Αν υπάρχει μία σκηνή που μπορεί να αποδώσει πιο παραστατικά το αποτύπωμα του Ψυχρού Πολέμου στη δυτική ποπ κουλτούρα, σίγουρα είναι εκείνη όπου ο Ρόκι Μπαλμπόα καταφέρνει να καθυποτάξει τον Ιβάν Ντράγκο – που θα είναι για πάντα νικητής στις καρδιές μας – στον τελευταίο του θρυλικού αγώνα στο Κράσνογκαρσκ στο Ρόκι IV. Μια ταινία με κορυφαία ηθικά διδάγματα, όπως ότι οι Σοβιετικοί είναι άκαρδοι φονιάδες, το σούρσιμο έλκηθρων και η τρεχάλα στο βουνό νικούν τις υπερσύγχρονες σοβιετικές ντόπες. και κυρίως ότι οι ΗΠΑ είναι η πιο υπέροχη χώρα του πλανήτη, που παλεύει για τη δικαιοσύνη, την αλήθεια και την ελευθερία.
Ποιος θα ήταν καταλληλότερος να ενσαρκώσει το ρόλο, από το Σιλβέστερ Σταλόνε, που ήδη είχε κατακτήσει τις καρδιές κάθε αγνού πατριώτη Αμερικανού ως Τζον Ράμπο, ένας βετεράνος του Βιετνάμ, που αφού είχε κάνει καλά μιλιούνια άσπλαχνων Βιετκόνγκ στο χαλαρό, αντιμετώπιζε την αδιαφορία του αχάριστου liberal κατεστημένου στην πατρίδα. Από τα τρία Ράμπο που γυρίστηκαν προ του τέλους της ΕΣΣΔ, κατά την ταπεινή μου γνώμη ξεχωρίζει το τρίτο, όπου ο ατρόμητος ήρωας κερδίζει την εμπιστοσύνη των δύσπιστων μαχητών της ελευθερίας μουτζαχεντίν και μαζί αντιμετωπίζουν το σοβιετικό τέρας στην πιο βίαιη ταινία της εποχής της, βάσει του βιβλίου Γκίνες, με 108 θανάτους επί της οθόνης. Τον Μασούντ, αρχηγό των μουτζαχεντίν, υποδυόταν μάλιστα ο Σπύρος Φωκάς, που μάλιστα ως Έλληνας συνάντησε τη δυσπιστία του Σταλόνε, λόγω κακής του συνεργασίας με τον Ελληνοαμερικανό σκηνοθέτη Τζωρτζ Κοσμάτος.
Λογικό ήταν η πτώση του τείχους και του μεγάλου εχθρού να έχει επιπτώσεις στην τύχη ενός από τους πλέον αρχετυπικούς ήρωες δράσεις του σύγχρονου κινηματογράφου. Παρά την εμπορική επιτυχία του τέταρτου Ράμπο το 2008, κανείς δεν μπορούσε πραγματικά να ευχαριστηθεί κάτι λιμά πειρατές και στρατιώτες στη Βιρμανία ως αντίπαλο δέος του ανθρώπου γονάτισε την αυτοκρατορία με το σφυροδρέπανο. Για το Σεπτέμβρη του 2019 προγραμματίζεται κι ο τελευταίος μάλλον Ράμπο της καριέρας του, όπου ο βετεράνος θα τα βάζει με τα μεξικάνικα καρτέλ. Sic transit gloria mundi, που θα έλεγε και η γιαγιά μου…
O δρόμος προς τη δόξα δεν ήταν εύκολος για τον Γκαρντέντσιο Σταλόνε (από το επίθετο Σταλιόνε, που είχε αλλάξει ο Ιταλοαμερικανός πατέρας του, για να μην τον μπερδεύουν με διάφορους συνονόματους συμπατριώτες του μαφιόζους), όπως είναι το πραγματικό του όνομα, που γεννήθηκε στις 6 Ιούλη 1946 σε γειτονιά του Μανχάταν, από πατέρα κομμωτή και μητέρα αστρολόγο. Είδε το φως σε νοσοκομείο φιλανθρωπικής οργάνωσης και η λαβίδα που χρησιμοποιήθηκε κατά τον τοκετό του κατέστρεψε ένα νεύρο του προσώπου, αφήνοντας μια πλευρά του προσώπου του παράλυτη, αλλά και προβλήματα άρθρωσης. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Φιλαδέλφεια και παρά το πρόβλημά του, συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις, ενώ είχε κι επιτυχίες ως αθλητής του αμερικανικού φούτμπολ στο τοπικό πρωτάθλημα. Πέρασε δυο χρόνια σε αμερικανικό κολέγιο στην Ελβετία, όπου είχε και την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση ως ηθοποιός στο “Θάνατο ενός εμποράκου” του Άρθουρ Μίλερ. Επέστρεψε στις ΗΠΑ και γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, το οποίο εγκατέλειψε για να κάνει καριέρα στο σινεμά. Αρχικά δυσκολευόταν πολύ να βρει ρόλους, μένοντας μάλιστα άστεγος για λίγες μέρες λόγω έξωσης. Εκείνη την περίοδο δέχτηκε για αμοιβή 200 δολαρίων να εμφανιστεί στην ταινία μαλακού πορνό “Ο Ιταλός επιβήτορας” (1970), συνεχίζοντας αργότερα με ρόλους κομπάρσου σε μια σειρά ταινίες, ανάμεσά τους και το “Bananas” του Γούντι Άλεν, ενώ ο πρώτος σημαντικός του ρόλος ήταν στην κομεντί “Οι λόρδοι του Φλάτμπους” το 1974.
Η επιτυχία ήρθε απροσδόκητα το 1976, όταν ο Σταλόνε μέσα σε λίγες μέρες έγραψε το σενάριο για την ταινία Ρόκι, εμπνεόμενος από τον αγώνα του μποξέρ Τσακ Γουέπνερ κατά του Μοχάμετ Άλι. Ερμηνεύοντας και το ρόλο του πρωταγωνιστή, κατόρθωσε να πετύχει μια μεγάλη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, παρά το φτωχικό μπάτζετ, αποσπώντας μια σειρά Όσκαρ, ανάμεσά τους εκείνο της καλύτερης ταινίας, του α’ ανδρικού ρόλου και του καλύτερου σεναρίου. Ήταν η απαρχή για τη σειρά Ρόκι, την οποία ακολούθησαν άλλες επτά ταινίες, με τελευταία το “Creed II” που προβλήθηκε πέρσι.
Πέρα από τη σχεδόν εξίσου πετυχημένη σειρά των ταινίων Ράμπο, ο Σταλόνε έπαιξε και σε μια σειρά ξεχασμένων σήμερα θρίλερ και ταινιών δράσης., αλλά και άλλων, με μεγαλύτερη απήχηση, ιδίως εκτός ΗΠΑ, όπως “Οι Σπεσιαλίστες”, “Ο δικαστής Ντρεντ” και πιο πρόσφατα “Οι Αναλώσιμοι”, που ακολουθήθηκε από δύο σίκουελ. Ο Σταλόνε πειραματίστηκε χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία και στο χώρο της κωμωδίας, ενώ είχε μια εμπορική, αλλά όχι καλλιτεχνική επιτυχία ως σκηνοθέτης του Stayng Alive (1983), συνέχεια της μεγάλης επιτυχίας “Πυρετός το Σαββατόβραδο” και πάλι με τον Τζον Τραβόλτα ως πρωταγωνιστή. Εκτός από τις κινηματογραφικές του δραστηριότητες, ο Σταλόνε ασχολείται και με το χώρο της εστίασης.
Θεωρούμενος παραδοσιακά ρεπουμπλικανός κι έχοντας συναντηθεί με το Ρόναλντ Ρέιγκαν, ο Σταλόνε είχε υποστηρίξει ανοιχτά τον ΜακΚέιν για την προεδρία του 2008, ενώ για τον Ντόναλντ Τραμπ το 2016 είχε δηλώσει πως “τον αγαπάει”, αλλά “δεν ήταν σίγουρος, πως μεταφράζεται αυτό στην πραγματική διακυβέρνηση”.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου