17 Απρ 2019

Μήπως η νεοφιλελεύθερη λιτότητα έκαψε και την Παναγία των Παρισίων;


Από τον Άρη Χατζηστεφάνου

Μετά το αρχικό σοκ που βίωσε η ανθρωπότητα από την καταστροφική πυρκαγιά στην Παναγία των Παρισίων, έρχονται στο φως στοιχεία για την εγκληματική αμέλεια στη συντήρηση του μνημείου λόγω περικοπών στον σχετικό προϋπολογισμό του γαλλικού κράτους.
Αν και είναι πολύ νωρίς για την εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων, πριν ολοκληρωθεί και η ανακριτική διαδικασία της πυροσβεστικής, ορισμένα πολιτικά και οικονομικά στοιχεία θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν τα σημαντικότερα μνημεία του πλανήτη, λόγω αποφάσεων που λαμβάνονται στο όνομα της ελεύθερης αγοράς.
Η Παναγία των Παρισίων ήταν ένα από τα χειρότερα συντηρημένα μνημεία της Γαλλίας (αναλογικά με την σημασία του ως μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς). Το γαλλικό κράτος διέθετε δύο εκατομμύρια ευρώ σε εργασίες συντήρησης, τη στιγμή που ειδικοί εκτιμούσαν το κόστος στα 150 εκατομμύρια ευρώ.
Δημοσιογράφοι, μηχανικοί και αρχαιολόγοι, στους οποίους δόθηκε πρόσβαση στα ανώτερα τμήματα του κτιρίου (ψηλότερα από τα σημεία που επισκέπτονταν οι τουρίστες), έκαναν λόγο για ολοκληρωτική εγκατάλειψη, η οποία απειλούσε τη σταθερότητα ολόκληρης της κατασκευής. Τμήματα του κτιρίου έπεφταν, ενώ μεγάλες τρύπες στην οροφή καλύπτονταν πρόχειρα με ξύλινες και πλαστικές κατασκευές.
Ανάλογη εγκατάλειψη, λόγω της πολιτικής λιτότητας, οδήγησε πριν από μερικούς μήνες στην καταστροφή από πυρκαγιά του εθνικού μουσείου του Ρίο Ντε Τζανέιρο στη Βραζιλία, στο οποίο φυλάσσονταν 20 εκατομμύρια αντικείμενα από την αρχή του ανθρώπινου πολιτισμού μέχρι και τον τελευταίο αιώνα.
Οι προτάσεις που γίνονταν τα τελευταία χρόνια για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στην Παναγία των Παρισίων δεν είχαν σαν γνώμονα την προστασία της παγκόσμιας κληρονομιάς, αλλά μια υπόγεια μορφή «ιδιωτικοποίησης» της διαχείρισης και συντήρησης του μνημείου. Μεταξύ άλλων, είχε προταθεί να δημιουργηθεί μια νέα λοταρία, τα έσοδα της οποίας θα χρησιμοποιούνταν για τη συντήρηση του κτιρίου.
Τη στιγμή δηλαδή που ο Μακρόν, αλλά και οι προκάτοχοί του, πραγματοποιούσαν μια πρωτοφανή αναδιανομή εισοδήματος, χαρίζοντας χρήματα στους πλούσιους (μέσω φορoελαφρύνσεων και αλλαγών στο εργασιακό δίκαιο που ωφελούσαν τις οικονομικές ελίτ του λεγόμενου «1%»), τα δημόσια ταμεία άδειαζαν και φυσικά οι αρμόδιες αρχές δήλωναν αδυναμία να συντηρήσουν την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας. Τη στιγμή που το γαλλικό κράτος αυξάνει τον πολεμικό προϋπολογισμό του, που του επιτρέπει να παρεμβαίνει στρατιωτικά σε αρκετές πρώην αποικίες, το κράτος πρόνοιας συρρικνώνεται και ιδιωτικοποιείται σε όλους τους τομείς.
Παράλληλα συνεργάτες του Μακρόν επιχείρησαν να αντιγράψουν το αγγλοσαξωνικό, νεοφιλελεύθερο μοντέλο με την επιβολή εισιτηρίου στα μεγάλα μνημεία της χώρας, μετατρέποντάς τα από δημόσιο αγαθό, σε μια αυτοσυντηρούμενη επιχείρηση. Η λογική του λιγότερου κράτους κυριαρχούσε στο επιτελείο του πρώην τραπεζίτη.
Εύλογα θα απαντήσει κάποιος ότι σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, η καταστροφή της Παναγίας των Παρισίων δεν προήλθε τελικά από την κατάρρευση λόγω ελλιπούς συντήρησης, αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: τις εργασίες συντήρησης, από τις οποίες πιστεύεται ότι ξεκίνησε η φωτιά.
Και εδώ όμως, ο ρόλος της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών ίσως να ήταν καθοριστικός. Οι εργασίες συντήρησης ενός τέτοιου έργου αποτελούν ένα κολοσσιαίο έργο που μπορεί να συγκριθεί (εάν δεν ξεπερνά σε πολυπλοκότητα) ακόμη και την κατασκευή του κτιρίου. Όπως εξηγεί η αρχαιολόγος Δέσποινα Κουτσούμπα, «το προσωπικό που δουλεύει στα μνημεία πρέπει να είναι καταρτισμένο, με κανονικές εργασιακές συνθήκες και κανονική σχέση εργασίας και όλα τα μέτρα ασφάλειας -όσο κι αν αυτό “κοστίζει” ή “παίρνει χρόνο”».
Το γεγονός, επίσης, ότι η πρόσβαση ήταν ελεύθερη, χωρίς εισιτήριο, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να ασκήθηκαν πιέσεις για ταχύτερη ολοκλήρωση των εργασιών με γνώμονα το κέρδος. Αυτού του είδους τα μνημεία αντιμετωπίζονται δυστυχώς σαν τεράστιες βιομηχανίες παραγωγής πλούτου για σειρά επιχειρήσεων που έχουν παράπλευρα οφέλη και στα οποία στηρίζεται η τοπική οικονομία.
Τέλος στη συζήτηση για τα αίτια της καταστροφής δεν μπορούμε να μην συμπεριλάβουμε τον ατελή, όπως τον χαρακτηρίζει ο ακαδημαϊκός Τόμι Μάιλς, διαχωρισμό κράτους – εκκλησίας στη Γαλλία – μια χώρα που περηφανεύεται για τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους. Σύμφωνα με το περίφημο νόμο για το διαχωρισμό κράτους – εκκλησίας του 1905, το γαλλικό κράτος ελέγχει και αναλαμβάνει το κόστος συντήρησης θρησκευτικών κτισμάτων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, υποστηρίζουν ορισμένοι σχολιαστές, είχαμε μια λεόντειο συμφωνία στην οποία η εκκλησία δεν δαπανούσε τίποτα από την αμύθητη περιουσία της για ένα κτίριο το οποίο χρησιμοποιούσε κανονικά, αφήνοντας στο γαλλικό δημόσιο τον τελικό λογαριασμό.

Θα περιμένουμε να δούμε τα τελικά πορίσματα των ερευνών της πυροσβεστικής. Και μόνο το γεγονός όμως ότι ένα μνημείο, που πέρασε σχετικά αλώβητο ορισμένες από τις μεγαλύτερες συγκρούσεις των τελευταίων αιώνων, καταστράφηκε τελικά όταν είχαμε τις περισσότερες τεχνικές δυνατότητες να το προστατεύσουμε, σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν οφείλεται απλώς σε ένα ατύχημα.
Ήταν ένα πολιτικό και οικονομικό έγκλημα.
Info-war.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More