4 Οκτ 2011

Μεταναστεύω γιατί η Ελλάδα αυτοκτονεί...

Ο Κώστας Στούπας γράφει......
1) Το τέλος του πτωτικού κύκλου πλησιάζει...
 
H δεκαετία που διανύουμε στις αγορές συνεχίζει να εμφανίζει πολλές ομοιότητες με την δεκαετία του ’70. Η στήλη εκφράζει την άποψη αυτή από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας, πως δηλαδή ο πτωτικός κύκλος που ξεκίνησε το 2000 στις διεθνείς αγορές ταιριάζει περισσότερο στο μοντέλο της δεκαετίας του ’70 και λιγότερο σε εκείνο της δεκαετίας του ’30.

Εκείνο του μεγάλου κραχ που οδήγησε στην άνοδο του φασισμού και του κομμουνισμού στην Ευρώπη και τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που ξεκίνησε το 2000 βάζει τέλος σε ένα μεγάλο κύκλο, αυτόν που ξεκίνησε με την κατάργηση της συμφωνίας του Μπρέτον Γούντς και περιλαμβάνει την μεταβιομηχανική επανάσταση της πληροφορικής και την παγκοσμιοποίηση.


Το κραχ σε πολλές δόσεις...

Ο πτωτικός κύκλος που ξεκίνησε το 2000, άρχισε με το κραχ των μετοχών της νέας τεχνολογίας μετά τη «φούσκα» των τελευταίων χρόνων της δεκαετίας του ’90.


Η καταστροφή πολλών νοικοκυριών από τις μετοχές στάθηκε η αφορμή για την έναρξη ενός κύκλου απώθησης προς αυτές.


Τα ακίνητα δεν παρουσίαζαν απώλειες εκείνη την περίοδο για πολλά χρόνια και κατά συνέπεια στο αγοραία συλλογικό υποσυνείδητο εμφανίστηκαν σαν το ασφαλές λιμάνι. Η διατήρηση των βασικών επιτοκίων σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα επί μακρόν στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, μετατόπισε τη «φούσκα» από τις μετοχές που είχαν καταρρεύσει στα ακίνητα που είχαν περιθώρια ανόδου.

 
Η βάση όμως της κίνησης των αγορών δεν είναι η λογιστική αλλά ή ανθρώπινη συμπεριφορά η οποία σε τελική ανάλυση κατά κύριο λόγο καθοδηγείται από τα σκοτεινά πάθη της γενετήσιας ορμής, του ενστίκτου του θανάτου και της ματαιοδοξίας της ισχύος...

Πολύ γρήγορα λοιπόν  η απληστία για όλο και περισσότερο κέρδος, οδήγησε στην ανεξέλεγκτη αύξηση των δανείων χαμηλής εξασφάλισης και στον πολλαπλασιασμό της μόχλευσης με βάση τα προϊόντα αυτά στο διεθνή χρηματοπιστωτικό σύστημα.


Η «ατομική βόμβα» είχε οπλιστεί... 


Όταν έσκασε η «φούσκα» των ακινήτων μοιραία έπληξε την καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα όμως δεν ήταν οι «φούσκες» της νέας οικονομίας, ήταν η καρδιά της διεθνούς οικονομίας και η κατάρρευσή του σήμαινε με πολύ απλά λόγια: έμφραγμα και κατάρρευση.


Μπροστά στην απειλή της ολικής οικονομικής κατάρρευσης, οι κυβερνήσεις αποφάσισαν να σώσουν τις τράπεζες με λεφτά τον φορολογουμένων αλλά και εκτυπώσεις των κεντρικών τραπεζών.


Μοιραία,  ένα μέρος μιας τεράστιας μαύρης τρύπας χρέους μετατοπίστηκε από τις τράπεζες στα κράτη. Έτσι χώρες όπως η Ιρλανδία π.χ. από εκεί που είχαν ελάχιστο κρατικό χρέος εμφανίστηκαν με τεράστιο κρατικό χρέος. Στην Ελλάδα δεν ήταν οι τράπεζες που προκάλεσαν τη χρεοκοπία, αλλά ο τεράστιος δημόσιος τομέας και το παρασιτικό μοντέλο που είχε επιβάλλει στη διάθρωση της οικονομίας το πελατειακό πολιτικό σύστημα.


Απλά η διεθνής κρίση ήταν αφορμή της ελληνικής κατάρρευσης, καθώς τραβήχτηκε η πλημμυρίδα της ρευστότητας των προηγούμενων ετών  από τις αγορές.
 
Το τελευταίο στάδιο

Μοιραία φτάσαμε στο τελευταίο στάδιο του πτωτικού κύκλου που ξεκίνησε το 2000. Η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη μαζί με την FED έχουν επιλέξει ένα δρόμο πληθωρισμού του τεράστιου χρέους, ενώ η δεύτερη μεγάλη οικονομική ζώνη, αυτή του ευρώ, μια περισσότερο μονεταριστική πολιτική.

Το πιο πιθανό είναι κάπου ενδιάμεσα να βρεθεί ο κοινός τόπος πριν καταρρεύσει ο κόσμος. Ήτοι, μια ήπια πληθωριστική διάβρωση του χρέους σε συνδυασμό με μια ήπια δημοσιονομική εξυγίανση.


Ήδη, οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν πως και οι Ευρωπαίοι κινούνται προς μια κατεύθυνση, δηλ.  προς μια αλλαγή στάσης με έναν ενεργότερο ρόλο της ΕΚΤ στη διαχείριση της κρίσης χρέους.


Οι δυο σχολές

Οι δυο οικονομικές σχολές, η μονεταριστική και η Κεϊνσιανή έχουν δείξει κατά συγκυρία σημεία αποτελεσματικής επιτυχίας, αλλά και αποτυχίας στην αντιμετώπιση των κυκλικών φάσεων συστολής της οικονομίας που προκαλεί η συμπεριφορά του πλήθους η οποία  βασίζεται κυρίως στο απλοϊκό μοντέλο, αποφυγής πόνου και επανάληψη ευχαρίστησης.


Το πρόβλημα της ευρωζώνης έγκειται πως οικονομίες  σαν της Γερμανίας χρειάζονται μια πολιτική νομισματικής επέκτασης για την αύξηση της ζήτησης και οικονομίες σαν της Ελλάδας χρειάζονται σκληρή δίαιτα και δημοσιονομική εξυγίανση προκειμένου να μεταλλάξουν την οικονομία τους σε παραγωγική και ανταγωνιστική.


Επειδή οι περισσότεροι πολιτικοί και όσοι φαντάζονται τους εαυτούς τους σαν μελλοντικούς πολιτικούς, αρέσκονται να χαϊδεύουν τα αυτιά του πλήθους, προβάλλουν τη λύση υπέρβασης της κρίσης με το Κεϊνσιανό μοντέλο. Δηλαδή  η νομισματική επέκτασης εμφανίζεται σαν πανάκεια. Σε όλους αρέσει το παραμύθι να υπάρχει δρόμος εξόδου που περνάει από την αύξηση της κατανάλωσης και όχι από τη μείωση...


Αλλά το να ταΐζεις με γλυκά ένα ήδη διαβητικό για να τον συνεφέρεις από κώμα λόγω υπεργλυκαιμίας δεν είναι η καλύτερη λύση...


Αυτό που ξεχνάνε όλοι να θυμίσουν είναι  πως η παρατεταμένη εφαρμογή του Κεϊνσιανού μοντέλου δεν οδηγεί σε εσαεί αύξηση της απασχόλησης και της ευημερίας. Η δεκαετία του ’70 είναι χαρακτηριστικό δείγμα της κρίσης του μοντέλου, καθώς απέδειξε πως αυτό μπορεί να εμφανίσει και  υψηλό πληθωρισμό και υψηλή ανεργία ταυτόχρονα. Κανείς δεν μιλά για τον στασιμοπληθωρισμό ακόμη.


Ήταν αυτή  η κρίση, τα αδιέξοδα της οποίας έφεραν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 τον Ρόναλντ Ρήγκαν και τη Μ. Θάτσερ στην εξουσία ή όχι;


Οι ΗΠΑ εφαρμόζουν ήδη το μοντέλο της επέκτασης και είναι θέμα χρόνου να το γενικεύσει και η ΕΚΤ με τις ευλογίες των αναπτυσσόμενων, γιατί όλοι φοβούνται περισσότερο από τον πληθωρισμό, το αντίθετό του.


Αν η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, όπως έλεγε ο Μαρκ Τουεν, αλλά έστω ομοιοκαταληκτεί, μετά την πληθωριστική διάβρωση θα ακολουθήσει η δημοσιονομική πειθαρχία και νομίζω αυτό που αναδύεται μέσα από τα πάρτι τσαγιού είναι η αναζήτηση του νέου Ρήγκαν... 


Η χρηματιστηριακή συγκυρία...
 
Ο πτωτικός χρηματιστηριακός κύκλος λοιπόν ξεκίνησε το 2000 και βρίσκεται σε εξέλιξη. Ο κύκλος αυτός μεταφράζεται με την διακύμανση σε ονομαστικές τιμές του δείκτη S&P 500 1.500 και 700 μονάδων περίπου τα τελευταία 11 χρόνια. Αν υπολογίσουμε την απόδοση σε ευρώ, ο S&P 500  βρίσκεται σήμερα στο 50% του υψηλού του 2000. Αν αποπληθωρίσουμε τις σημερινές ονομαστικές τιμές και τον σωρευτικό πληθωρισμό της τελευταίας δεκαετίας, τότε η αξία σήμερα είναι ακόμη χαμηλότερα συγκριτικά.

Στο διάστημα της τελευταίας δεκαετίας οι εσωτερικές αξίες του «πατριάρχη» των χρηματιστηριακών δεικτών έχει μεταβληθεί ριζικά.


Στο Κεφάλαιο του περασμένου Σαββάτου δημοσίευσα μια καλή περιγραφή αυτών των αλλαγών όπως τη έχει διατυπώσει ο D. Dremam.


«Δεν είναι ούτε η αστάθεια στις αγορές ούτε οι ατέλειωτες ανοησίες της FED που με κάνουν να είναι θετικός για τις μετοχές σήμερα. Οι λόγοι που είμαι ταύρος είναι οι εξής:

Πρώτον, οι αμερικάνικες επιχειρήσεις εμφανίζουν μερικές από τις μεγαλύτερες θέσεις σε μετρητά στην ιστορία τους, θέσεις ικανές να ξεπεράσουν σχεδόν κάθε καταιγίδα. Κατά την διάρκεια των δύσκολων ημερών του 2008-2009 είχαν στερέψει από ρευστότητα και κατέφευγαν σε απολύσει εργαζομένων για να επιβιώσουν.

Δεύτερον, τα κέρδη των αμερικάνικων επιχειρήσεων είναι κοντά σε ιστορικά υψηλά και οι μετοχές διαπραγματεύονται σε αποτιμήσει κοντά στα χαμηλά όπως πριν την έναρξη του μεγάλου ανοδικού κύκλου 1982-2000.

Ας μην ξεχνάμε και το πληθωρισμό. Ο πληθωρισμός είναι καλός για τις μετοχές των επιχειρήσεων που μπορούν να μετακυλήσουν την αύξηση των τιμών γρήγορα… Ακόμη και αν η αστάθεια παραμείνει μαζί μας για λίγο, η αγορά μετοχών θα μοιάζει με μια έξυπνη κίνηση μετά από μερικά χρόνια…».

Μια εβδομάδα νωρίτερα είχα φιλοξενήσει πάλι στη στήλη μου στο Κεφάλαιο, την άποψη μιας άλλης από τις παλιές καραβάνες των αγορών, του Ρον Μπαρον:


«Από το 1966 μέχρι το 1982 οι αγορές κινήθηκαν πλάγια επί σχεδόν 16 χρόνια σε ένα εύρος μεταξύ 600 και 1.000 μονάδων.  Ξεκίνησα την Barron’s Capital το 1982. Λίγο μετά, υποθέτω 2-3 χρόνια το Business Week  είχε πρωτοσέλιδο « Ο θάνατος των μετοχών». Όταν ξεκινήσαμε τις δραστηριότητές μας τον Απρίλιο του 1982 ο Dow Jones ήταν στις 880 μονάδες. Τον Αύγουστο του ιδίου χρόνου πέρασε τις 1.000 μονάδες. Μετά από 20 χρόνια είχε ξεπεράσει τις 14.000 μονάδες. Σε πραγματικές τιμές δεκαπλασιάστηκε μέσα σε 20 χρόνια.

Αυτό που λέω στους ανθρώπους που εργάζονται μαζί μου είναι πως αυτό θα ξαναγίνει. Η αγορά κινείται πλάγια ήδη εδώ και 12 χρόνια.

Αν ακολουθήσει ένα ανάλογο ρυθμό θα διπλασιάζεται κάθε 4-5 χρόνια. Νομίζω πως είμαστε κοντά να ξεκινήσει η αγορά να δίνει αποδόσεις με τους ρυθμούς που έδινε στις δεκαετίες του ΄80 και ΄90.

Δεν ξέρω αν η πορεία αυτή θα ξεκινήσει σε 2-3 χρόνια ή έχει αρχίσει ήδη να συντελείται. Αλλά αυτό πρόκειται να συμβεί. Κι αυτό γιατί οι επιχειρήσεις τα τελευταία 10-12 χρόνια έχουν διπλασιάσει την κερδοφορία τους.

Ενώ οι μετοχές έχουν κερδίσει μόνο 7-8% την ώρα που τα κέρδη του S&P 500  έχουν ανέβει από τα 44 δολάρια στα 100 δολάρια. Οι τιμές τώρα έχουν τη μισή αξία αυτής που είχαν πριν από μια δεκαετία. Είναι πολύ πιθανό να πέσουν, δεν ξέρω.. Εγώ όμως αμφιβάλλω, για σε μια συγκυρία χαμηλών αποδόσεων παγκοσμίως οι μετοχές μοιάζουν πραγματικά φθηνές και αποτελούν ένα ανάχωμα εναντίον του πληθωρισμού».

Το 2009 στο βυθό των 666 μονάδων είχαμε υποστηρίξει την άποψη πως εκείνα τα χαμηλά είναι πολύ πιθανό να αποτελούν και τα χαμηλά του πτωτικού κύκλου που ξεκίνησε το 2000. Η άποψη αυτή είναι δύσκολο να ανατραπεί σήμερα τρία χρόνια αργότερα.


Ακόμη και μια δεύτερη ύφεση σήμερα δύσκολα θα τις οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα.


Η ελληνική περίπτωση

Η Ελλάδα βρέθηκε στην αιχμή του κύματος των κρατικών χρεοκοπιών που σαρώνουν το τέλος του κύκλου της τελευταίας κρίσης. Μοιραία οι τραπεζικές αξίες διαλύθηκαν καθώς απειλούνται με ανακεφαλαιώσεις και κρατικοποιήσεις.


Λογικό είναι ο Γενικός Δείκτης της τραπεζοκεντρικής μας αγοράς υποστεί καθίζηση. Το ΧΑ ήταν και παραμένει μια δορυφορική αγορά του παγκόσμιου χρηματιστηριακού συστήματος.


Αυτό τις τελευταίες δεκαετίες είχε σαν συνέπεια να ακολουθεί τις διεθνείς τάσεις με μεγάλη καθυστέρηση, αλλά όταν ξεκινάει να τις ακολουθεί με μεγάλη ευκολία να υπερβάλει αυτών.


Οι τραπεζικές μετοχές παραμένουν στη διακεκαυμένη ζώνη στο ΧΑ μέχρι να οριστικοποιηθούν οι όροι διευθέτησης της χρεοκοπίας.


Ούτως ή άλλως η άποψη της στήλης παραμένει πως δεν έχουν τα φόντα να αποτελέσουν τους πρωταγωνιστές της πρώτης φάσης του επόμενου μακροπρόθεσμου χρηματιστηριακού κύκλου στις διεθνείς αγορές.


Στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά με βάση τα δεδομένα του μετασχηματισμού που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να γίνει από παρασιτική, οι εξαγωγικές επιχειρήσεις είναι αυτές που συγκεντρώνουν τις πιθανότητες να πρωταγωνιστήσουν τα επόμενα χρόνια.


Φυσικά επειδή ακόμη βρισκόμαστε στο μέσον μιας κρίσης και αυτό ενδεχομένως να επιφυλάσσει ακόμη πολλά λουκέτα θα πρέπει κάποιος να αποφύγει εταιρείες που μπορεί να μην αντέξουν να επιβιώσουν της κρίσης.

 
Σε γενικές γραμμές όμως όποιος δεν μπορεί να οργανώσει σήμερα ένα χαρτοφυλάκιο που θα δώσει σημαντικά κέρδη τα επόμενα πέντε-δέκα χρόνια, δύσκολα θα μπορέσει να το κάνει οποτεδήποτε άλλοτε.

Για μια διαγραμματική απεικόνιση της χρηματιστηριακής συγκυρίας βλέπε: 
Το τέλος της πτώσης είναι κοντά. Η αρχή της ανόδου μπορεί να είναι πίσω...
 
2) Το σενάριο της δραχμής αναβάλλεται αλλά δεν αποκλείεται...
 
Οι δηλώσεις της Αγκέλα Μέρκελ και του προέδρου Σαρκοζί την εβδομάδα που πέρασε στις συναντήσεις με τον Έλληνα πρωθυπουργό απομακρύνουν τα σενάρια μεθόδευσης επιστροφής στη δραχμή για την Ελλάδα, ή διάλυσης της ευρωζώνης με έξοδο της Γερμανίας και άλλων βορείων της ομάδας ΑΑΑ.

Ο πρώην πρωθυπουργός όμως με το άρθρο του χθες στην Καθημερινή έχει δίκιο όταν υποστηρίζει πως ο κίνδυνος επιστροφής στη δραχμή είναι υπαρκτός μέσα στα επόμενα δυο - τρία χρόνια αν δεν κάνουμε όσα πρέπει και έπρεπε να είχαμε ξεκινήσει να κάνουμε εδώ και πολλά χρόνια.


Δυστυχώς η κυβέρνηση με την επιμονή η εφεδρεία να μοιάζει κάτι με πρόωρη συνταξιοδότηση αποφεύγει να πει την αλήθεια και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Η λύση δεν είναι τα 750 εκατ. ευρώ που είναι η δαπάνη μισθοδοσίας των 30.000 εφέδρων, να εξελιχθεί σε δαπάνη καταβολής συντάξεων...


Η λύση βρίσκεται πως σε ένα με δυο χρόνια θα εκμηδενιστεί το πρωτογενές έλλειμμα των περίπου 10 δισ. ευρώ. 


Αυτό αντιστοιχεί σε δαπάνες για μισθούς 400.000 από τις 750.000 εργαζομένων στο δημόσιο. Ήτοι, μας μένουν στο δημόσιο περί τις 300.000 εργαζόμενοι, όσοι εργάζονταν και στις αρχές της δεκαετίας του ’80 πριν ξεκινήσει ο «σοσιαλιστικός» μετασχηματισμός.


Μια πιο ήπια εκδοχή θα ήταν να υπάρξει και ένας εξορθολογισμός των δαπανών για συντάξεις που πλέον για το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα είναι διπλάσιες από τις δαπάνες για μισθούς... Εξ ου και ο συνειρμός με βάση την κοινή λογική πως οι συντάξεις κάτω των 60 ετών είναι θέμα χρόνου να ανασταλούν λόγω χρεοκοπίας...


Η κυβέρνηση μέσα στη σύγχυση οι άνθρωποι να έρθουν στα πράγματα ήθελαν να βολέψουν τους πελάτες τους και τους προέκυψε να διαχειριστούν μια χρεοκοπία, αυξάνει τους φόρους.


Καθώς όμως πάνω από τα 2/3 των μισθοδοτούμενων από το δημόσιο πρυτανείο αφορά πελατειακές διαπλοκές, το σχήμα μεταφοράς πλούτου λαμβάνει την εξής διάσταση.


Θεωρητικά ο σοσιαλισμός είναι η αναδιανομή του εισοδήματος αυτών που δεν εργάζονται σε αυτούς που εργάζονται.


Στην ελληνική εκδοχή του σοσιαλισμού η αναδιανομή γίνεται από αυτούς που εργάζονται σε αυτούς που δεν εργάζονται.


Αυτό συνέβη τα τελευταία χρόνια και γι’ αυτό με βάση τα κίνητρα είχαμε διόγκωση του παρασιτικού σκέλους της οικονομίας και συρρίκνωση του παραγωγικού.


Πηγή:www.capital.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More