Θέμος Κορνάρος (1906-1970). Ο Θέμος Κορνάρος γεννήθηκε στη Σίββα της Μεσσαράς στην Κρήτη. Λόγω της φτώχειας της οικογένειάς του μπήκε από μικρός στη βιοπάλη και ταξίδεψε ανά την Ελλάδα ασκώντας διάφορα χειρωνακτικά επαγγέλματα.
Όταν έφτασε στην πρωτεύουσα προσπάθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, δεν τα κατάφερε όμως γιατί παράλληλα δούλευε εργάτης στο χτίσιμο του Εθνικού Θεάτρου.
Εκεί γνωρίστηκε με τον Κωστή Μπαστιά και μέσω αυτού με τον Φώτο Πολίτη, που δέχτηκε με ενθουσιώδεις κριτικές τα πεζογραφήματά του Το Άγιον Όρος και Σπιναλόγκα (1933). Συνέχισε να δουλεύει ως εργάτης ως το 1944, οπότε συνελήφθη από τα S.S. και κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ως την Απελευθέρωση.
Οι κακουχίες του είχαν και συνέχεια: καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων με αφορμή το κείμενό του Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία (στραμμένο εναντίον αρχιεπισκόπου), συνελήφθη το 1947 και εξορίστηκε ως το 1952. Την εκδοτική του δραστηριότητα ξανάρχισε μετά το 1955 και ως το 1960 κυκλοφόρησε τέσσερα πεζογραφήματα και δύο τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων και επιμελήθηκε δυο ανθολογιών αντιστασιακής λογοτεχνίας με τίτλους Θυσίες και δάφνες του ελληνικού λαού και Αρματωμένη Ελλάδα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέοι Πρωτοπόροι, Ελεύθερα Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή.
Ταξίδεψε στην Ιταλία, την Ελβετία, τη Σοβιετική Ένωση και σε χώρες των βαλκανίων. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου. [Για τα τελευταία εφτά χρόνια της ζωής του δεν έχουμε στοιχεία, παρά μόνο πως αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα, καθώς οι εκδοτικοί οίκοι δεν σεβάστηκαν τα συγγραφικά του δικαιώματα. Ασαφής παραμένει επίσης ο λόγος του θανάτου του, ενώ δεν υπάρχουν χειρόγραφά του]. Στην Κρήτη εξέδωσε και το πρώτο του πεζογράφημα με τίτλο Έρωτας ή αναιστησία. Το πεζογραφικό έργο του Θέμου Κορνάρου τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία της γενιάς του μεσοπολέμου. Το έργο του είναι στρατευμένο, έχει τη μορφή ντοκουμέντου καταγγελίας, κινείται στα πλαίσια της ρεαλιστικής γραφής και της άμεσης καταγραφής προσωπικών βιωμάτων του συγγραφέα με έντονα πολεμικό ύφος. Παράλληλα αν και ο Κορνάρος ήταν ενταγμένος στην Αριστερά, ο προβληματισμός του στα πρώτα του έργα ξεπερνούσε τα στενά όρια της πολιτικής και υπαγορευόταν από το γενικότερο ανθρωπιστικό ιδεολογικό προσανατολισμό του συγγραφέα. Με το πέρασμα του χρόνου οδηγήθηκε (κυρίως μετά το 1935) στο διδακτισμό και την αυστηρή ιδεολογική στράτευση, διατήρησε ωστόσο αμείωτη τη δεινότητα της αφηγηματικής του τεχνικής. Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα λήμματα Αργυρίου Αλεξ., «Θέμος Κορνάρος», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Ε', σ.122-134. Αθήνα, Σοκόλης, 1992, Ζήρας Αλεξ., «Κορνάρος Θέμος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Καμπάνης Φάνης, «Κορνάρος Θέμος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Όταν έφτασε στην πρωτεύουσα προσπάθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, δεν τα κατάφερε όμως γιατί παράλληλα δούλευε εργάτης στο χτίσιμο του Εθνικού Θεάτρου.
Εκεί γνωρίστηκε με τον Κωστή Μπαστιά και μέσω αυτού με τον Φώτο Πολίτη, που δέχτηκε με ενθουσιώδεις κριτικές τα πεζογραφήματά του Το Άγιον Όρος και Σπιναλόγκα (1933). Συνέχισε να δουλεύει ως εργάτης ως το 1944, οπότε συνελήφθη από τα S.S. και κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ως την Απελευθέρωση.
Οι κακουχίες του είχαν και συνέχεια: καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων με αφορμή το κείμενό του Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία (στραμμένο εναντίον αρχιεπισκόπου), συνελήφθη το 1947 και εξορίστηκε ως το 1952. Την εκδοτική του δραστηριότητα ξανάρχισε μετά το 1955 και ως το 1960 κυκλοφόρησε τέσσερα πεζογραφήματα και δύο τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων και επιμελήθηκε δυο ανθολογιών αντιστασιακής λογοτεχνίας με τίτλους Θυσίες και δάφνες του ελληνικού λαού και Αρματωμένη Ελλάδα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέοι Πρωτοπόροι, Ελεύθερα Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή.
Ταξίδεψε στην Ιταλία, την Ελβετία, τη Σοβιετική Ένωση και σε χώρες των βαλκανίων. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου. [Για τα τελευταία εφτά χρόνια της ζωής του δεν έχουμε στοιχεία, παρά μόνο πως αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα, καθώς οι εκδοτικοί οίκοι δεν σεβάστηκαν τα συγγραφικά του δικαιώματα. Ασαφής παραμένει επίσης ο λόγος του θανάτου του, ενώ δεν υπάρχουν χειρόγραφά του]. Στην Κρήτη εξέδωσε και το πρώτο του πεζογράφημα με τίτλο Έρωτας ή αναιστησία. Το πεζογραφικό έργο του Θέμου Κορνάρου τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία της γενιάς του μεσοπολέμου. Το έργο του είναι στρατευμένο, έχει τη μορφή ντοκουμέντου καταγγελίας, κινείται στα πλαίσια της ρεαλιστικής γραφής και της άμεσης καταγραφής προσωπικών βιωμάτων του συγγραφέα με έντονα πολεμικό ύφος. Παράλληλα αν και ο Κορνάρος ήταν ενταγμένος στην Αριστερά, ο προβληματισμός του στα πρώτα του έργα ξεπερνούσε τα στενά όρια της πολιτικής και υπαγορευόταν από το γενικότερο ανθρωπιστικό ιδεολογικό προσανατολισμό του συγγραφέα. Με το πέρασμα του χρόνου οδηγήθηκε (κυρίως μετά το 1935) στο διδακτισμό και την αυστηρή ιδεολογική στράτευση, διατήρησε ωστόσο αμείωτη τη δεινότητα της αφηγηματικής του τεχνικής. Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα λήμματα Αργυρίου Αλεξ., «Θέμος Κορνάρος», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Ε', σ.122-134. Αθήνα, Σοκόλης, 1992, Ζήρας Αλεξ., «Κορνάρος Θέμος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Καμπάνης Φάνης, «Κορνάρος Θέμος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου