«Αναρωτιέμαι λοιπόν τι τους κάνουν τους πρώην μαθητές μας στις σχολές και μετά μέσα στην υπηρεσία της αστυνομίας. Με τι τους ποτίζουν, με τι τους ξεπλένουν τον εγκέφαλο; Γιατί καταστρέφουν ότι προσπαθούμε στα σχολεία να χτίσουμε;»
Την δεκαετία το ’90 είχα έναν μαθητή, τον Δημήτρη, που λάτρευε την φυσική.
Από την Β τάξη ακόμα του λυκείου, έλεγε πως θέλει να σπουδάσει φυσική. Την επόμενη χρονιά, στις πανελλαδικές, εξετάσεις έγραψε το απόλυτο άριστα στη φυσική: 160 στα 160, όπως ήταν τότε η βαθμολογική κλίμακα. Αλλά και στα άλλα μαθήματα αρίστευσε, με βαθμολογίες πάνω από 150. Μπορούσε να περάσει σε όποια σχολή ήθελε.
Τέλη Αυγούστου, αφού βγήκαν τα αποτελέσματα εισαγωγής,
τα οποία δεν είχα προλάβει να δω, τον συνάντησα τυχαία στο δρόμο. Του
έδωσα συγχαρητήρια και μισοαστειευόμενος τον ρώτησα αν πέρασε πρώτος στο
φυσικό. Η απάντησή του μου ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία: «Δεν δήλωσα το
φυσικό κύριε. Δήλωσα την σχολή αξιωματικών της αστυνομίας και πέρασα εκεί».
Όταν ξαναβρήκα την λαλιά μου ψέλλισα «Μα γιατί; Εσύ λάτρευες την φυσική.» Μου εξήγησε πως για βιοποριστικούς λόγους, ήταν από φτωχή και πολύτεκνη οικογένεια, δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στα έξοδα των σπουδών του και στην επερχόμενη ανεργία μετά το πέρας τους. Χρειαζόταν μια άμεση οικονομική λύση στο οικογενειακό τους πρόβλημα.
Αφού πέρασε το πρώτο σοκ χάρηκα. Σκέφτηκα ότι μπορεί η φυσική να έχασε έναν λαμπρό μελλοντικό επιστήμονα, κέρδισε όμως η ελληνική αστυνομία έναν άνθρωπο πανέξυπνο, με ήθος και αρχές, έναν άνθρωπο τελείως διαφορετικό από την εικόνα του «μπάτσου» που είχε η κοινωνία την εποχή της χούντας και των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης. Σκέφτηκα πως το γεγονός ότι, για να γίνεις πλέον αστυνομικός χρειάζεται να δώσεις πανελλήνιες εξετάσεις και ότι τις σχολές αυτές θα τις επιλέγουν, λόγω ανεργίας, άτομα πραγματικά μορφωμένα, άτομα σκεπτόμενα και ηθικά, θα αναβάθμιζε πολύ την ποιότητα της αστυνομίας. Γιατί μέχρι τότε στην αστυνομία κατατάσσονταν άτομα ανεγκέφαλα, ψευδοπατριώτες και ακροδεξιά στοιχεία που τους άρεσε η βία, άτομα που με το ζόρι τελείωναν το σχολείο και που θα μπορούσαν καλυπτόμενοι από την στολή του αστυνομικού να εκδηλώνουν τα βίαια ένστικτά τους χωρίς συνέπειες.
Για χρόνια λοιπόν περίμενα αυτή την ποιοτική και ηθική αναβάθμιση της αστυνομίας. Δεν την έβλεπα αλλά και δεν με πολυαπασχολούσε, είναι η αλήθεια. Τα διάφορα έκτροπα που κατά καιρούς έβλεπα (βλέπε υπόθεση Γρηγορόπουλου κ.λπ.) τα απέδιδα είτε σε αστυνομικούς δεινόσαυρους από την προ εισαγωγής με πανελλήνιες εποχή, είτε ως μεμονωμένα γεγονότα.
Τα φετινά όμως επεισόδια της Ν. Σμύρνης με ξανασόκαραν. Όχι τόσο ο πρώτος ξυλοδαρμός το μεσημέρι της Κυριακής της 8ης Μαρτίου, όσο το video με τις άναρθρες κραυγές των μπάτσων (λυπάμαι αλλά εδώ δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω την λέξη αστυνομικοί) «Πάμε να τους γ@μ@σουμε, πάμε να τους σκοτώσουμε.»
Και αναρωτιέμαι τόσο λάθος συλλογισμό έκανα; Είναι και ο Δημήτρης πλέον σαν κι αυτούς; Γιατί μια χαρά παιδιά, έξυπνα, μορφωμένα, καλά παιδιά όπως τα βλέπουμε σαν μαθητές μας στο σχολείο καταντούν έτσι;
Και τότε μου ήρθαν στον νου δύο ταινίες που περιγράφουν αληθινά γεγονότα: «Το πείραμα» και το «Κύμα».
Και οι δύο ταινίες δείχνουν πως με τις κατάλληλες συνθήκες μπορούν να ξυπνήσουν άγρια και πρωτόγονα ένστικτα σε φυσιολογικούς ανθρώπους. Αναρωτιέμαι λοιπόν τι τους κάνουν τους πρώην μαθητές μας στις σχολές και μετά μέσα στην υπηρεσία της αστυνομίας. Με τι τους ποτίζουν, με τι τους ξεπλένουν τον εγκέφαλο; Γιατί καταστρέφουν ότι προσπαθούμε στα σχολεία να χτίσουμε;
Οι ευθύνες ανήκουν πρώτα στις κυβερνήσεις και στην ηγεσία της αστυνομίας και στη συνέχεια στον κάθε αστυνομικό που αφήνει τον εαυτό του να μετατραπεί σε μπάτσο. Λυπάμαι για τους μαθητές μου…
Γράφει ο Κ.Β.
Εκπαιδευτικός Φυσικός.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου