Για καλά αποτελέσματα στη μάχη με τη
ζυγαριά η καλύτερη λύση δεν είναι ούτε η δίαιτα με πολλά λιπαρά ούτε
εκείνη με πολλούς υδατάνθρακες. Αμερικανοί ερευνητές συστήνουν να
ακολουθείτε δίαιτα χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη
Κάθε θερμίδα που χάνεται είναι… μια θερμίδα που (ευτυχώς) χάνεται.
Αυτό είναι το μότο εκατομμυρίων ανθρώπων που δίνουν «μάχη» με τη
ζυγαριά. Ωστόσο, όπως δείχνουν τελευταία ερευνητικά στοιχεία, δεν είναι
όλες οι θερμίδες που χάνονται ίδιες.
Σημαντικός ο τύπος των θερμίδων
Ερευνητές του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας (Journal of the American Medical Association, JAMA) ότι ο τύπος των θερμίδων που καταναλώνει ένα άτομο, ιδίως μετά την απώλεια βάρους, έχει σημαντική επίδραση στο πώς λειτουργεί ο μεταβολισμός του ώστε να κρατήσει μακριά τα χαμένα κιλά.
Η Κάρα Εμπελινγκ από το Κέντρο Πρόληψης της Παχυσαρκίας στο Ιδρυμα New Balance του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης που ήταν η πρώτη συγγραφέας της μελέτης και οι συνάδελφοί της ανακάλυψαν ότι οι τροφές που καταναλώνουμε επιδρούν σημαντικά στον ρυθμό του μεταβολισμού μας. Όπως είδαν, μια διατροφή που αποτελείται κυρίως από επεξεργασμένες τροφές και απλούς υδατάνθρακες (σάκχαρα) με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, τελικώς επιβραδύνει τον μεταβολισμό.
Ο γλυκαιμικός δείκτης που μετριέται σε μια κλίμακα από το 0 ως το 100 δείχνει πόσο γρήγορα ένας υδατάνθρακας πέπτεται και εκλύεται στην κυκλοφορία του αίματος ως γλυκόζη. Για να καταλάβει κάποιος καλύτερα τη σημασία του γλυκαιμικού δείκτη στη διατροφή ιδού ένα παράδειγμα: Εάν κάποιος λάβει 200 θερμίδες τρώγοντας κορν φλέικς (γλυκαιμικός δείκτης 93) ή ακολουθεί γενικώς διατροφή πλούσια σε τέτοιου είδους επεξεργασμένες τροφές, τελικώς οδηγεί τον οργανισμό του σε μόνιμα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης του αίματος τα οποία με τη σειρά τους «πυροδοτούν» μια σειρά από αντιδράσεις που οδηγούν σε μεγαλύτερη αύξηση του βάρους σε σύγκριση με το αν οι 200 θερμίδες λαμβάνονταν από την κατανάλωση χούμους (γλυκαιμικός δείκτης 6).
Τρεις δίαιτες στο… μικροσκόπιο
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε συγκεκριμένα τρεις διαφορετικές δίαιτες: τη δίαιτα Ατκινς που βασίζεται στη χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων και στην υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης (στη δίαιτα αυτή το 60% των θερμίδων προέρχεται από λίπος και το 10% από υδατάνθρακες), μια δίαιτα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (40% των θερμίδων προέρχεται από λίπος και 40% από υδατάνθρακες) καθώς και μια δίαιτα «φτωχή» σε λιπαρά που περιέχει υδατάνθρακες με γενικώς υψηλό γλυκαιμικό δείκτη (20% των θερμίδων αυτής της δίαιτας προέρχεται από λίπος και 60% από υδατάνθρακες).
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη, οι οποίοι είχαν πρόσφατα χάσει βάρος, ξεκίνησαν να ακολουθούν ένα από αυτά τα τρία διατροφικά προγράμματα επί τέσσερις εβδομάδες.
Όπως προέκυψε, σε ό,τι αφορούσε τη λειτουργία του μεταβολισμού, «νικήτρια» αναδείχθηκε η δίαιτα Ατκινς. Όταν οι εθελοντές ακολουθούσαν τη δίαιτα αυτή που περιέχει πολλά λιπαρά κα λίγους υδατάνθρακες, έκαιγαν 300 περισσότερες θερμίδες ημερησίως σε σύγκριση με όσους ακολουθούσαν δίαιτα «φτωχή» σε λιπαρά. Σημειώνεται ότι 300 θερμίδες αντιστοιχούν σε ενέργεια την οποία ένα άτομο καταναλώνει μέσα σε μια ώρα μέτριας άσκησης, εξηγεί ο κύριος συγγραφέας της νέας μελέτης Ντέιβιντ Λούντβιχ. Ωστόσο, υπήρχε και μια «σκοτεινή» πλευρά. Δείγματα αίματος που ελήφθησαν ενώ οι συμμετέχοντες ακολουθούσαν τη δίαιτα Ατκινς αποκάλυψαν αύξηση της χοληστερόλης και άλλων δεικτών που συνδέονται με καρδιοπάθεια, εγκεφαλικό και διαβήτη.
Καλύτερη (γενικώς) η δίαιτα του γλυκαιμικού δείκτη
Η δίαιτα του χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη έδινε τα καλύτερα αποτελέσματα σε ό,τι αφορούσε τη βελτίωση της λειτουργίας του μεταβολισμού σε συνδυασμό με τον σημαντικό παράγοντα μείωσης του κινδύνου διαφορετικών χρόνιων ασθενειών.
Οσον αφορά τη δίαιτα με λίγα λιπαρά και πολλούς υδατάνθρακες, αυτή έδινε τα χειρότερα αποτελέσματα καθώς μείωνε τον ρυθμό του μεταβολισμού ενώ παράλληλα αύξανε τον κίνδυνο διαβήτη και μεταβολικού συνδρόμου.
Σε πρώτη ανάγνωση τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι η δίαιτα που βασίζεται στους υδατάνθρακες πρέπει να «καεί στην πυρά». Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, όπως σημειώνει ο δρ Λούντβιχ. Ο ειδικός τονίζει ότι μια δίαιτα που περιέχει υδατάνθρακες μπορεί να είναι αποτελεσματική φθάνει οι υδατάνθρακες αυτοί να έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (όπως είναι τα δημητριακά ολικής αλέσεως).
Τελικώς οι ερευνητές από τη Βοστώνη υποστηρίζουν ότι η πιο εύκολη δίαιτα για να ακολουθεί κάποιος σε καθημερινή βάση είναι αυτή του χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη. «Σε αντίθεση με τη δίαιτα των χαμηλών λιπαρών ή εκείνη των λίγων υδατανθράκων, η δίαιτα του χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη δεν αποκλείει ολόκληρες κατηγορίες τροφών, με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερο να την ακολουθήσει κάποιος» κατέληξε η δρ Εμπελινγκ.
Σημαντικός ο τύπος των θερμίδων
Ερευνητές του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας (Journal of the American Medical Association, JAMA) ότι ο τύπος των θερμίδων που καταναλώνει ένα άτομο, ιδίως μετά την απώλεια βάρους, έχει σημαντική επίδραση στο πώς λειτουργεί ο μεταβολισμός του ώστε να κρατήσει μακριά τα χαμένα κιλά.
Η Κάρα Εμπελινγκ από το Κέντρο Πρόληψης της Παχυσαρκίας στο Ιδρυμα New Balance του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης που ήταν η πρώτη συγγραφέας της μελέτης και οι συνάδελφοί της ανακάλυψαν ότι οι τροφές που καταναλώνουμε επιδρούν σημαντικά στον ρυθμό του μεταβολισμού μας. Όπως είδαν, μια διατροφή που αποτελείται κυρίως από επεξεργασμένες τροφές και απλούς υδατάνθρακες (σάκχαρα) με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, τελικώς επιβραδύνει τον μεταβολισμό.
Ο γλυκαιμικός δείκτης που μετριέται σε μια κλίμακα από το 0 ως το 100 δείχνει πόσο γρήγορα ένας υδατάνθρακας πέπτεται και εκλύεται στην κυκλοφορία του αίματος ως γλυκόζη. Για να καταλάβει κάποιος καλύτερα τη σημασία του γλυκαιμικού δείκτη στη διατροφή ιδού ένα παράδειγμα: Εάν κάποιος λάβει 200 θερμίδες τρώγοντας κορν φλέικς (γλυκαιμικός δείκτης 93) ή ακολουθεί γενικώς διατροφή πλούσια σε τέτοιου είδους επεξεργασμένες τροφές, τελικώς οδηγεί τον οργανισμό του σε μόνιμα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης του αίματος τα οποία με τη σειρά τους «πυροδοτούν» μια σειρά από αντιδράσεις που οδηγούν σε μεγαλύτερη αύξηση του βάρους σε σύγκριση με το αν οι 200 θερμίδες λαμβάνονταν από την κατανάλωση χούμους (γλυκαιμικός δείκτης 6).
Τρεις δίαιτες στο… μικροσκόπιο
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε συγκεκριμένα τρεις διαφορετικές δίαιτες: τη δίαιτα Ατκινς που βασίζεται στη χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων και στην υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης (στη δίαιτα αυτή το 60% των θερμίδων προέρχεται από λίπος και το 10% από υδατάνθρακες), μια δίαιτα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (40% των θερμίδων προέρχεται από λίπος και 40% από υδατάνθρακες) καθώς και μια δίαιτα «φτωχή» σε λιπαρά που περιέχει υδατάνθρακες με γενικώς υψηλό γλυκαιμικό δείκτη (20% των θερμίδων αυτής της δίαιτας προέρχεται από λίπος και 60% από υδατάνθρακες).
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη, οι οποίοι είχαν πρόσφατα χάσει βάρος, ξεκίνησαν να ακολουθούν ένα από αυτά τα τρία διατροφικά προγράμματα επί τέσσερις εβδομάδες.
Όπως προέκυψε, σε ό,τι αφορούσε τη λειτουργία του μεταβολισμού, «νικήτρια» αναδείχθηκε η δίαιτα Ατκινς. Όταν οι εθελοντές ακολουθούσαν τη δίαιτα αυτή που περιέχει πολλά λιπαρά κα λίγους υδατάνθρακες, έκαιγαν 300 περισσότερες θερμίδες ημερησίως σε σύγκριση με όσους ακολουθούσαν δίαιτα «φτωχή» σε λιπαρά. Σημειώνεται ότι 300 θερμίδες αντιστοιχούν σε ενέργεια την οποία ένα άτομο καταναλώνει μέσα σε μια ώρα μέτριας άσκησης, εξηγεί ο κύριος συγγραφέας της νέας μελέτης Ντέιβιντ Λούντβιχ. Ωστόσο, υπήρχε και μια «σκοτεινή» πλευρά. Δείγματα αίματος που ελήφθησαν ενώ οι συμμετέχοντες ακολουθούσαν τη δίαιτα Ατκινς αποκάλυψαν αύξηση της χοληστερόλης και άλλων δεικτών που συνδέονται με καρδιοπάθεια, εγκεφαλικό και διαβήτη.
Καλύτερη (γενικώς) η δίαιτα του γλυκαιμικού δείκτη
Η δίαιτα του χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη έδινε τα καλύτερα αποτελέσματα σε ό,τι αφορούσε τη βελτίωση της λειτουργίας του μεταβολισμού σε συνδυασμό με τον σημαντικό παράγοντα μείωσης του κινδύνου διαφορετικών χρόνιων ασθενειών.
Οσον αφορά τη δίαιτα με λίγα λιπαρά και πολλούς υδατάνθρακες, αυτή έδινε τα χειρότερα αποτελέσματα καθώς μείωνε τον ρυθμό του μεταβολισμού ενώ παράλληλα αύξανε τον κίνδυνο διαβήτη και μεταβολικού συνδρόμου.
Σε πρώτη ανάγνωση τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι η δίαιτα που βασίζεται στους υδατάνθρακες πρέπει να «καεί στην πυρά». Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, όπως σημειώνει ο δρ Λούντβιχ. Ο ειδικός τονίζει ότι μια δίαιτα που περιέχει υδατάνθρακες μπορεί να είναι αποτελεσματική φθάνει οι υδατάνθρακες αυτοί να έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (όπως είναι τα δημητριακά ολικής αλέσεως).
Τελικώς οι ερευνητές από τη Βοστώνη υποστηρίζουν ότι η πιο εύκολη δίαιτα για να ακολουθεί κάποιος σε καθημερινή βάση είναι αυτή του χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη. «Σε αντίθεση με τη δίαιτα των χαμηλών λιπαρών ή εκείνη των λίγων υδατανθράκων, η δίαιτα του χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη δεν αποκλείει ολόκληρες κατηγορίες τροφών, με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερο να την ακολουθήσει κάποιος» κατέληξε η δρ Εμπελινγκ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου