Ο χιλιοτραγουδισμένος Νίκος Μπελογιάννης
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου του 1915 στην Αμαλιάδα. Από μαθητής του Γυμνασίου βρέθηκε στο δημοκρατικό κίνημα. Σπούδασε νομικά, αλλά δεν τέλειωσε τις σπουδές του, διότι αποβλήθηκε από το Πανεπιστήμιο με απόφαση της Συγκλήτου για τη δράση του «εναντίον της κοσμογονίας του Κονδύλη».
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου του 1915 στην Αμαλιάδα. Από μαθητής του Γυμνασίου βρέθηκε στο δημοκρατικό κίνημα. Σπούδασε νομικά, αλλά δεν τέλειωσε τις σπουδές του, διότι αποβλήθηκε από το Πανεπιστήμιο με απόφαση της Συγκλήτου για τη δράση του «εναντίον της κοσμογονίας του Κονδύλη».
Έγινε μέλος του ΚΚΕ το 1934. Από τότε, πέρασε από πολλές δοκιμασίες.
Φυλακές, εξορίες, βασανιστήρια στην Ασφάλεια Πατρών, τρομοκρατία στα
ιταλικά στρατόπεδα. Στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής ήταν καπετάνιος
μεραρχίας του ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο και μέλος του Γραφείου Περιοχής
Πελοποννήσου του ΚΚΕ. Στον εμφύλιο, ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν πολιτικός
επίτροπος μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού. Παράλληλα με την
καθοδηγητική του δουλειά, έγραψε άρθρα και μελέτες που αφορούσαν στην
ελληνική ιστορία και στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Περίπου ένα χρόνο μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, ο Νίκος
Μπελογιάννης και 93 ακόμη σύντροφοί του -μεταξύ των οποίων ο
δημοσιογράφος Στάθης Δρομάζος, ο Στέργιος Γραμμένος και η Έλλη
Ιωαννίδου- συλλαμβάνονται και στις 22 Οκτωβρίου
1951 οδηγούνται σε δίκη. Κατηγορούνται για απόπειρα ανασυγκρότησης του
Κομουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (ΚΚΕ), το οποίο -βάση του Αναγκαστικού
Νόμου 509/1947- θεωρείται παράνομο, προδοτικό και ξενοκίνητο κόμμα, που
δρα ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας.
Στις 15 Νοεμβρίου ο
πρόεδρος του έκτακτου στρατοδικείου Αντισυνταγματάρχης Ανδρέας
Σταυρόπουλος ανακοινώνει την ετυμηγορία, πλαισιωμένος από τους
στρατοδίκες Γεώργιο Παπαδόπουλο
(τον μετέπειτα δικτάτορα), Ν. Κομιάνο, Γ. Κοράκη, και Θ. Κυριακόπουλο. Ο
Νίκος Μπελογιάννης είναι μεταξύ των καταδικασθέντων σε θάνατο. Η
απόφαση προκαλεί διεθνή κατακραυγή, ενώ στο εσωτερικό της χώρας το
πολιτικό κλίμα φορτίζεται και πάλι επικίνδυνα.
Τρεις μήνες μετά, στις 15 Φεβρουαρίου
1952, η δίκη επαναλαμβάνεται. Δεσπόζουσα μορφή, ο 37χρονος
Μπελογιάννης, ο οποίος παρακολουθεί την όλη διαδικασία μ' ένα κόκκινο
γαρύφαλλο στο χέρι, άψογα ντυμένος και με περισσή ευπρέπεια και
ψυχραιμία. Την 1η Μαρτίου
ο πρόεδρος του Στρατοδικείου Σίμος ανακοινώνει την ετυμηγορία... Εις
θάνατον καταδικάζονται ο Νίκος Μπελογιάννης και επτά ακόμη
κατηγορούμενοι.
Τα ξημερώματα της Κυριακής 30 Μαρτίου,
ο βασιλικός επίτροπος συνταγματάρχης Αθανασούλας ανακοινώνει στους
Μπελογιάννη, Καλούμενο, Αργυριάδη και Μπάτση ότι η αίτηση χάριτος που
υπέβαλαν απορρίφθηκε. Λίγο αργότερα οδηγούνται στο Γουδί, όπου και
εκτελούνται δια τυφεκισμού στις 4:12 π.μ. Στο άκουσμα των πυροβολισμών, ο
πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας κυριολεκτικά καταρρέει. Όλη η
κινητοποίηση εντός και εκτός Ελλάδας δεν κατάφερε να αποτρέψει το
γεγονός.
Τα άσχημα μαντάτα ταξιδεύουν γρήγορα μέχρι το στρατόπεδο συγκέντρωσης
πολιτικών κρατουμένων στον Αϊ Στράτη, όπου ζει εξόριστος ο Γιάννης
Ρίτσος. Την ίδια μέρα θα γράψει το ποίημα
Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο.
''
Σήμερα το στρατόπεδο σωπαίνει.
Σήμερα ο ήλιος τρέμει αγκιστρωμένος στη σιωπή
όπως τρέμει το σακάκι του σκοτωμένου στο συρματόπλεγμα.
Σήμερα ο κόσμος είναι λυπημένος.
Ξεκρέμασαν μια μεγάλη καμπάνα και την ακούμπησαν στη γη.
Μες στο χαλκό της καρδιοχτυπά η ειρήνη.
Σιωπή. Ακούστε τούτη την καμπάνα.
Σιωπή. Οι λαοί περνούν σηκώνοντας στους ώμους τους
το μέγα φέρετρο του Μπελογιάννη.
Σήμερα ο ήλιος τρέμει αγκιστρωμένος στη σιωπή
όπως τρέμει το σακάκι του σκοτωμένου στο συρματόπλεγμα.
Σήμερα ο κόσμος είναι λυπημένος.
Ξεκρέμασαν μια μεγάλη καμπάνα και την ακούμπησαν στη γη.
Μες στο χαλκό της καρδιοχτυπά η ειρήνη.
Σιωπή. Ακούστε τούτη την καμπάνα.
Σιωπή. Οι λαοί περνούν σηκώνοντας στους ώμους τους
το μέγα φέρετρο του Μπελογιάννη.
''
Δήλωνε τότε ο Πολ Ελιάρ: «Αυτές τις μέρες που γιορτάζουμε τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Βίκτορα Ουγκό, είναι αδύνατο να μην ακούσουν στην Ελλάδα, που με τόση ευγένεια την τραγούδησε ο μεγάλος ποιητής μας, τις φωνές της Γαλλίας που ζητούνε λευτεριά για το Μπελογιάννη και τους συντρόφους του.
Οι πατριώτες δεν είναι δυνατό να χαθούν. Το μόνο τους έγκλημα είναι η αγάπη προς την πατρίδα τους. Μονάχα οι ξένοι ιμπεριαλιστές μπορούσαν αν τους τιμωρήσουν γι’ αυτό.
Η Ελλάδα είναι η πατρίδα του ηρωισμού. Όλος ο κόσμος το ξέρει και γι’ αυτό τη βοηθάει ακόμα πιο πολύ.
Στο όνομα της αγάπης μας για τη δικαιοσύνη και τη λευτεριά, στο όνομα των ανθρωπιστικών μας παραδόσεων που είναι γέννημα των ελληνικών παραδόσεων, να σώσουμε το Μπελογιάννη και τους συναγωνιστές του, να αναγκάσουμε την καταπίεση, την ωμότητα και την πολεμική απειλή να κάνουν ένα βήμα πίσω».
Όπως έγραψε μετά την εκτέλεση, ο Αλβανός ποιητής Μωϋσής Ζαλόσνια: «Έχει η Ελλάδα Μπελογιάννηδες πολλούς. Το αίμα τους, ποτάμι φουσκωμένο, ποιος της ζωής θα πνίξει τους χυμούς μεσ΄ στης Ελλάδας ζούνε τους βωμούς οι ήρωες - στεφάνι δοξασμένο».
Ο Νίκος Μπελογιάννης δεν έμεινε τυχαία για πάντα στη μνήμη των κομμουνιστών και των δημοκρατικών πολιτών. Δεν συγκίνησε χωρίς λόγο χιλιάδες καλλιτέχνες, εργάτες, διανοούμενους σε όλο τον κόσμο. Τον σκίτσαρε ο Πικάσο, τον τραγούδησε ο λαός, έγραψαν για αυτόν ποιητές, καθοδηγητές, υποκλίθηκαν στον αγώνα του οι πάντες εκτός από τα σκυλιά της άκρας δεξιάς. Και σήμερα τον θυμούνται οι κομμουνιστές, σε όποιο κόμμα κι αν ανήκουν, κι όσοι θα μπορούσαν να γίνουν οι νέοι επαναστάτες της συγκλονιστικής εποχής μας. Γιατί τέτοιοι σαν κι αυτόν μπορούν να γίνουν εκατοντάδες, χιλιάδες αγωνιστές, στο δύσκολο σημερινό δρόμο του αγώνα.
Σε μια αντιηρωική εποχή, στην εποχή της συγκαταβατικότητας, της ανεκτικότητας και της απόρριψης "των άκρων", στον πολιτισμό της χαύνωσης και της άρνησης της συλλογικής πάλης, αυτοί που καθορίζουν τις αξίες και τις εικόνες του λαού, πολύ θα ήθελαν να ξηλώσουν από τη μνήμη το παράδειγμα του Μπελογιάννη. Γιατί αν υπήρξε κάποτε τέτοιος αγωνιστής, της σκέψης και της πράξης, αν κάποτε υπήρξε τέτοια προσωπικότητα που κοίταζε στα μάτια τον αντίπαλο και τον περιφρονούσε, που κοίταζε στα μάτια το θάνατο και τον νικούσε, θα μπορούσε κάποτε να σβήσει η μυθολογία μιας κακόμοιρης πατρίδας, κι ενός ανήμπορου λαού να τα βάλει με τους μεγάλους, την ολιγαρχία και τους μηχανισμούς της.
Αλλά όπως δεν μπορούν να σβήσουν οι σελίδες της Αντίστασης, του ΕΑΜ, του ΔΣΕ και του μεγάλου δημοκρατικού κινήματος μετά την ήττα, όπως δεν μπορούν να απαλειφθούν οι καλύτερες στιγμές των λαϊκών αγώνων, πρωτοπόροι των οποίων ήταν άνθρωποι σαν τον Μπελογιάννη, έτσι και δεν μπορεί να παραμεριστεί από την Ιστορία η δυνατότητα να χάσουν οι διώκτες τους όλη την εξουσία. Έτσι, το σημερινό κίνημα μπορεί να θυμάται τις ρίζες του, τις μέρες που ενωμένος ο λαός αντιστάθηκε και πολέμησε, τα έδωσε όλα κι έφτιαξε τα τραγούδια του, τον πολιτισμό του, το γαρίφαλο και το καθαρό πουκάμισο του ήρωα που δεν ξέχασε τον πραγματικό πρωταγωνιστή της πάλης, την εργατική τάξη.
Κι αν πέρασαν χρόνια χωρίς πίστη, και χωρίς ένα μεγάλο όραμα να συγκινεί τις μάζες, κι αν χάθηκαν στην πορεία πολλές από τις πιο δυνατές λέξεις, κι αν πέρασαν σύντροφοι από την άλλη μεριά, υπάρχουν γενιές σπουδαίες να συνεχίσουν, να ξαναπιάσουν το κουβάρι, όχι για να στήσουν εικονοστάσια και να προσεύχονται, αλλά για να μελετούν τη ζωή και τις περιστάσεις που γεννούν ήρωες και συλλογικά υποκείμενα - κόμματα, μέτωπα, το ίδιο το κίνημα πάνω απ΄ όλα - και υπάρχουν συνθήκες σήμερα για νέους μεγάλους σκοπούς και δρόμους για ένα μεγάλο συλλογικό Μπελογιάννη και αντάξιους μικρούς αγωνιστές σαν κι αυτόν.
Π.Φ.
Δήλωνε τότε ο Πολ Ελιάρ: «Αυτές τις μέρες που γιορτάζουμε τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Βίκτορα Ουγκό, είναι αδύνατο να μην ακούσουν στην Ελλάδα, που με τόση ευγένεια την τραγούδησε ο μεγάλος ποιητής μας, τις φωνές της Γαλλίας που ζητούνε λευτεριά για το Μπελογιάννη και τους συντρόφους του.
Οι πατριώτες δεν είναι δυνατό να χαθούν. Το μόνο τους έγκλημα είναι η αγάπη προς την πατρίδα τους. Μονάχα οι ξένοι ιμπεριαλιστές μπορούσαν αν τους τιμωρήσουν γι’ αυτό.
Η Ελλάδα είναι η πατρίδα του ηρωισμού. Όλος ο κόσμος το ξέρει και γι’ αυτό τη βοηθάει ακόμα πιο πολύ.
Στο όνομα της αγάπης μας για τη δικαιοσύνη και τη λευτεριά, στο όνομα των ανθρωπιστικών μας παραδόσεων που είναι γέννημα των ελληνικών παραδόσεων, να σώσουμε το Μπελογιάννη και τους συναγωνιστές του, να αναγκάσουμε την καταπίεση, την ωμότητα και την πολεμική απειλή να κάνουν ένα βήμα πίσω».
Όπως έγραψε μετά την εκτέλεση, ο Αλβανός ποιητής Μωϋσής Ζαλόσνια: «Έχει η Ελλάδα Μπελογιάννηδες πολλούς. Το αίμα τους, ποτάμι φουσκωμένο, ποιος της ζωής θα πνίξει τους χυμούς μεσ΄ στης Ελλάδας ζούνε τους βωμούς οι ήρωες - στεφάνι δοξασμένο».
Ο Νίκος Μπελογιάννης δεν έμεινε τυχαία για πάντα στη μνήμη των κομμουνιστών και των δημοκρατικών πολιτών. Δεν συγκίνησε χωρίς λόγο χιλιάδες καλλιτέχνες, εργάτες, διανοούμενους σε όλο τον κόσμο. Τον σκίτσαρε ο Πικάσο, τον τραγούδησε ο λαός, έγραψαν για αυτόν ποιητές, καθοδηγητές, υποκλίθηκαν στον αγώνα του οι πάντες εκτός από τα σκυλιά της άκρας δεξιάς. Και σήμερα τον θυμούνται οι κομμουνιστές, σε όποιο κόμμα κι αν ανήκουν, κι όσοι θα μπορούσαν να γίνουν οι νέοι επαναστάτες της συγκλονιστικής εποχής μας. Γιατί τέτοιοι σαν κι αυτόν μπορούν να γίνουν εκατοντάδες, χιλιάδες αγωνιστές, στο δύσκολο σημερινό δρόμο του αγώνα.
Σε μια αντιηρωική εποχή, στην εποχή της συγκαταβατικότητας, της ανεκτικότητας και της απόρριψης "των άκρων", στον πολιτισμό της χαύνωσης και της άρνησης της συλλογικής πάλης, αυτοί που καθορίζουν τις αξίες και τις εικόνες του λαού, πολύ θα ήθελαν να ξηλώσουν από τη μνήμη το παράδειγμα του Μπελογιάννη. Γιατί αν υπήρξε κάποτε τέτοιος αγωνιστής, της σκέψης και της πράξης, αν κάποτε υπήρξε τέτοια προσωπικότητα που κοίταζε στα μάτια τον αντίπαλο και τον περιφρονούσε, που κοίταζε στα μάτια το θάνατο και τον νικούσε, θα μπορούσε κάποτε να σβήσει η μυθολογία μιας κακόμοιρης πατρίδας, κι ενός ανήμπορου λαού να τα βάλει με τους μεγάλους, την ολιγαρχία και τους μηχανισμούς της.
Αλλά όπως δεν μπορούν να σβήσουν οι σελίδες της Αντίστασης, του ΕΑΜ, του ΔΣΕ και του μεγάλου δημοκρατικού κινήματος μετά την ήττα, όπως δεν μπορούν να απαλειφθούν οι καλύτερες στιγμές των λαϊκών αγώνων, πρωτοπόροι των οποίων ήταν άνθρωποι σαν τον Μπελογιάννη, έτσι και δεν μπορεί να παραμεριστεί από την Ιστορία η δυνατότητα να χάσουν οι διώκτες τους όλη την εξουσία. Έτσι, το σημερινό κίνημα μπορεί να θυμάται τις ρίζες του, τις μέρες που ενωμένος ο λαός αντιστάθηκε και πολέμησε, τα έδωσε όλα κι έφτιαξε τα τραγούδια του, τον πολιτισμό του, το γαρίφαλο και το καθαρό πουκάμισο του ήρωα που δεν ξέχασε τον πραγματικό πρωταγωνιστή της πάλης, την εργατική τάξη.
Κι αν πέρασαν χρόνια χωρίς πίστη, και χωρίς ένα μεγάλο όραμα να συγκινεί τις μάζες, κι αν χάθηκαν στην πορεία πολλές από τις πιο δυνατές λέξεις, κι αν πέρασαν σύντροφοι από την άλλη μεριά, υπάρχουν γενιές σπουδαίες να συνεχίσουν, να ξαναπιάσουν το κουβάρι, όχι για να στήσουν εικονοστάσια και να προσεύχονται, αλλά για να μελετούν τη ζωή και τις περιστάσεις που γεννούν ήρωες και συλλογικά υποκείμενα - κόμματα, μέτωπα, το ίδιο το κίνημα πάνω απ΄ όλα - και υπάρχουν συνθήκες σήμερα για νέους μεγάλους σκοπούς και δρόμους για ένα μεγάλο συλλογικό Μπελογιάννη και αντάξιους μικρούς αγωνιστές σαν κι αυτόν.
Π.Φ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου