενέτειρά του, όπου σπουδάζει ιστορία της τέχνης και φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Ταυτοχρόνως, γράφει άρθρα για πολιτικές και λογοτεχνικές επιθεωρήσεις, ενώ το 1942 εκδίδει την πρώτη ποιητική συλλογή του «Poesia a Casarsa».
Στα χρόνια των σπουδών θα ενταχθεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας, η ασίγαστη προσωπικότητά του ωστόσο και η κριτική του ματιά πάνω στην πολιτική ιδεολογία και τον κομμουνισμό ειδικότερα σύντομα θα τον φέρουν σε ρήξη με τους συντρόφους του. Πέρα από τις θεωρητικές έριδες όμως, ο λόγος που ο Παζολίνι θα τεθεί εκτός Κομμουνιστικού Κόμματος δεν είναι άλλος από την ομοφυλοφιλία του (εκδιώχθηκε από μέλος στον απόηχο της σύλληψής του για «ηθική αναξιοπρέπεια»), την οποία εξάλλου δεν έκρυψε ποτέ. Παρά τις τεταμένες σχέσεις με τους κομμουνιστές, ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του «κόκκινο» για όλη του τη ζωή, πιστεύοντας στη δύναμη της επανάστασης των ιταλών αγροτών και ασπαζόμενος τα μαρξιστικά ιδεώδη.
Από το 1943-1949 εργάζεται ως δάσκαλος, με την εποχή να καλύπτεται σχεδόν από πλήρες σκοτάδι. Την εποχή αυτή ασχολείται με θεωρητικά λογοτεχνικά θέματα και δημοσιεύει δοκίμια και πραγματείες σε φιλολογικές επιθεωρήσεις της χώρας...
Καριέρα ως λογοτέχνης
Το 1949 ο Παζολίνι μετακομίζει στη Ρώμη και συνεχίζει να εργάζεται ως δάσκαλος. Όντας ανοιχτά ομοφυλόφιλος και έχοντας καλωσορίσει την παραβατικότητα, επιλέγει συνειδητά να διαμένει στις φτωχογειτονιές της πόλης και να συναναστρέφεται τον κόσμο του περιθωρίου: ο υπόκοσμος των ιερόδουλων, των απατεώνων, των κλεφτών και των νταβατζήδων τον μαγεύει.
Από κει αντλεί τα δημιουργικά υλικά για το πρώτο του μυθιστόρημα, το σκανδαλώδες «Ragazzi di vita» (1955), που τον καθιερώνει στα ιταλικά γράμματα και τον μετατρέπει αυτομάτως σε εχθρό του καθεστώτος: τα ιταλικά δικαστήρια ασκούν δίωξη σε βάρος του για βωμολοχία, εγκαινιάζοντας έτσι έναν ατέρμονο κύκλο συχνών «επισκέψεών» του στις Αρχές. Το περιβάλλον του περιθωρίου είναι εξάλλου γνώριμο στον Παζολίνι, αφού και ο ίδιος επέλεξε να ζει στις παρυφές του νόμου: είχε ήδη συλληφθεί όταν προσπάθησε να ληστέψει ένα πρατήριο βενζίνης αλλά και όταν βοήθησε έναν καταζητούμενο της αστυνομίας να το σκάσει!
Οι περιπέτειες των παράνομων και των εξαθλιωμένων, επενδυμένες με νεορεαλιστική προσέγγιση και κοινωνική κριτική, αποτυπώνονται και στο δεύτερο μυθιστόρημά του, το «Una vita violenta» του 1959, που θα καθιερώσει τη φήμη του ως λογοτέχνη.
Κατά τη διάρκεια του σύντομου βίου του, ο Παζολίνι θα εκδώσει 10 σχεδόν ποιητικές συλλογές, που θα τον μετατρέψουν σε έναν από τους κορυφαίους σύγχρονους ιταλούς ποιητές, κερδίζοντας αναρίθμητα βραβεία και διακρίσεις, την ίδια στιγμή που η γλώσσα και η δύναμη του στίχου του δημιουργούν λογοτεχνική παράδοση στην Ιταλία.
Στις αρχές της δεκαετίας του '60 άρχισε όμως να ενδιαφέρεται ολοένα και πιο σοβαρά για την κινηματογραφία: με τον προσωπικό του φίλο Αλμπέρτο Μοράβια, ταξιδεύουν στην Αφρική και ο Παζολίνι ετοιμάζεται να γυρίσει τη δική του εκδοχή του Οιδίποδα: «ο Μαύρος Οιδίπους» δεν θα γυριστεί ωστόσο ποτέ.
Ο Παζολίνι επιστρέφει στα γράμματα και τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, γράφοντας πύρινα μαρξιστικά δοκίμια αλλά και λογοτεχνικές κριτικές. Για ένα διάστημα επιμελείται την έκδοση του avant-garde περιοδικού «Officina», το οποίο όμως αναγκάζεται να διακόψει άρον-άρον την κυκλοφορία του όταν δημοσιεύει ποίημα του Παζολίνι που στρέφεται ανοιχτά κατά του πάπα!
Ενασχόληση με τον κινηματογράφο
Η ανάμειξη του Παζολίνι στην περιπέτεια της κινηματογραφίας άρχισε σχεδόν αθόρυβα. Είχε ήδη γράψει μια σειρά σεναρίων (ξεκινώντας από το 1954) για ταινίες του Mario Soldati, του Mauro Bolognini και του Luis Trenker, καθώς και για τον άλλο μεγάλο ιταλό δάσκαλο Φεντερίκο Φελίνι. Τα σκανδαλώδη μυθιστορήματά του τον είχαν κάνει περιζήτητο σεναριογράφο.
Ταυτοχρόνως, στη δεκαετία του '50, ο νεαρός ποιητής είχε ήδη εμφανιστεί ως ηθοποιός σε ρόλους ταινιών φίλων και γνωστών, αλλά και σε φιλμ των οποίων είχε υπογράψει το σενάριο.
Οι αρχές της δεκαετίας του '60 ήταν λοιπόν πρόσφορες για να κάνει το πέρασμα ο Παζολίνι στη σκηνοθετική καρέκλα: γράφει το σενάριο και υπογράφει τη σκηνοθεσία του «Ακατόνε» (1961), που αφορά στην ιστορία ενός νταβατζή και είναι εξολοκλήρου γυρισμένο στις παραγκουπόλεις της Ρώμης και με καστ αποκλειστικά ερασιτεχνών ηθοποιών! Η ταινία αποσπά τιμητικές διακρίσεις σε κινηματογραφικά φεστιβάλ του εξωτερικού και όλοι χαιρετίζουν το σκηνοθετικό ντεμπούτο του ήδη γνωστού ποιητή.
Η διερεύνηση της ζωής του περιθωρίου συνεχίζεται και στη δεύτερη ταινία του ιταλού μαέστρο, το περίφημο «Mamma Roma» του 1962, το οποίο ακολουθεί τις περιπέτειες της ιερόδουλης Anna Magnani και κερδίζει το Βραβείο Κριτικών στη Μόστρα της Βενετίας.
Τα επόμενα εγχειρήματα του μεγάλου κινηματογραφιστή έλαβαν χώρα το 1962, με τη σπονδυλωτή ταινία RoGoPaG (στην οποία συνεργάζεται με δύο ακόμα «τιτάνες» της σύγχρονης 7ης τέχνης, τους Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν-Λικ Γκοντάρ!), όπου το δικό του σατιρικό φιλμάκι «La ricotta», στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Όρσον Γουέλς(!), φέρνει τον Παζολίνι για άλλη μια φορά ενώπιον της ιταλικής δικαιοσύνης (η ταινία απαγορεύεται και ο ίδιος τιμωρείται με 4μηνη ποινή φυλάκισης για βλασφημία!), αλλά και το «La Rabbia» του 1963 και το «Comizi d’ Amore» της επόμενης χρονιάς, ταινία που εξερευνεί μέσω συνεντεύξεων τα σεξουαλικά ήθη της ιταλικής κοινωνίας.
Η διεθνής φήμη για τον σκηνοθέτη πλέον Παζολίνι θα έρθει στα μέσα της δεκαετίας και ειδικότερα το 1964, όταν ο άθεος κινηματογραφιστής κυκλοφορεί το αριστουργηματικό «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο», που αποτελεί ακόμα και σήμερα μια από τις καλύτερες θρησκευτικές προσαρμογές στην ιστορία του κινηματογράφου. Το φιλμ αποσπά αναρίθμητες διακρίσεις και στέλνει τον Παζολίνι στη σκηνοθετική κορυφή, ενώ ακόμα και η καθολική εκκλησία χρηματοδοτεί την παραγωγή του.
Ακολουθεί η ενασχόληση με τους μεσαιωνικούς μύθους του «Δεκαήμερου» (1971), των «Θρύλων του Καντέρμπουρι» (1973) και των «Χιλίων και Μία Νυκτών» («Αραβικές Νύχτες» - 1974), στα οποία ο σκηνοθέτης αποθεώνει τις επίγειες απολαύσεις και τη σεξουαλικότητα. Το τρίπτυχο των ταινιών πήρε τον τίτλο «Τριλογία της Ζωής»...
Το 1967 ο Παζολίνι θα καθίσει για άλλη μια φορά πίσω από τις κάμερες, αυτή τη φορά για τις ανάγκες του δικού του «Οιδίποδα Τυράννου», που του φέρνει τη διεθνή αναγνώριση των ειδικών του χώρου. Ακολουθούν το εμβληματικό «Θεώρημα» (1968), που παρακολουθεί την παρακμή μιας μεγαλοαστικής οικογένειας με ένα μαεστρικό εύρημα και θεωρείται η μεγαλύτερη κινηματογραφική στιγμή του (και μια από τις μεγαλύτερες γενικότερα στην ιστορία του σινεμά!), το ασύλληπτο «Χοιροστάσιο» (1969) και η τραγική «Μήδεια» με τη Μαρία Κάλλας (1970).
Τελευταία του ταινία δεν είναι άλλη από το παγκόσμιο αριστούργημα «Σαλό». Το κύκνειο άσμα του, οι 120 παζολινικές μέρες στα Σόδομα, συνδέουν τον ζοφερό νου του Μαρκησίου ντε Σαντ με τις τελευταίες στιγμές της φασιστικής Ιταλίας σε ένα πολιτικό κινηματογραφικό «διαμάντι» που παντρεύει φασισμό και σαδισμό.
Η ταινία απαγορεύτηκε κυριολεκτικά παντού, προκαλώντας φρίκη, ουρλιαχτά, βίαιες αντιδράσεις αλλά και εισαγγελικές παρεμβάσεις. Στις σφοδρές αντιδράσεις του κοινού και τις επικρίσεις των ειδικών, ο Παζολίνι απαντά: «Μα αυτή ήταν η επιδίωξή μου. Να εξοργίσω, να θυμώσω τον θεατή. Στην αρχή θα στραφεί εναντίον της ταινίας, εναντίον μου. Ύστερα θα πει πως πρόκειται για πορνό. Αυτό είναι μια βολική εξήγηση. Μερικοί όμως μπορεί να ξανασκεφτούν. Ο φασισμός δεν καίει μόνο σάρκες. Μας σπρώχνει στον ολοκληρωτικό αφανισμό».
Ταυτοχρόνως με τη σκηνοθετική του πορεία, ο Παζολίνι δεν εγκατέλειψε ούτε τη λογοτεχνία, ούτε την πολιτική κριτική, ούτε όμως και τη θεωρητική ενασχόληση. Η τριβή του με τη γλώσσα τον φέρνει στην επικράτεια της σημειωτικής, με τα έργα του πάνω στον κλάδο να λογίζονται συνεισφορά ανυπολόγιστης αξίας: τα θεωρητικά του κείμενα για τη γλώσσα του κινηματογράφου εγκαινιάζουν ουσιαστικά την κινηματογραφική σημειολογία.
Μυστηριώδης θάνατος
Η δημιουργική παραγωγικότητά του θα απαθανατιστεί σε μυθιστορήματα και ποιητικές συλλογές, σε πύρινα δημοσιογραφικά κείμενα, σε φιλοσοφικά δοκίμια και λογοτεχνικές πραγματείες και θα ανακοπεί μόνο με την παρέμβαση του θανάτου.
Το πρωινό της 2ας Νοεμβρίου 1975, το άψυχο σώμα του Παζολίνι θα βρεθεί σε σκουπιδότοπο του παραλιακού θερέτρου Όστια, λίγο έξω από τη Ρώμη, φέροντας σημάδια άγριας και βάναυσης κακοποίησης. Ένας 17χρονος εκδιδόμενος ομοφυλόφιλος κατηγορείται και καταδικάζεται τελικά για το στυγερό φονικό του μεγάλου σκηνοθέτη το 1976, η αγριότητα ωστόσο της δολοφονίας είχε δημιουργήσει εξαρχής υποψίες ότι ο νεαρός δεν ήταν ο μόνος δράστης του εγκλήματος.
Εχθρός του συστήματος και κοινωνικός ακτιβιστής, ο θάνατος του Παζολίνι συνδέθηκε με πολιτικά κίνητρα. Εξάλλου, 30 χρόνια αργότερα, το 2005 δηλαδή, ο δράστης απέσυρε την ομολογία του, δηλώνοντας πως πλέον ήταν νεκροί όλοι όσοι απειλούσαν τον ίδιο και την οικογένειά του, κάτι που του επέτρεπε πια να πει την αλήθεια. Σύμφωνα με όσα δήλωσε, αλλά και την έρευνα σικελών δημοσιογράφων, η δολοφονία του Πιερ Πάολο Παζολίνι ήταν καθαρά πολιτικό -και όχι σεξουαλικό- έγκλημα.
Σύμφωνα πάντα με τις πηγές και τις μαρτυρίες, ο Παζολίνι φέρεται να ήξερε πράγματα για πρόσωπα της ιταλικής πολιτικής και τις διασυνδέσεις τους με τον υπόκοσμο της Μαφίας. «Ξέρω τα ονόματα των υπευθύνων, όλων αυτών που χειραγωγούν τους νεοφασίστες, όλων αυτών των γνωστών-αγνώστων που είναι υπεύθυνοι για τα πρόσφατα εγκλήματα», είχε άλλωστε δηλώσει ο ίδιος ο σκηνοθέτης έναν χρόνο πριν από τη δολοφονία του.
Η έρευνα σχετικά με τη δολοφονία Παζολίνι άνοιξε εκ νέου μετά την αναίρεση του δράστη αλλά οι δικαστές αποφάσισαν ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να συνεχιστεί...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου