Του Γ.Α.Λυγκουνάκη
Στο κείμενο αυτό θα κάνω μια παράθεση σκέψεων που μου γεννήθηκαν διαβάζοντας «Τα Δίκαια του Ανθρώπου» του Ρήγα Φεραίου. Ως εκ τούτου δεν θα κάνω μια αναλυτική παρουσίαση του έργου αλλά θα σταθώ ενδεικτικά στα σημεία που μού έκαναν εντύπωση και θα τα πλαισιώσω με τα δικά μου συμπεράσματα.
Ο συγγραφέας ξεκινά από το Άρθρο 1 να δίνει έναν ορισμό για τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι συγκροτούν κοινωνίες και αυτοί είναι «να συμβοηθώνται και να ζώσιν ευτυχισμένοι και όχι να συναντιτρώγωνται ή να ρουφά το αίμα τους ένας». Οι αρχές του Ουμανισμού μπαίνουν ήδη από την αρχή. Χωρίς αυτές το έργο δεν θα είχε ποτέ γραφεί.
Στο Άρθρο 2 γράφει:
«Αυτά τα Φυσικά Δίκαια είναι:
Εδώ έχω να κάνω δυο παρατηρήσεις:
Πρώτον, πολλοί θα έσπευδαν να παρατηρήσουν πως σε αυτό το άρθρο τίθενται οι νομικές βάσεις της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας. Στους απολογητές του αστισμού θα αντιπαρατεθώ θεωρητικά παρακάτω.
Δεύτερον, η αναφορά στα Φυσικά Δίκαια μου δίνει την αφορμή να αναφερθώ στις Γενικές Αρχές του Διεθνούς Δικαίου ως έκφρασης της υπάρξεως της διεθνούς νομικής τάξεως, διακριτά από τους συγκεκριμένους νομικούς κανόνες της Διεθνούς Νομοθεσίας, της Διεθνούς Νομολογίας και του Διεθνούς Εθίμου. Τα Φυσικά Δίκαια υπό αυτήν την έννοια εκφράζουν την πεποίθηση όσον αφορά την ικανότητα της Ανθρωπότητας να δημιουργεί Δίκαιο ως συλλογικό υποκείμενο και άρα την αποκρυστάλλωση χιλιετιών εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Δεν διστάζω να τοποθετηθώ, ότι, κατά την άποψη μου, οι Γενικές Αρχές του Δικαίου ως πανανθρώπινη αντίληψη των ορίων, είναι αυτό που κάνει τον άνθρωπο, άνθρωπο.
Στο Άρθρο 3 ο Ρήγας συνεχίζει, γράφοντας πως «Όλοι οι άνθρωποι, Χριστιανοί και Τούρκοι, κατά φυσικόν λόγον είναι ίσοι». Η ισότητα αποκτά την ισχύ φυσικού πανανθρώπινου αξιώματος και δεν περιορίζεται στα πλαίσια της ταξικής αλληλεγγύης.
Αυτό, όπως θα καταδείξω παρακάτω, δεν αναιρεί την ταξικότητα που διαπνέει το κείμενο. Αντιθέτως, την εμπλουτίζει με το συναίσθημα της ελεύθερης επιλογής σε αντίθεση με μια μηχανιστική αντίληψη για την πρωτοπορία της εργατικής τάξης «ως τάξης για τον εαυτό της». Το αναμφισβήτητο αντικειμενικό συμφέρον των προλετάριων και των δουλοπαροίκων να σπάσουν τις αλυσίδες τους και να επαναστατήσουν, δεν εξηγεί τη συστράτευση κομματιών των μεσοστρωμάτων τα οποία συνειδητά επέλεξαν να υπηρετήσουν την υπόθεση της επανάστασης.
Εδώ επίσης θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως η σκέψη του Ρήγα όπως καταγράφεται, δεν διαχωρίζει τους ανθρώπους με βάση τις εθνικές τους γραμμές, αλλά με βάση το διαχωρισμό τους σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους και, πρέπει να γίνει κατανοητό, πως στο φεουδαρχικό σύστημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αυτή η διάκριση είναι ταξική διάκριση. Τα γεγονότα της επανάστασης στη Μολδοβλαχία είναι άκρως αποκαλυπτικά.
Ίσως όμως, για τους οπαδούς της εθνικής ενότητας όλων με όλους, αφεντικών και δούλων, ο Υψηλάντης δεν ήταν πατριώτης αρκετά. Ίσως ήταν Νεοταξίτης και Εθνομηδενιστής. Σε αυτούς που το πιστεύουν αυτό, συνιστώ ψυχραιμία.
Στο Άρθρο 4 αναφέρεται «Ο Νόμος είναι εκείνη η ελευθέρα απόφασις, όπου με την συγκατάθεσιν όλου του λαού έγινεν», στο Άρθρο 5 «Τα ελεύθερα γένη δεν γνωρίζουν καμίαν αξίαν προτιμήσεως εις τας εκλογάς των, παρά την φρόνησιν και την προκοπήν». Η ασυμβατότητα αυτών των αρχών με την λειτουργία του καπιταλισμού στο σάπιο ιμπεριαλιστικό του στάδιο είναι καταφανής.
Το Άρθρο 6 θα το παραθέσω αυτούσιο: «Η Ελευθερία είναι εκείνη η δύναμις όπου έχει ο άνθρωπος εις το να κάμη όλον εκείνο, όπου δεν βλάπτει εις τα δίκαια των γειτόνων του. Αυτή έχει ως θεμέλιον την φύσιν, διατί φυσικά αγαπώμεν να είμεθα ελεύθεροι. Έχει ως φύλακα τον Νόμον, διότι αυτός προσδιορίζει, εώς που πρέπει να είμεθα ελεύθεροι. Το ηθικόν σύνορον της Ελευθερίας είναι τούτο το ρητόν: “Μην κάμεις εις τον άλλον εκείνο όπου δεν θέλεις να σε κάμουν”». Η Ελευθερία ορίζεται ως φυσική, ενιαία και αδιαίρετη ανθρώπινη κατάσταση και όχι ως κατακερματισμένη, νομικά πλαισιωμένη ισορροπία δυνάμεων με βάση το φιλελεύθερο «Η Ελευθερία του ενός (αφεντικού) τελειώνει εκεί όπου αρχίζει η Ελευθερία του άλλου (αφεντικού)».
Γροθιά στο στομάχι της ιδεολογίας της αστικής ψευτοδημοκρατίας είναι το Άρθρο 11: «Κάθε δυναστικόν επιχείρημα, όπου ήθελαν κάμει εναντίον ενός ανθρώπου, όπου δεν έπταισε, και χωρίς προσταγήν του Νόμου θέλουν να τον καταδικάσουν, εκείνο φαίνεται πως είναι μόνον από το κεφάλι του κριτού και έργον τυραννικόν. Ο άνθρωπος λοιπόν, τον οποίον θέλουν να δυναστεύσουν με αυτόν τον τρόπον, έχει δίκαιον και άδειαν να αντισταθή εξ’ όλης του της δυνάμεως, να το αποβάλη με βίαν και να μην υποταχθή». Ποιο καθαρή απάντηση στις αστικές αντιλήψεις περί «συνέχειας του Κράτους» και τις ρεφορμιστικές περί «καταδίκης της βίας από όπου και αν προέρχεται» δεν μπορεί να υπάρξει, αναφέρεται όμως ξανά και παρακάτω.
Το Άρθρο 23 αφιερώνεται με πολύ αγάπη στους ψευτοπατριώτες που στην Ελλάδα (και στην Τουρκία) των χρεοκοπιών, των εξώσεων, των φυλακίσεων και των αυτοκτονιών ουρλιάζουν για τις βραχονησίδες: «Η κοινή επιβεβαίωσις και σιγουρότης του κάθε πολίτου συνίσταται εις την ενέργειαν όλων των πολιτών. Ήγουν, να στοχαζώμεθα πως, όταν πάθη ένας τίποτες κακόν, εγγίζονται όλοι, και δια τούτο πρέπει να βεβαιώσωμεν εις τον καθένα την μεταχείρισιν και την προφύλαξιν των δικαίων του. Αυτή η σιγουρότης θεμελιώνεται επάνω εις την αυτεξουσιότητα του έθνους, ήγουν, όλο το έθνος αδικείται, όταν αδικήται ένας μόνος πολίτης».
Ποτέ μη στέλνεις να ρωτήσεις για ποιον χτυπάει η καμπάνα. Χτυπάει για σένα.
Στο Άρθρο 34 περιγράφεται ολόκληρο το διεθνιστικό πλαίσιο που όριζε τη σκέψη του Ρήγα: «Ο Βούλγαρος πρέπει να κινήται όταν πάσχει ο Έλλην, και τούτος πάλι δι’ εκείνον, και αμφότεροι δια τον Αλβανόν και Βλάχον».
Στην εποχή μας όπου ο ιμπεριαλισμός ως σύστημα εξωτερικής και εσωτερικής καταπίεσης των αρχουσών τάξεων έναντι των λαών έχει φτάσει στο απόγειο όμως, πάλη απέναντι στον ιμπεριαλισμό είναι πάλη απέναντι στον καπιταλισμό. Λογικές περί εθνικής ανεξαρτησίας χωρίς ανατροπή του συστήματος εξουσίας θα στραφούν αντικειμενικά και ανεξάρτητα από προθέσεις ενάντια στους γείτονες λαούς για τον λόγο ότι δεν είμαστε υπόδουλοί απέναντι σε ανεξάρτητους εχθρούς αλλά, αντιθέτως, είμαστε όλοι μαζί δούλοι των ιμπεριαλιστών και λύση μπορεί να δοθεί μόνο από κοινού απέναντι τους. Κάθε άλλη φερόμενη ως λύση θα είναι απλά υπηρέτηση κάποιου από τα εναλλακτικά τους πλάνα.
Κλείνω με το Άρθρο 35: «Όταν η Διοίκησις βιάζη, αθετή, καταφρονή τα δίκαια του λαού και δεν εισακούη τα παράπονα του, το να κάμη τότε ο λαός ή κάθε μέρος του λαού επανάστασιν, να αρπάζη τα άρματα και να τιμωρήση τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν από όλα τα δίκαια του και το πλέον απαραίτητον από όλα τα χρέη του».
Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του μελετητή Δημητρίου Καραμπερόπουλου για τον Ρήγα:
Στο κείμενο αυτό θα κάνω μια παράθεση σκέψεων που μου γεννήθηκαν διαβάζοντας «Τα Δίκαια του Ανθρώπου» του Ρήγα Φεραίου. Ως εκ τούτου δεν θα κάνω μια αναλυτική παρουσίαση του έργου αλλά θα σταθώ ενδεικτικά στα σημεία που μού έκαναν εντύπωση και θα τα πλαισιώσω με τα δικά μου συμπεράσματα.
Ο συγγραφέας ξεκινά από το Άρθρο 1 να δίνει έναν ορισμό για τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι συγκροτούν κοινωνίες και αυτοί είναι «να συμβοηθώνται και να ζώσιν ευτυχισμένοι και όχι να συναντιτρώγωνται ή να ρουφά το αίμα τους ένας». Οι αρχές του Ουμανισμού μπαίνουν ήδη από την αρχή. Χωρίς αυτές το έργο δεν θα είχε ποτέ γραφεί.
Στο Άρθρο 2 γράφει:
«Αυτά τα Φυσικά Δίκαια είναι:
- Πρώτον, το να είμεθα όλοι ίσοι και όχι ο ένας κατώτερος από τον άλλον.
- Δεύτερον, να είμεθα ελεύθεροι και όχι ο ένας σκλάβος του αλλουνού.
- Τρίτον, να είμεθα σίγουροι εις την ζωήν μας, και κανένας να μην ημπορή να μας την πάρη αδίκως και κατά την φαντασίαν.
Εδώ έχω να κάνω δυο παρατηρήσεις:
Πρώτον, πολλοί θα έσπευδαν να παρατηρήσουν πως σε αυτό το άρθρο τίθενται οι νομικές βάσεις της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας. Στους απολογητές του αστισμού θα αντιπαρατεθώ θεωρητικά παρακάτω.
Δεύτερον, η αναφορά στα Φυσικά Δίκαια μου δίνει την αφορμή να αναφερθώ στις Γενικές Αρχές του Διεθνούς Δικαίου ως έκφρασης της υπάρξεως της διεθνούς νομικής τάξεως, διακριτά από τους συγκεκριμένους νομικούς κανόνες της Διεθνούς Νομοθεσίας, της Διεθνούς Νομολογίας και του Διεθνούς Εθίμου. Τα Φυσικά Δίκαια υπό αυτήν την έννοια εκφράζουν την πεποίθηση όσον αφορά την ικανότητα της Ανθρωπότητας να δημιουργεί Δίκαιο ως συλλογικό υποκείμενο και άρα την αποκρυστάλλωση χιλιετιών εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Δεν διστάζω να τοποθετηθώ, ότι, κατά την άποψη μου, οι Γενικές Αρχές του Δικαίου ως πανανθρώπινη αντίληψη των ορίων, είναι αυτό που κάνει τον άνθρωπο, άνθρωπο.
Στο Άρθρο 3 ο Ρήγας συνεχίζει, γράφοντας πως «Όλοι οι άνθρωποι, Χριστιανοί και Τούρκοι, κατά φυσικόν λόγον είναι ίσοι». Η ισότητα αποκτά την ισχύ φυσικού πανανθρώπινου αξιώματος και δεν περιορίζεται στα πλαίσια της ταξικής αλληλεγγύης.
Αυτό, όπως θα καταδείξω παρακάτω, δεν αναιρεί την ταξικότητα που διαπνέει το κείμενο. Αντιθέτως, την εμπλουτίζει με το συναίσθημα της ελεύθερης επιλογής σε αντίθεση με μια μηχανιστική αντίληψη για την πρωτοπορία της εργατικής τάξης «ως τάξης για τον εαυτό της». Το αναμφισβήτητο αντικειμενικό συμφέρον των προλετάριων και των δουλοπαροίκων να σπάσουν τις αλυσίδες τους και να επαναστατήσουν, δεν εξηγεί τη συστράτευση κομματιών των μεσοστρωμάτων τα οποία συνειδητά επέλεξαν να υπηρετήσουν την υπόθεση της επανάστασης.
Εδώ επίσης θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως η σκέψη του Ρήγα όπως καταγράφεται, δεν διαχωρίζει τους ανθρώπους με βάση τις εθνικές τους γραμμές, αλλά με βάση το διαχωρισμό τους σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους και, πρέπει να γίνει κατανοητό, πως στο φεουδαρχικό σύστημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αυτή η διάκριση είναι ταξική διάκριση. Τα γεγονότα της επανάστασης στη Μολδοβλαχία είναι άκρως αποκαλυπτικά.
Ίσως όμως, για τους οπαδούς της εθνικής ενότητας όλων με όλους, αφεντικών και δούλων, ο Υψηλάντης δεν ήταν πατριώτης αρκετά. Ίσως ήταν Νεοταξίτης και Εθνομηδενιστής. Σε αυτούς που το πιστεύουν αυτό, συνιστώ ψυχραιμία.
Στο Άρθρο 4 αναφέρεται «Ο Νόμος είναι εκείνη η ελευθέρα απόφασις, όπου με την συγκατάθεσιν όλου του λαού έγινεν», στο Άρθρο 5 «Τα ελεύθερα γένη δεν γνωρίζουν καμίαν αξίαν προτιμήσεως εις τας εκλογάς των, παρά την φρόνησιν και την προκοπήν». Η ασυμβατότητα αυτών των αρχών με την λειτουργία του καπιταλισμού στο σάπιο ιμπεριαλιστικό του στάδιο είναι καταφανής.
Το Άρθρο 6 θα το παραθέσω αυτούσιο: «Η Ελευθερία είναι εκείνη η δύναμις όπου έχει ο άνθρωπος εις το να κάμη όλον εκείνο, όπου δεν βλάπτει εις τα δίκαια των γειτόνων του. Αυτή έχει ως θεμέλιον την φύσιν, διατί φυσικά αγαπώμεν να είμεθα ελεύθεροι. Έχει ως φύλακα τον Νόμον, διότι αυτός προσδιορίζει, εώς που πρέπει να είμεθα ελεύθεροι. Το ηθικόν σύνορον της Ελευθερίας είναι τούτο το ρητόν: “Μην κάμεις εις τον άλλον εκείνο όπου δεν θέλεις να σε κάμουν”». Η Ελευθερία ορίζεται ως φυσική, ενιαία και αδιαίρετη ανθρώπινη κατάσταση και όχι ως κατακερματισμένη, νομικά πλαισιωμένη ισορροπία δυνάμεων με βάση το φιλελεύθερο «Η Ελευθερία του ενός (αφεντικού) τελειώνει εκεί όπου αρχίζει η Ελευθερία του άλλου (αφεντικού)».
Γροθιά στο στομάχι της ιδεολογίας της αστικής ψευτοδημοκρατίας είναι το Άρθρο 11: «Κάθε δυναστικόν επιχείρημα, όπου ήθελαν κάμει εναντίον ενός ανθρώπου, όπου δεν έπταισε, και χωρίς προσταγήν του Νόμου θέλουν να τον καταδικάσουν, εκείνο φαίνεται πως είναι μόνον από το κεφάλι του κριτού και έργον τυραννικόν. Ο άνθρωπος λοιπόν, τον οποίον θέλουν να δυναστεύσουν με αυτόν τον τρόπον, έχει δίκαιον και άδειαν να αντισταθή εξ’ όλης του της δυνάμεως, να το αποβάλη με βίαν και να μην υποταχθή». Ποιο καθαρή απάντηση στις αστικές αντιλήψεις περί «συνέχειας του Κράτους» και τις ρεφορμιστικές περί «καταδίκης της βίας από όπου και αν προέρχεται» δεν μπορεί να υπάρξει, αναφέρεται όμως ξανά και παρακάτω.
Το Άρθρο 23 αφιερώνεται με πολύ αγάπη στους ψευτοπατριώτες που στην Ελλάδα (και στην Τουρκία) των χρεοκοπιών, των εξώσεων, των φυλακίσεων και των αυτοκτονιών ουρλιάζουν για τις βραχονησίδες: «Η κοινή επιβεβαίωσις και σιγουρότης του κάθε πολίτου συνίσταται εις την ενέργειαν όλων των πολιτών. Ήγουν, να στοχαζώμεθα πως, όταν πάθη ένας τίποτες κακόν, εγγίζονται όλοι, και δια τούτο πρέπει να βεβαιώσωμεν εις τον καθένα την μεταχείρισιν και την προφύλαξιν των δικαίων του. Αυτή η σιγουρότης θεμελιώνεται επάνω εις την αυτεξουσιότητα του έθνους, ήγουν, όλο το έθνος αδικείται, όταν αδικήται ένας μόνος πολίτης».
Ποτέ μη στέλνεις να ρωτήσεις για ποιον χτυπάει η καμπάνα. Χτυπάει για σένα.
Στο Άρθρο 34 περιγράφεται ολόκληρο το διεθνιστικό πλαίσιο που όριζε τη σκέψη του Ρήγα: «Ο Βούλγαρος πρέπει να κινήται όταν πάσχει ο Έλλην, και τούτος πάλι δι’ εκείνον, και αμφότεροι δια τον Αλβανόν και Βλάχον».
Στην εποχή μας όπου ο ιμπεριαλισμός ως σύστημα εξωτερικής και εσωτερικής καταπίεσης των αρχουσών τάξεων έναντι των λαών έχει φτάσει στο απόγειο όμως, πάλη απέναντι στον ιμπεριαλισμό είναι πάλη απέναντι στον καπιταλισμό. Λογικές περί εθνικής ανεξαρτησίας χωρίς ανατροπή του συστήματος εξουσίας θα στραφούν αντικειμενικά και ανεξάρτητα από προθέσεις ενάντια στους γείτονες λαούς για τον λόγο ότι δεν είμαστε υπόδουλοί απέναντι σε ανεξάρτητους εχθρούς αλλά, αντιθέτως, είμαστε όλοι μαζί δούλοι των ιμπεριαλιστών και λύση μπορεί να δοθεί μόνο από κοινού απέναντι τους. Κάθε άλλη φερόμενη ως λύση θα είναι απλά υπηρέτηση κάποιου από τα εναλλακτικά τους πλάνα.
Κλείνω με το Άρθρο 35: «Όταν η Διοίκησις βιάζη, αθετή, καταφρονή τα δίκαια του λαού και δεν εισακούη τα παράπονα του, το να κάμη τότε ο λαός ή κάθε μέρος του λαού επανάστασιν, να αρπάζη τα άρματα και να τιμωρήση τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν από όλα τα δίκαια του και το πλέον απαραίτητον από όλα τα χρέη του».
Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του μελετητή Δημητρίου Καραμπερόπουλου για τον Ρήγα:
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου