12 Δεκ 2018

Ερνέστο Τσε Γκεβάρα: Καταγγέλλοντας τα εγκλήματα του ιμπεριαλισμού από το βήμα του ΟΗΕ

Επι­μέ­λεια: Νίκος Μότ­τας //
Ήταν πριν 53 χρό­νια, στις 11 Δε­κέμ­βρη 1964, όταν ο Ερ­νέ­στο Τσε Γκε­βά­ρα, εκ­προ­σω­πώ­ντας την επα­να­στα­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση της Κού­βας, εκ­φώ­νη­σε τον ιστο­ρι­κό του λόγο στη Γε­νι­κή Συ­νέ­λευ­ση του Ορ­γα­νι­σμού των Ηνω­μέ­νων Εθνών. Ένα λόγο που, στη μη­τρό­πο­λη του κα­πι­τα­λι­στι­κού κό­σμου, στην καρ­διά της Νέας Υόρ­κης, απο­τέ­λε­σε δριμύ κα­τη­γο­ρη­τή­ριο ενά­ντια στην ιμπε­ρια­λι­στι­κή πο­λι­τι­κή των ΗΠΑ και ευ­ρύ­τε­ρα της κα­πι­τα­λι­στι­κής Δύσης, ανα­δει­κνύ­ο­ντας μια σειρά εγκλή­μα­τα τα οποία, μέχρι τότε, ελά­χι­στα είχαν απα­σχο­λή­σει το διε­θνή ορ­γα­νι­σμό.
Η ομι­λία του Τσε, μνη­μείο αντι-ιμπε­ρια­λι­στι­κού λόγου και υπε­ρά­σπι­σης των λαών που μά­χο­νται για την ελευ­θε­ρία τους, έγινε χωρίς την πα­ρου­σία του εκ­προ­σώ­που των ΗΠΑ Αντλάϊ Στί­βεν­σον, στην αί­θου­σα της Γε­νι­κής Συ­νέ­λευ­σης. Άλ­λω­στε είχαν προη­γη­θεί οι εχθρι­κές προ­σπά­θειες της Ουά­σινγ­κτον ενά­ντια στην Κούβα, η κρίση των πυ­ραύ­λων, η από­βα­ση του Κόλ­που των Χοί­ρων και η επι­βο­λή του απάν­θρω­που οι­κο­νο­μι­κού απο­κλει­σμού εκ μέ­ρους της κυ­βέρ­νη­σης Κέ­νε­ντι.
Ο Τσε, υπουρ­γός βιο­μη­χα­νί­ας τότε, ήταν ξε­κά­θα­ρος από την αρχή: «Η Κούβα προ­σέρ­χε­ται», ση­μεί­ω­νε ο Γκε­βά­ρα στην αρχή της ομι­λί­ας του, «για να διευ­κρι­νή­σει τη θέση της πάνω στα πιο ση­μα­ντι­κά απο τα επί­μα­χα θέ­μα­τα (ση­μεία). Και θα το κάνει με όλη την συ­ναί­σθη­ση της ευ­θύ­νης που επι­βάλ­λει η χρη­σι­μο­ποί­η­ση αυτού του βή­μα­τος. Ταυ­τό­χρο­να όμως θα αντα­πο­κρι­θεί στο ανα­πό­τρε­πτο κα­θή­κον να μι­λή­σει με διαύ­γεια και ει­λι­κρί­νεια».
Σε αυτές τις γραμ­μές απο­τυ­πώ­νο­νταν οι πραγ­μα­τι­κές προ­θέ­σεις της επα­να­στα­τι­κής κυ­βέρ­νη­σης της Κού­βας – να κα­ταγ­γεί­λει το διε­θνή και αμε­ρι­κα­νι­κό ιμπε­ρια­λι­σμό, να στη­ρί­ξει δη­μό­σια τους κα­τα­πιε­σμέ­νους λαούς και να πα­ρα­κι­νή­σει τα Ηνω­μέ­να Έθνη να πά­ρουν θέση, να δρά­σουν προς όφε­λος της ει­ρή­νης και της ελευ­θε­ρί­ας. Όσο όμως σε­βα­σμό απέ­δω­σε ο Τσε στη Γε­νι­κή Συ­νέ­λευ­ση του ΟΗΕ, άλλο τόσο καυ­στι­κός ήταν απέ­να­ντι στην γνω­στή τα­κτι­κή του ορ­γα­νι­σμού να «νί­πτει τας χεί­ρας του» μπρο­στά στα ιμπε­ρια­λι­στι­κά εγκλή­μα­τα. Σε μια απο­στρο­φή του λόγου του κα­τήγ­γει­λε την προ­σπά­θεια του ιμπε­ρια­λι­σμού να «με­τα­τρέ­ψει τη Γε­νι­κή Συ­νέ­λευ­ση σε άσκο­πο δια­γω­νι­σμό ρη­το­ρι­κής». Γι’ αυτο ο Γκε­βά­ρα μπήκε στην ουσία της υπό­θε­σης.
«Τα μάτια μας, μάτια αν­θρώ­πων ελεύ­θε­ρων, ξα­νοί­γουν τώρα και­νούρ­γιους ορί­ζο­ντες και είναι σε θέση να βλέ­πουν εκεί­νο που μας εμπό­δι­ζε άλ­λο­τε να το δούμε η κα­τά­στα­ση μας σαν υπό­δου­λων της αποι­κιο­κρα­τί­ας: ότι ο “δυ­τι­κός πο­λι­τι­σμός” κρύ­βει πίσω από την επι­βλη­τι­κή πρό­σο­ψη του ένα κο­πά­δι από ύαι­νες και τσα­κά­λια».
Che Guevara at the UN 1964 2Ντυ­μέ­νος όχι με το τυ­πι­κό κο­στού­μι της δι­πλω­μα­τί­ας αλλά με την στρα­τιω­τι­κή του στολή, ο Τσε ανα­φέρ­θη­κε στις προ­σπά­θειες των Ηνω­μέ­νων Πο­λι­τειών και των συμ­μά­χων τους να δυ­να­μι­τί­σουν τη διε­θνή ει­ρή­νη. Έκανε λόγο για την ανά­γκη να υπάρ­ξουν ει­ρη­νι­κές σχέ­σεις όχι μόνο με­τα­ξύ των ισχυ­ρών κρα­τών, αλλά κυ­ρί­ως με­τα­ξύ των ισχυ­ρών και των αδυ­νά­των, με­τα­ξύ εθνών με δια­φο­ρε­τι­κό οι­κο­νο­μι­κο-πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα. Όχι όμως και με­τα­ξύ εκ­με­ταλ­λευ­τών και θυ­μά­των. Σε έναν κα­ται­γι­σμό κα­τη­γο­ριών κατά της επεμ­βα­τι­κής αμε­ρι­κα­νι­κής εξω­τε­ρι­κής πο­λι­τι­κής, ο Τσε Γκε­βά­ρα χρη­σι­μο­ποί­η­σε πλή­θος απτών πα­ρα­δειγ­μά­των που επι­βε­βαί­ω­ναν στο ακέ­ραιο τους ισχυ­ρι­σμούς του: Από τις ιμπε­ρια­λι­στι­κές επεμ­βά­σεις στη νο­τιο­α­να­το­λι­κή Ασία (Κα­μπό­τζη, Λάος, Βιετ­νάμ) στην Κύπρο και από το αι­μα­τη­ρό πα­ρά­δειγ­μα του Κον­γκό στην τα­λαι­πω­ρη­μέ­νη απ’ την επι­θε­τι­κό­τη­τα της Ουά­σινγ­κτον Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή.
Από το βήμα του ΟΗΕ, ο Γκε­βά­ρα έκανε σαφές το ζή­τη­μα της αλ­λη­λεγ­γύ­ης που πρέ­πει να διέ­πει το σο­σια­λι­στι­κό στρα­τό­πε­δο ενά­ντια στην απει­λή του ιμπε­ρια­λι­σμού-κα­πι­τα­λι­σμού. Μι­λώ­ντας μέσα στο πλαί­σιο της δι­πλω­μα­τι­κής ορο­λο­γί­ας αλλά χωρίς να απο­κρύ­βει ούτε χι­λιο­στό της αλή­θειας, ο Τσε πα­ρέ­θε­σε την ωμή πα­ρα­βί­α­ση της ει­ρή­νης από την κυ­βέρ­νη­ση των ΗΠΑ. Κάτι που οι σο­σια­λι­στι­κές χώρες αλλά και όλοι οι λαοί που πο­λε­μούν για την απε­λευ­θέ­ρω­ση, την πο­λι­τι­κή και οι­κο­νο­μι­κή χει­ρα­φέ­τη­ση τους δεν θα έπρε­πε να δε­χθούν με κα­νέ­ναν τρόπο.
«Θέ­λου­με να οι­κο­δο­μή­σου­με τον σο­σια­λι­σμό. Έχου­με κη­ρυ­χτεί αλ­λη­λέγ­γυοι μ’ εκεί­νους που αγω­νί­ζο­νται για την ει­ρή­νη […] Θέ­λου­με την ει­ρή­νη. Θέ­λου­με να δη­μιουρ­γή­σου­με μια κα­λύ­τε­ρη ζωή για το λαό μας. Και γι’ αυτό το λόγο απο­φεύ­γου­με, όσο μπο­ρού­με, να απα­ντή­σου­με στις προ­κλή­σεις που μας κά­νουν οι γιάν­κη­δες».
Μι­λώ­ντας εξ’ ονό­μα­τος του λαού και της κυ­βέρ­νη­σης της Κού­βας, ο Τσε Γκε­βά­ρα επι­σή­μα­νε τις προ­σπά­θειες της επα­να­στα­τι­κής κυ­βέρ­νη­σης του νη­σιού για ει­ρή­νη στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή της Κα­ραϊ­βι­κής. Πα­ρέ­θε­σε ένα προς ένα πέντε ση­μεία που η Αβάνα είχε προ­τεί­νει στις ΗΠΑ ως μο­ρα­τό­ριουμ για την δη­μιουρ­γία κλί­μα­τος ει­ρή­νης και ασφά­λειας. Καμία πρό­τα­ση της Κού­βας δεν έγινε απο­δε­χτή από τις ΗΠΑ, οι οποί­ες όχι μόνο συ­νέ­χι­σαν τις πο­λε­μι­κές προ­κλή­σεις ενά­ντια στον κου­βα­νι­κό λαό αλλά και δια­τή­ρη­σαν (μέχρι και σή­με­ρα) το στρα­τιω­τι­κό ορ­μη­τή­ριο-φυ­λα­κή του Γκουα­ντά­να­μο.
Che Guevara at the UN 1964 3«Κύ­ριοι αντι­πρό­σω­ποι, η ελεύ­θε­ρη και αυ­το­κυ­ρί­αρ­χη Κούβα δεν συν­δέ­ε­ται με κα­νέ­να και με κα­νε­νός εί­δους αλυ­σί­δες. Το έδα­φος της είναι απαλ­λαγ­μέ­νο από ξένες επεν­δύ­σεις. Απαλ­λαγ­μέ­νο από αν­θυ­πά­τους που κα­τευ­θύ­νουν την πο­λι­τι­κή της χώρας όπου τους έχουν στεί­λει. Γι΄αυτό μπο­ρεί να μι­λά­ει με το μέ­τω­πο ψηλά μέσα σε τούτη τη Συ­νέ­λευ­ση και να απο­δει­κνύ­ει πόσο σω­στός είναι ο τί­τλος που της έχει απο­νε­μη­θεί: «Το ελεύ­θε­ρο έδα­φος της αμε­ρι­κα­νι­κής ηπεί­ρου». 
Η ομι­λία του Γκε­βά­ρα όμως δεν εστιά­στη­κε μόνο στην ιμπε­ρια­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή των ΗΠΑ, την ανά­γκη για πυ­ρη­νι­κό αφο­πλι­σμό, ούτε απο­κλει­στι­κά στην εκ­με­τάλ­λευ­ση των λαών της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής από το ξένο και ντό­πιο Κε­φά­λαιο. Στην καρ­διά του κα­πι­τα­λι­σμού, στο κέ­ντρο της Νέας Υόρ­κης, από του βή­μα­τος του ΟΗΕ, ο Γκε­βά­ρα έστρε­ψε τα βέλη του προς το κοι­νω­νι­κό απαρτ­χάιντ που επι­κρα­τού­σε σε πολ­λές πε­ριο­χές των Ηνω­μέ­νων Πο­λι­τειών. Ένα ρα­τσι­στι­κό απαρτ­χάιντ που κα­τέ­τα­σε τους αφρο­α­με­ρι­κα­νούς ως πο­λί­τες ‘β κα­τη­γο­ρί­ας, στε­ρού­με­νων βα­σι­κών πο­λι­τι­κών και κοι­νω­νι­κών δι­καιω­μά­των. Δή­λω­σε, ο Τσε, σε μια απο­στρο­φή του λόγου του: «Οι ΗΠΑ επεμ­βαί­νουν στην αμε­ρι­κά­νι­κη ήπει­ρο στο όνομα των ελευ­θέ­ρων θε­σμών. Θα ‘ρθει μια μέρα που τούτη η Συ­νέ­λευ­ση θα έχει απο­κτή­σει με­γα­λύ­τε­ρη ωρι­μό­τη­τα και θα απαι­τή­σει τότε από τη βο­ρειο­α­με­ρι­κά­νι­κη κυ­βέρ­νη­ση εγ­γυ­ή­σεις για τη ζωή για τη ζωή του νέ­γρι­κου και του λα­τι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κου πλη­θυ­σμού, που ζει σ’αυ­τή τη χώρα και που στην πλειο­νό­τη­τα του είναι βο­ρειο­α­με­ρι­κά­νι­κος είτε λόγω κα­τα­γω­γής είτε γιατί έκανε τις ΗΠΑ θετή πα­τρί­δα του. Πως είναι δυ­να­τό να πα­ρα­στά­νει το φρου­ρό της ελευ­θε­ρί­ας εκεί­νος που σκο­τώ­νει τα ίδια του τα παι­διά και κα­θη­με­ρι­νά τα τα­πει­νώ­νει για το χρώμα που έχει το δέρμα τους; Πως μπο­ρεί να πο­ζά­ρει για φρου­ρός της ελευ­θε­ρί­ας εκεί­νος που αφή­νει ελεύ­θε­ρους τους δο­λο­φό­νους των νέ­γρων και μά­λι­στα τους προ­στα­τεύ­ει και τι­μω­ρεί το νέ­γρι­κο πλη­θυ­σμό επει­δή απαι­τεί να γί­νουν σε­βα­στά τα δι­καιώ­μα­τα του ως ελεύ­θε­ρων αν­θρώ­πων;».
Εκεί, στην καρ­διά του διε­θνούς δι­πλω­μα­τι­κού συ­στή­μα­τος, ο αρ­γε­ντί­νος επα­νά­στα­της μί­λη­σε και εκ­φρά­στη­κε όχι μόνο εξ’ ονό­μα­τος της κου­βα­νι­κής κυ­βέρ­νη­σης που τυ­πι­κά εκ­προ­σω­πού­σε. Εξέ­φρα­σε κυ­ρί­ως τους κα­τα­φρο­νε­μέ­νους του κό­σμου, τους λαούς που κα­τα­δυ­να­στεύ­ο­νταν από τις δυ­νά­μεις του ιμπε­ρια­λι­σμού και που αλ­λη­λο­σφα­γιά­ζο­νταν από εμ­φύ­λιες συ­γκρού­σεις τις οποί­ες το με­γά­λο κε­φά­λαιο είχε προ­κα­λέ­σει στις χώρες τους. «Η Ιστο­ρία», είπε ο Γκε­βά­ρα λίγο πριν το κλεί­σι­μο της ομι­λί­ας του, «θα υπο­χρε­ω­θεί τώρα να πάρει υπ’ όψιν της τους φτω­χούς της Αμε­ρι­κής, τους κα­τα­λη­στε­μέ­νους και κα­τα­φρο­νε­μέ­νους που απο­φά­σι­σαν στο εξής να γρά­φουν μόνοι τους την ιστο­ρία τους».
Che Guevara at the UN 1964 5Μετά την ομι­λία του Τσε, πήραν το λόγο για να απα­ντή­σουν εκ­πρό­σω­ποι λα­τι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κων χω­ρών- που δια­τη­ρού­σαν ισχυ­ρούς δε­σμούς με τις ΗΠΑ, με­τα­ξύ των οποί­ων της Κόστα Ρίκα, της Βε­νε­ζου­έ­λας, της Κο­λομ­βί­ας και του Πα­να­μά. Κά­νο­ντας χρήση του δι­καιώ­μα­τος σε δευ­τε­ρο­λο­γία, ο Γκε­βά­ρα πήρε και πάλι το λόγο αντα­πα­ντώ­ντας στις κα­τη­γο­ρί­ες που είχαν δια­τυ­πω­θεί ενά­ντια στον ίδιο και την επα­να­στα­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση της Κού­βας. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ση­μείο της δευ­τε­ρο­λο­γί­ας του Τσε απο­τε­λεί το εξής ση­μείο: «Έχω γεν­νη­θεί στην Αρ­γε­ντι­νή, αυτό δεν είναι μυ­στι­κό για κα­νέ­να. Είμαι Κου­βα­νός και μαζί Αρ­γε­ντι­νός, και αν δεν προ­σβάλ­λο­νται οι λα­μπρές εξο­χό­τη­τες των Λα­τι­νο­α­με­ρι­κα­νών εκ­προ­σώ­πων, αι­σθά­νο­μαι τόσο Λα­τι­νο­α­με­ρι­κα­νός πα­τριώ­της, απ’ οποια­δή­πο­τε χώρα της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής, όσο και ο πιο πα­τριώ­της της κάθε μιας. Θα είμαι έτοι­μος στην κα­τάλ­λη­λη στιγ­μή να δώσω τη ζωή μου για την απε­λευ­θέ­ρω­ση μιας λα­τι­νο­α­με­ρι­κα­νι­κής χώρας δίχως να γυ­ρέ­ψω τί­πο­τε από κα­νέ­να, δίχως τί­πο­τε ν’ απαι­τή­σω, δίχως κα­νέ­ναν να εκ­με­ταλ­λευ­τώ»
Δύο από­πει­ρες δο­λο­φο­νί­ας.
Η πα­ρου­σία του Κο­μα­ντά­ντε Γκε­βά­ρα στη Νέα Υόρκη είχε προ­κα­λέ­σει την αντί­δρα­ση κου­βα­νι­κών αντε­πα­να­στα­τι­κών δυ­νά­με­ων. Δύο τρο­μο­κρα­τι­κές ενέρ­γειες, με προ­φα­νή σκοπό τη δο­λο­φο­νία του Τσε, έλα­βαν χώρα την 11η Δε­κέμ­βρη 1964 στο Μαν­χά­ταν της αμε­ρι­κα­νι­κής με­γα­λού­πο­λης. Η πρώτη ήταν η εκτό­ξευ­ση ρου­κέ­τας από μπα­ζού­κας προς το κτί­ριο των Ηνω­μέ­νων Εθνών την ώρα που ο Γκε­βά­ρα ήταν στο βήμα της Γε­νι­κής Συ­νέ­λευ­σης. Σύμ­φω­να με τις το­πι­κές αρχές, το βλήμα είχε εκτο­ξευ­θεί από την πε­ριο­χή Κου­ϊνς της ανα­το­λι­κής όχθης και έπεσε στη θά­λασ­σα, 200 πε­ρί­που μέτρα πριν τις ακτές του Μαν­χά­ταν. Ποτέ δεν διευ­κρι­νί­στη­κε ποιός εκτό­ξευ­σε τη ρου­κέ­τα από το μπα­ζού­κας που, σύμ­φω­να με τις έρευ­νες της αστυ­νο­μί­ας, ήταν ιδιο­κτη­σί­ας του στρα­τού των ΗΠΑ.
Την ίδια ώρα που στην αί­θου­σα της Γε­νι­κής Συ­νέ­λευ­σης ο Τσε Γκε­βά­ρα κα­τη­γο­ρού­σε τον αμε­ρι­κά­νι­κο και διε­θνή ιμπε­ρια­λι­σμό, στην εί­σο­δο του κτι­ρί­ου του ΟΗΕ ομά­δες αντε­πα­να­στα­τών, κου­βα­νών και αμε­ρι­κα­νών, δια­δή­λω­ναν με πλα­κάτ και ση­μαί­ες. Η αστυ­νο­μία της Νέας Υόρ­κης είχε συλ­λά­βει μά­λι­στα μια ισπα­νό­φω­νη γυ­ναί­κα, ονό­μα­τι Μόλι Γκον­ζά­λες, η οποία κα­τευ­θύ­νο­νταν προς το κτί­ριο του ΟΗΕ κρα­τώ­ντας μα­χαί­ρι. Σκο­πός της, όπως η ίδια δή­λω­σε αρ­γό­τε­ρα, ήταν να χτυ­πή­σει τον Γκε­βά­ρα όταν αυτός θα έβγαι­νε απ’ την εί­σο­δο του κτι­ρια­κού συ­γκρο­τή­μα­τος.
Πηγή: guevaristas.org / Τσε Γκε­βά­ρα, Άπα­ντα, Εκδ. Κα­ρα­νά­ση, Αθήνα, 1982. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More