22 Νοε 2011

Χρυσάφι μέσα σε μπουκάλι

Χρυσάφι μέσα σε μπουκάλι

Ολοι μας απολαμβάνουμε το ανεκτίμητο για την υγεία μας πρασινοκίτρινο υγρό, δώρο της μεσογειακής φύσης. Ποιά είναι όμως τα ευεργετικά συστατικά του λαδιού και τί μπορούμε να κάνουμε εμείς για να ενισχύσουμε την ευεργετική δράση τους; Ποιό λάδι είναι το «καλύτερο» και πώς να το μεταχειριστούμε; Πότε πρέπει να συνθλίβονται οι ελιές και τί συμβαίνει μέσα σε ένα ελαιοτριβείο; Τί προδίδουν οι ονομασίες των διαφόρων ειδών λαδιού στις συσκευασίες και πόσο βάζει κάθε φορά το... δαχτυλάκι της η Χημεία προκειμένου το αποτέλεσμα να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές; Αυτά και αρκετά ακόμη «μυστικά» του λαδιού μπορείτε να διαβάσετε στις σελίδες που ακολουθούν.
Μέσα στον Νοέμβριο αρχίζει η συγκομιδή του ελαιοκάρπου που πρέπει να πάρει όσο πιο γρήγορα γίνεται τον δρόμο για το ελαιοτριβείο. Θα είναι μια καλή χρονιά η εφετινή, λένε οι παραγωγοί και μένει να δούμε πώς θα φθάσει αυτό και στον καταναλωτή στην καλύτερη και υγιεινότερη μορφή.


Πόσους λύχνους έχετε στο σπίτι;
Αυτό θα μπορούσε να είναι ερώτηση του εφοριακού της προϊστορικής εποχής. Γιατί; Διότι ο φωτισμός της μινωικής εποχής γινόταν με λυχνάρια που έκαιγαν ελαιόλαδο. Και οι πλούσιοι της εποχής ξεχώριζαν εκτός των άλλων και από το πόσο λάδι κατανάλωναν. Αλλά δεν το ξόδευαν μόνον εκεί. Για τον φωτισμό τους δηλαδή αλλά ήταν και ένα σύμβολο πλούτου αφού οι πιο φτωχοί περνούσαν με κρίθινο παξιμάδι, βουτηγμένο τις πιο πολλές φορές σε νερωμένο κρασί και τρώγοντας σπόρους διαφόρων δημητριακών ενώ οι πιο πλούσιοι είχαν περισσότερο ελαιόλαδο στο διαιτολόγιό τους και λιγότερους σπόρους. Αργότερα έγινε από τον Ιπποκράτη μια πιο συστηματική καταγραφή και των θεραπευτικών ιδιοτήτων του ελαιολάδου και αυτές έφθασαν κοντά στις εξήντα, ενώ από τον λόγο του Λυσία «Περί σηκού απολογία» επιβεβαιώνεται ότι υπήρχαν και ιερές ελιές στην Αθήνα και κάποιος σύρθηκε ως το δικαστήριο με κίνδυνο, αν καταδικαζόταν να εξοριστεί και να δημευθεί η περιουσία του, διότι κατηγορήθηκε πως ξερίζωσε ιερή ελιά και κατέστρεψε τον σηκό, δηλαδή το περιτείχισμα που την προφύλασσε και οριοθετούσε τον ιερό χώρο γύρω της. Ηδη στην εποχή των κλασικών χρόνων δηλαδή είχαν συνειδητοποιήσει οι άνθρωποι σε αυτόν τον τόπο την αξία ενός τέτοιου δέντρου και των καρπών του.

Υπάρχει μια επιστήμη που ονομάζεται (παλαιο)γυρεολογία και ανάμεσα στα ενδιαφέροντά της είναι να αναλύονται κόκκοι γύρης από διάφορα δέντρα που καταφέρνουν να ανιχνεύσουν οι ερευνητές όταν αυτοί ξέμειναν στον βυθό παλαιών λιμνών και ελών. Επειδή λοιπόν μπορούν να ξεχωρίσουν και σε ποιο δέντρο ανήκουν οι διάφοροι κόκκοι γύρης βρίσκουν ότι ελιές καλλιεργούνταν σε Ηπειρο, Θεσσαλία, Ανατολική Στερεά, Βοιωτία, Κρήτη. Ελαιόλαδο σε θραύσματα αγγείων ανιχνεύθηκε επίσης από τη Νεολιθική εποχή ενώ απολιθώματα φύλλων ελιάς από τις Κυκλάδες θεωρήθηκε ότι έχουν ηλικία πενήντα ή και εξήντα χιλιάδων ετών! Οπότε δεν πρέπει να είναι υπερβολική και η άποψη ότι από τη Νεολιθική ακόμη εποχή είχαμε δέντρα ελιάς όχι πλέον σε άγρια κατάσταση αλλά αντικείμενα συστηματικής καλλιέργειας και περιποίησης αφού συγγραφείς όπως ο Θεόφραστος και ο Πλίνιος συνιστούσαν, σε πλήρη αντίθεση με ό,τι γίνεται σήμερα, να μη ραβδίζουν τα ελαιόδεντρα και ακόμη να προσέχουν να μην καταστρέφουν φύλλα και τρυφερά βλαστάρια.

Η ακτινογραφία του λαδιού
Ενα ελαφρά τροποποιημένο μόριο γλυκερίνης που έχουν προσκολληθεί σε αυτό τρεις ουρές από 6 ως 26 άτομα άνθρακα δεσμευμένα μεταξύ τους με απλούς ή διπλούς δεσμούς είναι η πιο υποτυπώδης περιγραφή των μορίων που συγκροτούν ό,τι συνηθίζουμε να αποκαλούμε λιπαρή ουσία. Συνήθως τα ζωικά λίπη, όπως είναι το βούτυρο για παράδειγμα, σε θερμοκρασία δωματίου είναι σε στερεά μορφή ενώ τα φυτικά λίπη που τα ονομάζουμε γενικά έλαια, είναι στην ίδια περιοχή θερμοκρασιών (15-25 βαθμοί Κελσίου) σε υγρή μορφή. Είναι οι «ουρές» αυτές, με το μήκος και τη μορφή τους που κάνουν να υπάρχει ποικιλία. Αλλες είναι σε ευθεία γραμμή, όταν οι άνθρακες συνδέονται μεταξύ τους με απλό δεσμό και τα αντίστοιχα λίπη ονομάζονται (κε)κορεσμένα, ενώ αυτές με διπλό δεσμό έχουν σχήμα τεθλασμένης και οι αντίστοιχες ουσίες με τέτοια μόρια ονομάζονται ακόρεστες. Είναι εύκολο να καταλάβουμε από αυτά τα λίγα ότι οι ουσίες με (κε)κορεσμένους δεσμούς, δηλαδή με ευθείες ουρές, δημιουργούν εύκολα κρυστάλλους και είναι σε πιο στέρεα μορφή σε συνηθισμένες θερμοκρασίες. Το αντίθετο συμβαίνει με τις ακόρεστες. Το ελαιόλαδο ανήκει στις ακόρεστες ουσίες, με ουρά 18 ατόμων άνθρακα και στερεοποιείται όταν η θερμοκρασία του πέσει κάτω από τους 13 βαθμούς.
Το κύριο λιπαρό οξύ του άθερμου, παρθένου αγουρέλαιου είναι το ελαϊκό, ένα λιπαρό οξύ ιδιαίτερα διαδεδομένο στο ελληνικό ελαιόλαδο. Το δεύτερο κατά σειρά λιπαρό οξύ του είναι το λινελαϊκό, ενώ επίσης περιέχει α-λινολενικό και αραχιδονικό.

Αντιοξειδωτική «βόμβα»
Η υψηλή περιεκτικότητα του άθερμου, παρθένου (αγουρ)έλαιου σε ελαϊκό οξύ το κάνει ανθεκτικό στην οξείδωση. Αυτό συμβαίνει, όχι μόνο γιατί είναι φτωχό σε πολυακόρεστα και πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα, αλλά και επειδή είναι πλούσιο σε α-τοκοφερόλη.
Εδώ αξίζει να έχουμε υπόψη μας ότι και το ηλιέλαιο είναι πλούσιο σε α-τοκοφερόλη, αλλά είναι επίσης πλούσιο και σε πολυακόρεστα, κάτι που το καθιστά λιγότερο ευεργετικό ως προς την οξείδωση, σε σύγκριση με το αγουρέλαιο. Είναι προφανές ότι το ξερικό, άθερμο, παρθένο ελαιόλαδο προσφέρει έναν μοναδικό συνδυασμό από μονοακόρεστα, πολυακόρεστα και κορεσμένα λιπαρά οξέα. Αυτό το χαρακτηριστικό, σε συνδυασμό με τον πλούτο του σε αντιοξειδωτικά, του προσδίδει υψηλή διατροφική αξία. Διότι άλλα στοιχεία του είναι οι τοκοφερόλες (βιταμίνη Ε) και τα καροτενοειδή, όπως η ξανθοφύλλη, τα καροτένια και το λυκοπένιο. Οι τοκοφερόλες είναι γνωστά αντιοξειδωτικά και εμπεριέχονται στο άθερμο, παρθένο ελαιόλαδο σε συγκεντρώσεις περίπου 180 mg/kg. Οι τοκοφερόλες δρουν και ως βιταμίνη Ε και έχουν ισχυρή αντιοξειδωτική δράση. Το β-καροτένιο (βιταμίνη Α), που βρίσκεται σε συγκέντρωση 0,3-3,7 g/kg, αποτελεί άλλη μια ουσία του άθερμου, παρθένου ελαιολάδου με αντιοξειδωτική δράση.

Και κάτι αντικαρκινικό από... καρχαρία
Τέλος, σημαντικές ποσότητες αντιοξειδωτικών που συναντώνται σε αυτό το λάδι είναι οι φαινόλες και κυρίως η τυροσόλη και η υδροξυ-τυροσόλη. Περιέχει και υδρογονάνθρακες, με κύριο εκπρόσωπο το σκουαλένιο. Το σκουαλένιο οφείλει το όνομά του στο λατινικό όνομα του καρχαρία (squalus) γιατί ανιχνεύθηκε στο συκώτι του. Πέρα από το ότι είναι άριστο λιπαντικό για το δέρμα, είναι, καθώς φαίνεται, και αντικαρκινικό. Οπως αναφέρει ο κ. Αν. Βάρβογλης, ομότιμος καθηγητής της Οργανικής Χημείας, στο βιβλίο του «Η Χημεία στο πιάτο»: «Το γεγονός ότι ο καρχαρίας δεν αναπτύσσει όγκους προβλημάτισε από καιρό τους επιστήμονες που προσπαθούν να συνδέσουν τις μεγάλες ποσότητες σκουαλενίου με τη μοναδική ανθεκτικότητά του σε μια ασθένεια όπου κανένα άλλο ζώο δεν έχει ανοσία... Τελευταία διαφημίζεται ότι δρα προφυλακτικά και εναντίον του καρκίνου, χωρίς όμως ακόμη κλινική τεκμηρίωση». Μόνο που όταν το λάδι υφίσταται πολλές επεξεργασίες, ουσίες όπως το σκουαλένιο χάνονται στον δρόμο.

Μιλώντας με έναν επαγγελματία
Σήμερα η σαλάτα μας γίνεται με χειρότερα λαχανικά από εκείνη που έφτιαχναν οι παππούδες και οι πατεράδες μας ακόμη. Σε αυτήν όμως τη σαλάτα βάζουμε σήμερα καλύτερο λάδι από ό,τι οι παππούδες και οι πατεράδες μας. Μου το επιβεβαιώνει ο κ. Ν. Μαυροειδής, χημικός μηχανικός σε εταιρεία με έδρα στη Μάνη, που παράγει λάδι από ελαιώνες βιολογικής καλλιέργειας. «Εκτός από την καθαριότητα γενικά και τις βελτιωμένες συνθήκες αποθήκευσης», όπως μου λέει, «άφηναν παλαιότερα τις ελιές, αφού τις είχαν κόψει, λίγο παραπάνω προτού τις ρίξουν στις μυλόπετρες και αφυδατώνονταν για να παίρνουν περισσότερο πυκνό λάδι με λιγότερο νερό. Την ίδια στιγμή όμως γίνονταν διάφορες ζυμώσεις και αυτό είχε επίδραση στην ποιότητα». Διότι ο καρπός που παραμένει για αρκετές ημέρες, ή ακόμη χειρότερα εβδομάδες, ώσπου να πάει για ελαιοποίηση, αναπτύσσει μύκητες, ζύμες και βακτήρια (π.χ. λίπασες, δηλαδή ένζυμα που αποικοδομούν, δηλαδή αποσυναρμολογούν, το μόριό τους, κ.ά.), με αποτέλεσμα να βγαίνει από αυτόν ένα υποβαθμισμένο ελαιόλαδο. Τώρα πλέον είναι κοινή γνώση ότι ο ελαιόκαρπος, αφού κοπεί, πρέπει να περάσει όσο γίνεται πιο γρήγορα από τη διαδικασία της ελαιοτρίβησης.
Οποιος έχει περάσει την πόρτα ενός ελαιοτριβείου την εποχή της παραγωγής του λαδιού, από Νοέμβριο ως και το τέλος του Ιανουαρίου περίπου, ξέρει ότι νυχτώνει, ξημερώνει η εργασία εκεί μέσα δεν σταματά. Η θερμοκρασία του περιβάλλοντος όμως μπορεί να φθάσει αρκετά χαμηλά μέσα σε αυτό το διάστημα, ιδιαίτερα τις νύχτες, με συνέπεια να υπάρχει κίνδυνος να παγώσει το λάδι. Γι' αυτό πρέπει να επικρατεί μια υψηλότερη θερμοκρασία στη διάρκεια της έκθλιψης του λαδιού από τον ελαιόκαρπο. Ετσι, ένα ελαιόλαδο επιτρέπεται να το αποκαλούμε «άθερμο» και αγνό παρθένο όταν η θερμοκρασία έκθλιψης και αυτή του νερού, που συνήθως προσθέτουμε για να διευκολυνθεί η διαδικασία, δεν ξεπερνούν σε κανένα στάδιο τους 24 ή το πολύ τους 28 βαθμούς Κελσίου. Αν το ελαιόλαδο αυτό έχει εξαχθεί σε παραδοσιακό ελαιοτριβείο (υδραυλικό πιεστήριο) στην ετικέτα μπορεί να αναγράφεται και η ένδειξη «πρώτη πίεση εν ψυχρώ». Αν έχει εξαχθεί σε σύγχρονο φυγοκεντρικό ελαιοτριβείο, στην ετικέτα μπορεί να αναγράφεται η ένδειξη «εξαγωγή εν ψυχρώ».

Τι είναι το ψυχρής έκθλιψης;
Το άθερμο ελαιόλαδο ή ελαιόλαδο ψυχρής έκθλιψης είναι το παρθένο ελαιόλαδο που παραλαμβάνεται από την πρώτη έκθλιψη του ελαιοπολτού που έχουν δημιουργήσει οι μυλόπετρες έπειτα από μισής ώρας τουλάχιστον επεξεργασία. Ο καφέ αυτός πολτός έχει τοποθετηθεί μέσα σε πλεκτούς σάκους, έχει πιεστεί ή φυγοκεντρηθεί, χωρίς να επιτρέπεται η θέρμανσή του. Επειδή όμως περιέχει και άλλο λάδι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ζεστό νερό και εκ νέου πίεση για να αποκτηθεί μια πρόσθετη ποσότητα λαδιού μόνο που διάφορα ωφέλιμα στοιχεία διαλυτά στο νερό όπως οι πολύτιμες φαινόλες φεύγουν και αυτές μαζί. Αν το νερό είναι θερμοκρασίας 45 ως 63 βαθμών Κελσίου ονομάζεται αγνό ελαιόλαδο θερμής έκθλιψης.
Είναι γνωστό ότι η θέρμανση πολλές φορές στα τρόφιμα αλλοιώνει την ποιότητά τους, «καταστρέφει» τις βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία, καθώς και άλλα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά. Ετσι από τότε που εμφανίστηκαν οι διάφοροι χαρακτηρισμοί όπως άθερμο ή ψυχρής έκθλιψης, μου είχε δημιουργηθεί η απορία: αφού γίνονται τόσες προσπάθειες ώστε να μην ξεπεράσει το λάδι στο στάδιο της παραγωγής του θερμοκρασίες 28 ή έστω 63 βαθμών Κελσίου – γιατί τότε θα έχουμε τα δυσάρεστα αποτελέσματα που περιγράφηκαν –, όταν αυτό μαγειρεύεται, είτε σε βραστό φαγητό είτε μπαίνει στο τηγάνι, όπου οι θερμοκρασίες είναι σίγουρα υψηλότερες, τότε τι γίνεται; Η εξήγηση που μου έδωσε ο κ. Μαυροειδής είναι πως πραγματικά μόνο στις χαμηλές θερμοκρασίες έκθλιψης το λάδι διατηρεί όλα τα συστατικά του και το άρωμά του. Οσο αυξάνουμε τη θερμοκρασία κάποια από αυτά αρχίζουν να χάνονται. Και έτσι μπορεί να θεωρηθεί και ως αρκετά έγκυρη η συμβουλή, όταν μπορούμε, να προσθέτουμε το λάδι στο τέλος του μαγειρέματος ορισμένων φαγητών και όχι στην αρχή.
Ο καθένας καταλαβαίνει πως ο καταναλωτής δεν μπορεί να ελέγξει εύκολα σε τι θερμοκρασίες έχει παραχθεί το λάδι που πρόκειται να αγοράσει και ποια ήταν η μεταχείριση του ελαιοκάρπου από τη στιγμή που έφυγε από το δέντρο, αν και είναι σίγουρο ότι αυτή τη «μεταχείριση» θα τη βρει μέσα στο λάδι του. Πάντως ο συνομιλητής μου είχε απλά να προτείνει να ισχύσουν οι προδιαγραφές ISO 9001 και ISO 22000 όπου οι χειριστές υποχρεώνονται να καταγράφουν με λεπτομέρειες τις θερμοκρασίες και τις συνθήκες γενικά στα διάφορα στάδια της έκθλιψης.

Προσοχή στη συσκευασία!
Επίσης πρέπει να εκλείψουν τελείως οι συσκευασίες σε πλαστικά δοχεία τύπου PVC, γιατί αυτά είχαν κατασκευαστεί για τη διακίνηση νερού και διάφορα βλαβερά για τον ανθρώπινο οργανισμό στοιχεία, αδιάλυτα στο νερό, μπορούσαν να φθάσουν ως την τροφή μας και πιθανόν και μέσα στον οργανισμό μας. Τέτοιο ήταν, για παράδειγμα, κάποιο υλικό που προσέθεταν ώστε να γίνεται πιο μαλακό και πιο εύχρηστο το PVC, αλλά αυτό ήταν διαλυτό στα λίπη και επομένως και στο ελαιόλαδο. Γι' αυτό οι πιο σίγουρες συσκευασίες είναι το γυάλινο δοχείο, το ανοξείδωτο μεταλλικό ενώ από παλιά είναι γνωστό το δοχείο από πηλό, που το έχουμε αφήσει όμως πρώτα να μείνει γεμάτο με νερό μια εβδομάδα περίπου.


10 ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Γιατί κάποιοι διαφημίζουν το αγουρέλαιο;
Οταν ο καρπός της ελιάς κόβεται και πηγαίνει στο ελαιοτριβείο πιο άγουρος περιέχει περισσότερη ελαιοευρωπαΐνη, μια πικρή αλλά ισχυρή αντιοξειδωτική ουσία.
Γιατί θεωρούνται οι πράσινες ελιές πιο ωφέλιμες;
Διότι όσο ωριμάζει η ελιά τόσο ελαττώνονται (πέφτουν σχεδόν στο μισό) οι πολύτιμες φαινόλες.
Γιατί κάνουμε τη διάκριση σε λάδι που προκύπτει από πίεση και σε λάδι που προκύπτει από φυγοκέντριση;
Διότι με τη φυγοκέντριση έχουμε απώλεια κάποιων φαινολών.
Υπάρχουν διαφορές ως προς την ωφελιμότητα ανάμεσα στα διάφορα φυτικά λάδια;
Οπως έχουν δείξει σχετικές έρευνες, άλλα φυτικά έλαια όπως το σογιέλαιο, το βαμβακέλαιο και το ηλιέλαιο περιέχουν λιγότερες αντιοξειδωτικές ουσίες, ελαϊκό οξύ και βιταμίνη Ε.
Πώς καταλαβαίνουμε το νοθευμένο λάδι;
Μάλλον δεν μπορούμε να το καταλάβουμε έτσι χωρίς εργαστηριακή υποστήριξη. Το μόνο που μπορούμε να προσέξουμε είναι πως το χρώμα του πρέπει να είναι από σκούρο πράσινο ως ανοιχτό χρυσοπράσινο. Ελαιόλαδα με πολύ ανοικτό χρώμα είναι οξειδωμένα ή παλιά. Εξαίρεση αποτελούν τα ελαιόλαδα της Μυτιλήνης που είναι από τη φύση τους κίτρινα. Επίσης να αποφεύγουμε να αγοράζουμε χύμα λάδι ιδιαίτερα σε διάφανα και πλαστικά δοχεία διότι και το φως το αλλοιώνει.
Το ελαιόλαδο έχει περισσότερες θερμίδες από άλλα σπορέλαια;
Οχι, έχει ακριβώς τις ίδιες. Δίνει δηλαδή περίπου 9 χιλιοθερμίδες με κάθε γραμμάριο που καταναλώνουμε.
Το λάδι που παγώνει στο ψυγείο είναι νοθευμένο;
Οχι, απλά δεν έχει φιλτραριστεί ή δεν έχει μείνει για έναν ή δυο μήνες σε δεξαμενές για να κατακαθίσουν διάφορες φυτικές ουσίες που περιείχε.
Τι είναι η οξύτητα;
Η οξύτητα είναι ένας από τους δείκτες αξιολόγησης και κατάταξης ενός ελαιολάδου. Εκφράζεται συνήθως επί τοις εκατό (π.χ. το Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο έχει οξύτητες 0-1%) και αντιπροσωπεύει το ποσοστό ελεύθερων λιπαρών οξέων. Η οξύτητα, εκφραζόμενη σε ελαϊκό οξύ, επιτρέπεται να είναι κατά μέγιστο 1 g ανά 100 g στο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο. Η οξύτητα οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως στον τρόπο συγκομιδής και αποθήκευσης του καρπού, στο στάδιο ωρίμανσής του κ.λπ. Η μακρόχρονη αποθήκευση του καρπού πριν από την έκθλιψη, καθώς και το στοίβαγμα του καρπού σε μεγάλους σωρούς προκαλεί σημαντική αλλοίωση της γεύσης λόγω αύξησης της οξύτητάς του. Η αυξημένη οξύτητα δίνει μια «τσουχτερή», δυσάρεστη επίγευση στο προϊόν. Επίσης τα ελαιόλαδα με υψηλή οξύτητα αλλοιώνονται ευκολότερα και γρηγορότερα από τα άλλα.
Υπάρχουν πολλά «παρθένα»;
Στα «παρθένα» ελαιόλαδα έχουμε 4 κατηγορίες: «εξαιρετικό ή έξτρα παρθένο» με «οξύτητα» από δέκατα ως 1 γραμμάριο ελαϊκού οξέος στα 100 γραμμάρια. «Παρθένο» με οξύτητα ως 2 γραμμάρια ελαϊκού στα 100. «Κοινό παρθένο» με οξύτητα ως και 3,3 και τέλος «μειονεκτικό ή λαμπάντε» με οξύτητα επάνω από το 3,3.
Και οι ονομασίες ραφιναρισμένο και κουπέ τι σημαίνουν;
Υπάρχει πράγματι το «ραφιναρισμένο» λάδι που προέρχεται από λάδια «πρώην ακατάλληλα» (από ελιές χαλασμένες, κακή θερμοκρασία φύλαξης κ.λπ.) και η Χημεία ανέλαβε το λίφτινγκ τους. Προστίθεται καυστικό νάτριο (που μετά αφαιρείται) για εξουδετέρωση των ελεύθερων λιπαρών οξέων, άλλες ουσίες για να φύγει το κακό χρώμα και ακόμη το ζεσταίνουν πολύ γρήγορα στους 180 βαθμούς με απουσία οξυγόνου για να εξατμιστούν οι ανεπιθύμητες οσμές. Οταν το ελαιόλαδο «εξευγενιστεί» θεωρείται ότι μπορεί να καταναλωθεί. Συχνά απαιτείται μετάγγιση, πλύσιμο, διύλιση και αφαίρεση με διαλύτες και διαδοχικές διηθήσεις της ελαιώδους διάλυσης με επανάκτηση του διαλύτη. Επειτα από όλα αυτά το αναμειγνύουν με παρθένο ελαιόλαδο και προκύπτει το λάδι κουπέ, με οξύτητα κάτω από 1,5.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More