Της Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου*
Σελίδες από το ημερολόγιο μιας άνεργης, που μου έτυχε ο κλήρος να τις γράψω. Τη γνώρισα στην πλατεία. Ήταν πάντα εκεί μπροστά με το Κίνημα Πολιτών, που πάλευε για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία και πατριωτική αναγέννηση.
Τότε, εργαζόταν ακόμη και όταν μάθαινε, ότι κάποιος συνάνθρωπός της αντιμετώπιζε πρόβλημα επιβίωσης έτρεχε να βοηθήσει. Πόσες φορές την είδα να αφήνει τσάντες από το σούπερ μάρκετ στις πόρτες οικογενειών, που ξέραμε όλοι στη γειτονιά, ότι υποφέρουν. Δυο χρόνια μετά το 2012, άρχισαν τα προβλήματα στη δουλειά της. Είχε μήνες να πληρωθεί και επειδή πρωτοστάτησε στους απεργιακούς αγώνες ήταν από τις πρώτες που απολύθηκε.
Ούτε αποζημίωση δεν πήρε η Ε.Μ. και προσέφυγε στη δικαιοσύνη μαζί με τους άλλους συναδέλφους της με την ελπίδα, ότι κάποτε Θα δικαιωθεί.
Τον πρώτο καιρό πέρασε με κάποιες οικονομίες που είχε. Στη συνέχεια έβγαλε στο σφυρί τα τιμαλφή και τα ενθύμια της στους ντόπιους μαυραγορίτες, που έχουν κατακλύσει όλες τις γειτονιές της Αθήνας, και για ικανοποιητικό διάστημα έζησε αξιοπρεπώς.
Δεν ήθελε με τίποτα να επιβαρύνει τους δικούς της. Η σύνταξη του πατέρα της, μετά από 40χρόνια δουλειάς, είχε κατέβη στα 960 ευρώ. Μόνο που το σκεφτόταν, ότι κάποτε θα χρειαστεί να ζητήσει τη βοήθειά τους τρελαινόταν.
Κι έφθασε η μέρα που δεν είχε ούτε ευρώ στο πορτοφόλι της, αλλά δεν έλεγε τίποτα σε κανέναν. Με ψηλά το κεφάλι αντιμετώπιζε την κατάστασή της, αλλά κάποια στιγμή κατέρρευσε. Οι δικοί της, που τη λάτρευαν, της άνοιξαν την αγκαλιά τους. Δέχθηκε τα ελάχιστα από το περίσσευμα της ψυχής τους.
Οι οικείοι της δεν την άφησαν ποτέ. Έβαλαν χέρι και στα λίγα χρήματα που είχαν για μια δύσκολη στιγμή στην άκρη. Αλλά και η αδελφή στέκεται στο πλάι της παρότι ο άντρας της είναι άνεργος. Βρήκε και μια ημιαπασχόληση που τις αποφέρει κατά μέσο όρο 20 ευρώ το μήνα και πληρώνει το λογαριασμό του τηλεφώνου της.
Τα προβλήματα, όμως, που ολοένα συσσωρεύονταν και το άγχος της καθημερινότητας της προκάλεσαν κατάθλιψη. Ήταν επόμενο. Δεν άντεχε να το σηκώσει όλο αυτό και δεν είχε και περίθαλψη. Δεν ένιωθε καλά να παρασιτεί σε βάρος των αγαπημένων της, που και αυτοί είχαν τις δικές τους ανάγκες και τόσους γιατρούς. Όχι δεν της είπαν ποτέ τίποτα, αλλά έβλεπε ότι στενοχωριόντουσαν πολύ που δεν είχαν τη δυνατότητα να κάνουν κάτι παραπάνω για κείνη.
Η Ε. τον τελευταίο καιρό παθαίνει συχνές κρίσεις πανικού που εμφανίζονται με έντονους πόνους στο στήθος και έχασε τον ύπνο της από τις μαύρες έγνοιες, που δεν την αφήνουν σε ησυχία ακόμη και εντείνονται την ώρα της βραδινής ανάπαυσης. Την βλέπω να λιώνει και δεν μπορώ να της προσφέρω τίποτα λόγω της δικής μου κατάστασης που δεν είναι καλύτερη. Το ευχάριστο είναι, ότι το παλεύει. Μπαίνει μπροστά σε όλες τις δράσεις και προσφέρει τις υπηρεσίες σε πολλές κοινωνικές δομές.
Εγώ που δεν έχω περιέλθει στην κατάστασή της ακόμα, μια κατάσταση που δεν της επιτρέπει να έχει ούτε μια φέτα ψωμί πολλές φορές, ούτε λίγο καφέ να πιει δεν έχω αυτή τη φλόγα στο βλέμμα. Κι όμως, αν την παρατηρήσεις όταν βγαίνει έξω είναι πάντα τόσο περιποιημένη, που δεν μπορείς να φανταστείς το δράμα που ζει. Πώς τα καταφέρνει αναρωτιέμαι.
«Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου. Που πρώτα θα κρατήσει τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση» είναι οι στίχοι που μου απαγγέλει συχνά για να με κάνει να προστρέξω στον Οδυσσέα Ελύτη και στο Άξιον Εστί Ανάγνωσμα Έκτο προφητικό από το οποίο κράτησα κάποια από αυτά που προφήτευσε ο ποιητής του Αιγαίου και κάπου είδα ένα φως στο τούνελ :
«…θα στενάξουν οι νέοι, και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει. Κουρεμένοι κατάδικοι θα χτυπήσουν την καραβάνα τους πάνω στα κάγκελα. Και θα αδειάσουν όλα τα εργοστάσια, και μετά πάλι με την επίταξη θα γεμίσουν, για να βγάλουνε όνειρα συντηρημένα σε κουτιά μυριάδες, και χιλιάδων λογιών εμφιαλωμένη φύση. Και θα ‘ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα μέσα στη γάζα. Και θα ‘χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας. Και θα ‘ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια. Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων».
*Η Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου είναι δημοσιογράφος
Σελίδες από το ημερολόγιο μιας άνεργης, που μου έτυχε ο κλήρος να τις γράψω. Τη γνώρισα στην πλατεία. Ήταν πάντα εκεί μπροστά με το Κίνημα Πολιτών, που πάλευε για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία και πατριωτική αναγέννηση.
Τότε, εργαζόταν ακόμη και όταν μάθαινε, ότι κάποιος συνάνθρωπός της αντιμετώπιζε πρόβλημα επιβίωσης έτρεχε να βοηθήσει. Πόσες φορές την είδα να αφήνει τσάντες από το σούπερ μάρκετ στις πόρτες οικογενειών, που ξέραμε όλοι στη γειτονιά, ότι υποφέρουν. Δυο χρόνια μετά το 2012, άρχισαν τα προβλήματα στη δουλειά της. Είχε μήνες να πληρωθεί και επειδή πρωτοστάτησε στους απεργιακούς αγώνες ήταν από τις πρώτες που απολύθηκε.
Ούτε αποζημίωση δεν πήρε η Ε.Μ. και προσέφυγε στη δικαιοσύνη μαζί με τους άλλους συναδέλφους της με την ελπίδα, ότι κάποτε Θα δικαιωθεί.
Τον πρώτο καιρό πέρασε με κάποιες οικονομίες που είχε. Στη συνέχεια έβγαλε στο σφυρί τα τιμαλφή και τα ενθύμια της στους ντόπιους μαυραγορίτες, που έχουν κατακλύσει όλες τις γειτονιές της Αθήνας, και για ικανοποιητικό διάστημα έζησε αξιοπρεπώς.
Δεν ήθελε με τίποτα να επιβαρύνει τους δικούς της. Η σύνταξη του πατέρα της, μετά από 40χρόνια δουλειάς, είχε κατέβη στα 960 ευρώ. Μόνο που το σκεφτόταν, ότι κάποτε θα χρειαστεί να ζητήσει τη βοήθειά τους τρελαινόταν.
Κι έφθασε η μέρα που δεν είχε ούτε ευρώ στο πορτοφόλι της, αλλά δεν έλεγε τίποτα σε κανέναν. Με ψηλά το κεφάλι αντιμετώπιζε την κατάστασή της, αλλά κάποια στιγμή κατέρρευσε. Οι δικοί της, που τη λάτρευαν, της άνοιξαν την αγκαλιά τους. Δέχθηκε τα ελάχιστα από το περίσσευμα της ψυχής τους.
Οι οικείοι της δεν την άφησαν ποτέ. Έβαλαν χέρι και στα λίγα χρήματα που είχαν για μια δύσκολη στιγμή στην άκρη. Αλλά και η αδελφή στέκεται στο πλάι της παρότι ο άντρας της είναι άνεργος. Βρήκε και μια ημιαπασχόληση που τις αποφέρει κατά μέσο όρο 20 ευρώ το μήνα και πληρώνει το λογαριασμό του τηλεφώνου της.
Τα προβλήματα, όμως, που ολοένα συσσωρεύονταν και το άγχος της καθημερινότητας της προκάλεσαν κατάθλιψη. Ήταν επόμενο. Δεν άντεχε να το σηκώσει όλο αυτό και δεν είχε και περίθαλψη. Δεν ένιωθε καλά να παρασιτεί σε βάρος των αγαπημένων της, που και αυτοί είχαν τις δικές τους ανάγκες και τόσους γιατρούς. Όχι δεν της είπαν ποτέ τίποτα, αλλά έβλεπε ότι στενοχωριόντουσαν πολύ που δεν είχαν τη δυνατότητα να κάνουν κάτι παραπάνω για κείνη.
Η Ε. τον τελευταίο καιρό παθαίνει συχνές κρίσεις πανικού που εμφανίζονται με έντονους πόνους στο στήθος και έχασε τον ύπνο της από τις μαύρες έγνοιες, που δεν την αφήνουν σε ησυχία ακόμη και εντείνονται την ώρα της βραδινής ανάπαυσης. Την βλέπω να λιώνει και δεν μπορώ να της προσφέρω τίποτα λόγω της δικής μου κατάστασης που δεν είναι καλύτερη. Το ευχάριστο είναι, ότι το παλεύει. Μπαίνει μπροστά σε όλες τις δράσεις και προσφέρει τις υπηρεσίες σε πολλές κοινωνικές δομές.
Εγώ που δεν έχω περιέλθει στην κατάστασή της ακόμα, μια κατάσταση που δεν της επιτρέπει να έχει ούτε μια φέτα ψωμί πολλές φορές, ούτε λίγο καφέ να πιει δεν έχω αυτή τη φλόγα στο βλέμμα. Κι όμως, αν την παρατηρήσεις όταν βγαίνει έξω είναι πάντα τόσο περιποιημένη, που δεν μπορείς να φανταστείς το δράμα που ζει. Πώς τα καταφέρνει αναρωτιέμαι.
«Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου. Που πρώτα θα κρατήσει τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση» είναι οι στίχοι που μου απαγγέλει συχνά για να με κάνει να προστρέξω στον Οδυσσέα Ελύτη και στο Άξιον Εστί Ανάγνωσμα Έκτο προφητικό από το οποίο κράτησα κάποια από αυτά που προφήτευσε ο ποιητής του Αιγαίου και κάπου είδα ένα φως στο τούνελ :
«…θα στενάξουν οι νέοι, και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει. Κουρεμένοι κατάδικοι θα χτυπήσουν την καραβάνα τους πάνω στα κάγκελα. Και θα αδειάσουν όλα τα εργοστάσια, και μετά πάλι με την επίταξη θα γεμίσουν, για να βγάλουνε όνειρα συντηρημένα σε κουτιά μυριάδες, και χιλιάδων λογιών εμφιαλωμένη φύση. Και θα ‘ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα μέσα στη γάζα. Και θα ‘χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας. Και θα ‘ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια. Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων».
*Η Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου είναι δημοσιογράφος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου