24 Μαΐ 2013

Πως η Λιτότητα σκοτώνει


Των DAVID STUCKLER και SANJAY BASU *
0513OPEDgreig-popupΣτις αρχές του προηγούμενου μήνα, μια τριπλή αυτοκτονία στην παραθαλάσσια πόλη Civitanova Μarche της Ιταλίας έγινε είδηση. Ένα παντρεμένο ζευγάρι, η Anna Mria Sopranzi, 68 χρονών, και ο Romeo Dionisi, 62, πάλευαν για να ζήσουν με μόνο εισόδημα την σύνταξή της, δηλαδή περίπου 500€ το μήνα (γύρω στα 650$), και χρωστούσαν πια το ενοίκιό τους.
Επειδή ο προϋπολογισμός λιτότητας της Ιταλικής κυβέρνησης αύξησε τα όρια συνταξιοδότησης, ο κ. Dionisi, πρώην εργάτης στις κατασκευές, έγινε ένας από τους “esodati” (εξώριστους) της Ιταλίας – τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους που καταλήγουν στην φτώχεια χωρίς κανένα κοινωνικό δίχτυ προστασίας. Στις 5 Απριλίου, αυτός και η γυναίκα του άφησαν ένα σημείωμα στο αυτοκίνητο ενός γείτονά τους ζητώντας συγχώρεση και στη συνέχεια κρεμάστηκαν στην αποθήκη του σπιτιού τους. Όταν ο αδερφός της κυρίας Sopranzi, Giuseppe Sopranzi, 73 χρονών, έμαθε τα νέα, πνίγηκε στην Αδριατική.
Η συσχέτιση μεταξύ ανεργίας και αυτοκτονιών έχει παρατηρηθεί ήδη από τον 19ο αιώνα. Οι άνθρωποι που ψάχνουν για εργασία έχουν δύο φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να δώσουν τέλος στη ζωή τους από αυτούς που εργάζονται.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες το ποσοστό αυτοκτονιών, που σημειώνει ήδη αργή αύξηση από το 2000, σημείωσε άλμα κατά τη διάρκεια και μετά την ύφεση του 2007-9. Στο νέο μας βιβλίο υπολογίζουμε πως 4750 «επιπλέον» αυτοκτονίες ( Σ.τ.Μ. χρησιμοποιείται ο όρος “excess” suicides) – που θα πει, θάνατοι περισσότεροι από αυτούς που οι ήδη υπάρχουσες τάσεις θα προέβλεπαν – συνέβησαν από το 2007 μέχρι το 2010. Τα ποσοστά τέτοιων αυτοκτονιών ήταν σημαντικά μεγαλύτερα στις πολιτείες που σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες απώλειες σε θέσεις εργασίας. Οι θάνατοι από αυτοκτονίες ήταν περισσότεροι από τους θανάτους που σημειώθηκαν λόγω τροχαίων δυστυχημάτων το 2009.
Αν οι αυτοκτονίες ήταν μια αναπόφευκτη συνέπεια της οικονομικής κατηφόρας, αυτή θα ήταν άλλη μια ανθρώπινη ιστορία για το κόστος σε ανθρώπινες ζωές της Μεγάλης Ύφεσης. Αλλά δεν είναι έτσι. Χώρες που έκαναν περικοπές στους προϋπολογισμούς υγείας και κοινωνικής προστασίας, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, ήρθαν αντιμέτωπες με πολύ χειρότερα αποτελέσματα στην Υγεία από ότι χώρες όπως η Γερμανία , η Ισλανδία και η Σουηδία, που διατήρησαν το δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας και πόνταραν στην ανάπτυξη αντί για τη λιτότητα (η Γερμανία κηρύσσει τις αρετές της λιτότητας – για τους άλλους).
Σαν επιστήμονες της δημόσιας υγείας και της πολιτικής οικονομίας, παρακολουθούσαμε εμβρόντητοι ενώ οι πολιτικοί διαρκώς συζητούν για χρέη και ελλείμματα, λαμβάνοντας ελάχιστα υπόψη το ανθρώπινο κόστος των αποφάσεών τους. Την τελευταία δεκαετία μελετήσαμε τεράστιες δεξαμενές δεδομένων από όλο τον κόσμο ώστε να καταλάβουμε πως το οικονομικό σοκ – από την Μεγάλη Κρίση μέχρι την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και από την Ασιατική οικονομική κρίση στην Μεγάλη Ύφεση – επηρεάζουν την υγεία μας. Αυτό που βρήκαμε είναι πως οι άνθρωποι δεν αρρωσταίνουν ή πεθαίνουν αναπόφευκτα λόγω των κλονισμών της οικονομίας. Αλλά είναι η δημοσιονομική πολιτική που, όπως φαίνεται, μπορεί να καταλήξει σε ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Στο ένα άκρο η Ελλάδα, που βρίσκεται εν μέσω δημόσιας υγειονομικής καταστροφής. Ο κρατικός προϋπολογισμός για την υγεία περικόπηκε κατά 40% από το 2008, εν μέρει για να επιτευχθούν οι στόχοι μείωσης του ελλείμματος τους οποίους έθεσε η Τρόικα – το ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα – σαν μέρος του πακέτου λιτότητας του 2010. Περίπου 35.000 γιατροί, νοσηλευτές και άλλοι εργαζόμενοι στην υγεία έχασαν τη δουλειά τους. Οι εισαγωγές στα νοσοκομεία αυξήθηκαν δραματικά μιας και οι Έλληνες απέφευγαν προληπτικές εξετάσεις και θεραπείες ρουτίνας λόγω των μεγάλων αναμονών και της αύξησης του κόστους των φαρμάκων. Η παιδική θνησιμότητα αυξήθηκε κατά 40%. Τα νέα κρούσματα HIV υπερδιπλασιάστηκαν, σαν αποτέλεσμα της αύξησης της χρήσης ενδοφλέβιων ναρκωτικών – καθώς ο προϋπολογισμός για προγράμματα χορήγησης συρίγγων σε χρήστες περικόπηκε. Μετά την κατάργηση των ψεκασμών για την αντιμετώπιση κουνουπιών στη Νότια Ελλάδα, για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, καταγράφηκαν σημαντικοί αριθμοί περιστατικών ελονοσίας.
Αντίθετα, η Ισλανδία απέφυγε την υγειονομική καταστροφή παρά το γεγονός ότι το 2008 έζησε τη μεγαλύτερη τραπεζική κρίση, αναλογικά με το μέγεθος της οικονομίας της. Μετά την κατάρρευση των τριών κύριων εμπορικών τραπεζών της, το ολικό της χρέος συσσωρεύτηκε, η ανεργία εννιαπλασιάστηκε και η αξία του νομίσματός της κατέρρευσε. Η Ισλανδία έγινε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που αναζήτησε στήριξη από το ΔΝΤ, από το 1976. Αλλά αντί να διασώσουν τις τράπεζες και να περικόψουν τον κρατικό προϋπολογισμό , όπως ζητούσε το ΔΝΤ, οι Ισλανδοί πολιτικοί έκαναν ένα μάλλον τολμηρό βήμα: έθεσαν το ερώτημα τις λιτότητας προς ψήφιση. Σε δύο δημοψηφίσματα, το 2010 και το 2011, οι Ισλανδοί ψήφισαν με μεγάλη πλειοψηφία να αποπληρωθούν οι ξένοι δανειστές τους σταδιακά, αντί για άμεσα μέσω της λιτότητας. Η οικονομία της Ισλανδίας έχει σχεδόν επανέλθει, ενώ η Ελλάδα παραπαίει με το ενδεχόμενο της κατάρρευσης να παραμένει ορατό. Κανείς δεν έχασε την υγειονομική του κάλυψη ή την πρόσβαση σε φαρμακευτικά σκευάσματα στην Ισλανδία, παρά το γεγονός ότι η τιμή των εισαγόμενων φαρμάκων αυξήθηκε. Δεν υπήρξε επίσης σημαντική αύξηση στις αυτοκτονίες. Πέρυσι , η πρώτη έκθεση του ΟΗΕ με τίτλο World Happiness Report βαθμολόγησε την Ισλανδία σαν μια από τις ευτυχέστερες χώρες του κόσμου.
Οι σκεπτικιστές θα σημειώσουν τις δομικές διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Ισλανδίας. Το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωζώνης έκανε αδύνατη την υποτίμηση του νομίσματός της και είχε μικρότερο πολιτικό περιθώριο να απορρίψει τις κλήσεις του ΔΝΤ για λιτότητα. Αλλά αυτή η αντίθεση υποστηρίζει τη θέση μας, πως μια οικονομική κρίση δεν πρέπει απαραίτητα να περιλαμβάνει και κρίση στη δημόσια υγεία.
Κάπου ανάμεσα σ’ αυτά τα άκρα βρίσκονται οι ΗΠΑ. Αρχικά, το αναπτυξιακό πακέτο του 2009 στήριζε το δίχτυ ασφαλείας. Αλλά υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια – πέρα από το υψηλότερο ποσοστό αυτοκτονιών – οι δείκτες υγείας χειροτερεύουν. Οι συνταγογράφιση αντικαταθλιπτικών συσσωρεύεται. 750.000 άνθρωποι (κυρίως νέοι άνδρες εκτός εργασίας) έχουν στραφεί στην άμετρη κατανάλωση αλκοόλ. Πάνω από πέντε εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν χάσει την πρόσβαση σε φροντίδες υγείας κατά την ύφεση γιατί έχασαν τη δουλειά τους (και είτε δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο κόστος της επιμήκυνσης της ασφάλειάς τους υπό τον νόμο Cobra ή εξάντλησαν τα περιθώρια επιλογών). Οι προληπτικές ιατρικές επισκέψεις μειώθηκαν καθώς οι άνθρωποι αμελούσαν την ιατρική φροντίδα και κατέληγαν στα επείγοντα. ( Ο νόμος του προέδρου Ομπάμα για την φροντίδα υγείας επιμηκύνει την ασφαλιστική κάλυψη, αλλά μόνο σταδιακά.)
Η «κατάσχεση» των 85 εκατομμυρίων δολαρίων που τέθηκε σε εφαρμογή την 1η Μαρτίου (Budget Control Act ) θα κόψει τα συμπληρώματα διατροφής για περίπου 600.000 έγκυες, νεογνά και βρέφη μέχρι το τέλος της χρονιάς. Οι προϋπολογισμοί για την δημόσια κατοικία θα περικοπούν κατά 2 εκατομμύρια δολάρια φέτος, ενώ ήδη 1,4 εκατομμύρια σπίτια βρίσκονται υπό κατάσχεση. Ακόμα και ο προϋπολογισμός των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών, της κυριότερης άμυνας της χώρας απέναντι σε επιδημίες όπως το περσινό ξέσπασμα μυκητιασικής μηνιγγίτιδας, θα υποστεί περικοπή τουλάχιστον 18 εκατομμυρίων δολαρίων.
Για να ελέγξουμε την υπόθεσή μας πως η λιτότητα είναι θανατηφόρα, αναλύσαμε δεδομένα από άλλες περιοχές και εποχές. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, η οικονομία της Ρωσίας κατέρρευσε. Η φτώχεια συσσωρεύτηκε και το προσδόκιμο ζωής μειώθηκε, κυρίως μεταξύ των νέων ανδρών σε ηλικία εργασίας. Αλλά αυτό δεν συνέβη παντού στην πρώην Σοβιετική σφαίρα. Η Ρωσία, το Καζακστάν και τα κράτη της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία) – που υιοθέτησαν οικονομικά προγράμματα «θεραπείας σοκ» τα οποία είχαν τη στήριξη οικονομολόγων όπως ο Jeffrey D. Sachs και ο Lawrence H. Summers – έζησαν τη μεγαλύτερη αύξηση σε αυτοκτονίες, καρδιακές προσβολές και θανάτους που συνδέονταν με την κατανάλωση αλκοόλ.
Χώρες όπως η Λευκορωσία, η Πολωνία και η Σλοβενία επέλεξαν μια διαφορετική, σταδιακή προσέγγιση, την οποία υποστήριζαν οικονομολόγοι όπως ο Joseph E. Stiglitz και ο πρώην σοβιετικός ηγέτης Mikhail S. Gorbachev. Αυτές οι χώρες ιδιωτικοποίησαν τις ελεγχόμενες από το κράτος οικονομίες τους σε στάδια και είχαν πολύ καλύτερα αποτελέσματα στον τομέα της υγείας σε σχέση με γειτονικές χώρες που προχώρησαν σε μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και απολύσεις, κάτι που προκάλεσε σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές διαταραχές.
Όπως η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η ασιατική οικονομική κρίση του 1997 προσφέρει υποθέσεις μελέτης – στην πραγματικότητα, ένα φυσικό πείραμα – που αξίζει να εξεταστούν. Η Ταϊλάνδη και η Ινδονησία, που υποβλήθηκαν από το ΔΝΤ σε αυστηρά προγράμματα λιτότητας , έζησαν μαζική πείνα και αλματώδη αύξηση θανάτων από μολυσματικές νόσους, ενώ η Μαλαισία, που αντιστάθηκε στις συμβουλές του ΔΝΤ, διατήρησε την υγεία των πολιτών της. Το 2012 το ΔΝΤ επισήμως απολογήθηκε για τον τρόπο που χειρίστηκε την κρίση, υπολογίζοντας ότι η ζημία που προκλήθηκε από τις συστάσεις του μπορεί να είναι μέχρι και τρεις φορές μεγαλύτερη από αυτή που υπέθεταν.
Η εμπειρία των ΗΠΑ από την Μεγάλη Οικονομική Ύφεση είναι επίσης διδακτική. Κατά τη διάρκεια της Ύφεσης οι δείκτες θνησιμότητας στις ΗΠΑ σημείωσαν πτώση περίπου 10%. Οι δείκτες αυτοκτονιών στην πραγματικότητα αυξήθηκαν μεταξύ του 1929, όταν κατέρρευσε η χρηματιστηριακή αγορά, και του 1932, όταν ο Franklin D. Roosevelt εκλέχθηκε πρόεδρος. Αλλά η αύξηση των αυτοκτονιών αντισταθμίστηκε και με το παραπάνω από την «επιδημιολογική μετάβαση» – βελτιώσεις στην υγιεινή που μείωσαν του θανάτους από μεταδοτικές νόσους όπως η φυματίωση, η πνευμονία και η γρίπη – και από την κάθετη μείωση των θανατηφόρων τροχαίων, αφού οι Αμερικάνοι δεν μπορούσαν πια να «σηκώσουν» το κόστος της οδήγησης. Συγκρίνοντας ιστορικά δεδομένα μεταξύ των Πολιτειών, υπολογίζουμε πως κάθε 100 δολάρια που ξοδευόταν κατά κεφαλήν από το New Deal συνδεόταν με την 18 ανά 100.000 ανθρώπους μείωση σε θανάτους από πνευμονία, την 18 ανά 1000 ζωντανές γεννήσεις μείωση των βρεφικών θανάτων και την 4 ανά 100.000 μείωση των αυτοκτονιών.
Η έρευνά μας προτείνει πως η επένδυση ενός δολαρίου σε προγράμματα δημόσιας υγείας μπορεί να αποδώσει όσο αυτή τριών δολαρίων σε οικονομική ανάπτυξη. Η επένδυση στη δημόσια υγεία όχι μόνο σώζει ζωές σε μια ύφεση, αλλά μπορεί να βοηθήσει στην επιτάχυνση της οικονομικής ανάκαμψης. Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι τρεις αρχές θα έπρεπε να οδηγούν τις απαντήσεις στις οικονομικές κρίσεις.
Πρώτον, μην κάνεις κακό: αν η λιτότητα δοκιμαζόταν όπως ένα φάρμακο σε κλινικές μελέτες, θα είχε σταματήσει εδώ και καιρό, δεδομένων των θανατηφόρων παρενεργειών της. Κάθε κράτος θα έπρεπε να ιδρύσει ένα μη κομματικό, ανεξάρτητο Γραφείο Υγειονομικής Ευθύνης, επανδρωμένο από επιδημιολόγους και οικονομολόγους, ώστε να αξιολογεί τα αποτελέσματα στην υγεία των δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών.
Δεύτερον, να αντιμετωπίζεις την ανεργία σαν πανδημία, όπως δηλαδή πραγματικά είναι. Η ανεργία είναι ο κύριος λόγος κατάθλιψης, άγχους, αλκοολισμού και αυτοκτονικών σκέψεων. Οι πολιτικοί στη Φινλανδία και τη Σουηδία βοήθησαν να αποφευχθεί η κατάθλιψη και οι αυτοκτονίες κατά τη διάρκεια της ύφεσης επενδύοντας σε «προγράμματα ενεργοποίησης της αγοράς εργασίας» που στόχευαν τους νέους ανέργους και τους βοηθούσαν να βρουν γρήγορα εργασία, με καθαρά οικονομικά επιδόματα.
Και τέλος, αύξησε τις επενδύσεις στη δημόσια υγεία όταν οι καιροί είναι δύσκολοι. Το κλισέ που λέει πως «ένα γραμμάριο πρόληψης αξίζει όσο ένα κιλό θεραπείας» συμβαίνει να είναι αλήθεια. Είναι πολύ πιο ακριβό να ελέγξεις μια επιδημία από το να την αποφύγεις. Η Νέα Υόρκη ξόδεψε ένα δισεκατομμύριο δολάρια στα μέσα της δεκαετίας του 1990 για να ελέγξει το ξέσπασμα μιας ανθεκτικής στη θεραπεία φυματίωσης. Το ανθεκτικό στέλεχος του μικροβίου προέκυψε από την αποτυχία της πόλης να εξασφαλίσει πως οι χαμηλού εισοδήματος ασθενείς με φυματίωση θα ολοκλήρωναν την θεραπεία τους με φτηνά γενόσημα φάρμακα.
Δεν χρειάζεται κανείς να είναι ιδεολόγος της οικονομίας – και ειδικά εμείς δεν είμαστε – για να αναγνωρίζει πως το αντίτιμο της λιτότητας μπορεί να υπολογιστεί σε ανθρώπινες ζωές. Δεν χαρίζουμε ελαφρυντικά σε κακές πολιτικές αποφάσεις του παρελθόντος ούτε καλούμε σε καθολική παγκόσμια άφεση και διαγραφή του χρέους. Είναι στο χέρι των υπευθύνων χάραξης πολιτικής στη Αμερική και την Ευρώπη να καταλήξουν στο σωστό μίγμα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Αυτό που εμείς βρήκαμε είναι ότι η λιτότητα – οι σοβαρές, άμεσες, χωρίς διακρίσεις περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες όπως και στις δαπάνες υγείας – δεν είμαι μόνο αυτοκαταστροφική, αλλά και μοιραία.

***
*Ο David Stuckler, είναι επικεφαλής ερευνητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, και ο Dr. Sanjay Basu, βοηθός καθηγητής ιατρικής και επιδημιολογίας και επιδημιολόγος στο Κέντρο Πρόληψης του Πανεπιστημίου του Stanford, είναι οι συγγραφείς του νέου βιβλίου “The Body Economic: Why Austerity Kills.”
Πηγή: The New York Times
http://seisaxthia.wordpress.com

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More