Poutanique τεχνη, εσυ τα φταις ολα!

Να είναι τέχνη; Επάγγελμα ή μήπως ματαιοδοξία;

Ο μουσικός του πεζοδρόμου!!

Ξαφνικά την καλοκαιρινή ηρεμία στο μικρό μας Μεσολόγγι σκέπασε μια γλυκιά μελωδία που έρχονταν από το βάθος του πεζοδρόμου. Όσο πλησίαζε.....

Να πως γινεται το Μεσολογγι προορισμος!

αι θα αξιοποιηθεί. Ακούγονται διάφορες ιδέες και έχουν συσταθεί αρκετές ομάδες πολιτών που προτείνουν υλοποιήσιμες και μη ιδέες προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και έμμεσα να επωφεληθούμε όλοι.....

Ποσα κτηρια ρημαζουν στο Μεσολογγι;

Ένα από τα θέματα του δημοτικού συμβούλιου στις 27/ 11 είναι η «Εκμίσθωση χώρου για κάλυψη στεγαστικών αναγκών του Δήμου». Οι πρώτες σκέψεις που μου έρχονται στο μυαλό είναι πως μετά από τόσα χρόνια και πώς μετά από τόσο κονδύλια έχουμε φτάσει ....

Μεσολόγγι - αδέσποτα ώρα μηδέν.

Αδέσποτα, ένα ευαίσθητο θέμα για όσους είναι πραγματικά φιλόζωοι* και με τις δυο έννοιες της λέξης. Ας αρχίσουμε να μιλάμε για τις αβοήθητες ψυχές που ξαφνικά βρεθήκαν απροστάτευτες στον δρόμο όχι από το τέλος δηλαδή από τα αποτελέσματα που βλέπουμε...

Facebook, φωτογραφιες με σουφρωμενα χειλη...

Κάλος ή κακός αγαπητοί φίλοι διανύουμε μια εποχή που θέλει τους περισσότερους άμεσα εξαρτημένους από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωση τύπου face book. Έρχεται λοιπόν το Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας

9 Ιουν 2020

Ποιος θα πληρώσει την κρίση;

Οι κρίσεις μοιάζουν αναμεταξύ τους. Όταν λυσσομανάει η θύελλα, ο καπετάνιος απευθύνει έκκληση για αλληλεγγύη. Μόλις περάσει η απειλή, η ενότητα εξαφανίζεται: άλλοι ιδροκοπούν στο βάθος του αμπαριού για να βγάλουν τα νερά από το πλοίο κι άλλοι χορεύουν στα σαλόνια της πρώτης θέσης. Θα επαναληφθεί άραγε αυτό το φαινόμενο ή μήπως η πανδημία θα προκαλέσει μια αλλαγή πορείας;

Η πανδημία του κορωνοϊού προκαλεί οικονομική ανασφάλεια - Therapia

Η κρίση που ξέσπασε δεν είναι υγειονομικής φύσης, αλλά οικονομικής. Το τίναγμα των φτερών της πεταλούδας που πιθανότατα συνέβη στην αγορά της Γουχάν πυροδότησε φαινόμενα που ακολούθησαν πορεία παράλληλη με τις ρηγματώσεις του παγκοσμιοποιημένου και φιλελευθεροποιημένου καπιταλισμού. Ενός καπιταλισμού ο οποίος, εδώ και σαράντα χρόνια, αναδιάταξε τις «αλυσίδες αξίας» του σύμφωνα με τα γούστα των δευτεροκλασάτων ελντοράντο που του υπόσχονταν άκοπα κέρδη: την κατάληψη της οικονομίας από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, τον «ελεύθερο και ανόθευτο ανταγωνισμό» μέσω της μισθολογικής μειοδοσίας, τη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας και των επιχειρήσεων με βάση την αρχή του «just in time» (1), το «lean management» (2), τη λεηλασία των φυσικών πόρων, την προγραμματισμένη απαξίωση των προϊόντων, τη μείωση του αριθμού των κλινών και των αποθεμάτων μασκών στα νοσοκομεία, τη λιτότητα.

Βρισκόμαστε ακόμα στο προοίμιο της κρίσης, ήδη όμως οι οικονομολόγοι αναρωτιούνται: ποιος θα πληρώσει και πώς; Αυτοί οι επαγγελματίες, που δεν μπορούν να κερδίσουν το ψωμί τους χωρίς τη μαγιά της επίκλησης στα παντός είδους «κόστη», δεν θα μπορούσαν να χάσουν μια τόσο καλή ευκαιρία να θέσουν αυτήν την ερώτηση. Και, αυτή τη φορά, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι έχουν δίκιο. Πράγματι, πρόκειται για μία από τις μείζονες ερωτήσεις που θα συνοδεύσουν την προοπτική της «επιστροφής στην κανονικότητα»: τι είναι «κανονικότητα», τι είναι «επιστροφή» –και μήπως υπάρχουν και άλλες «προοπτικές» που δεν θα κλείσουν και πάλι τους ορίζοντες;

Όσο κι αν πρόκειται για οικονομική κρίση, δεν μοιάζει καθόλου με οτιδήποτε άλλο έχουμε γνωρίσει στην ιστορία του καπιταλισμού. Δεν είναι ούτε κλασική ούτε κεϋνσιανή, δεν προκύπτει ούτε από κάποιο σοκ της προσφοράς, οφειλόμενο σε εμπόδια θεσμικά, τεχνολογικά ή προερχόμενα από την ανεπάρκεια των παραγωγικών συντελεστών (κεφάλαιο, εργασία, πρώτες ύλες), ούτε από μια ξαφνική κατάρρευση της ζήτησης, όσο κι αν το καθεστώς σχηματισμού της ζήτησης παρουσιάζει σοβαρά δομικά προβλήματα εδώ και σαράντα χρόνια. Οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αποφάσεις που ελήφθησαν από τα κράτη στο πλαίσιο της άσκησης της εθνικής κυριαρχίας τους (και σε μικρότερο βαθμό στα μέτρα προστασίας που ελήφθησαν σε ατομικό επίπεδο), τα οποία οδήγησαν στο απότομο σταμάτημα ολόκληρων τομέων της παραγωγικής μηχανής. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ΔΓΕ, ILO), «1,25 δισεκατομμύρια εργαζόμενοι, δηλαδή σχεδόν το 38% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού, απασχολούνται σε τομείς που αυτή τη στιγμή βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σοβαρότατη μείωση της παραγωγής τους και με τον υψηλό κίνδυνο μετατόπισης των θέσεων εργασίας. Σε αυτούς συγκαταλέγονται το λιανικό εμπόριο, ο ξενοδοχειακός τομέας και η εστίαση, όπως επίσης και ο βιομηχανικός τομέας» (3).

Μπορούμε ήδη να υπολογίσουμε τις συνέπειες του κινδύνου. Σύμφωνα με το ΔΓΕ, κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου του 2020, η μείωση των δεδουλευμένων ωρών ανά τον κόσμο εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 6,7%: αυτό το ποσοστό ισοδυναμεί με 195 εκατομμύρια θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσίευσε ο ΟΗΕ (4), η κρίση θα βυθίσει στη φτώχεια 500 εκατομμύρια άτομα λόγω της μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας και της απώλειας θέσεων εργασίας.

Συνεπώς, στο ερώτημα «Ποιος θα πληρώσει;», ένα μέρος της απάντησης βρίσκεται ήδη μπροστά στα μάτια μας –και χωρίς να χρειάζεται εδώ να χρησιμοποιήσουμε μελλοντικό χρόνο: τα πρώτα κόστη της κρίσης βρίσκονται στην άμεση απώλεια υπηρεσιών και αγαθών (χρήσιμων ή περιττών, τοξικών ή μη), των οποίων η παραγωγή πιθανότατα δεν θα αναπληρωθεί. Αυτές τις απώλειες θα τις υποστούν ορισμένες κατηγορίες εργαζόμενων, των οποίων τα εισοδήματα μειώθηκαν ή εξανεμίστηκαν, στον βαθμό που η παραγωγή σταμάτησε ή έμεινε απούλητη. Πρόκειται για το ουσιαστικό μέρος του παρόντος και του μελλοντικού κόστους το οποίο συνεπάγεται ο τρόπος που επιλέξαμε για να καταπολεμήσουμε την εξάπλωση του ιού.

Ωστόσο, το ζήτημα του κόστους και του επιμερισμού του συνήθως δεν τίθεται από αυτή τη σκοπιά. Καθώς περνάμε πολύ γρήγορα από το πρόβλημα των σπασμένων βάζων στις προσπάθειες που καταβάλλονται (ή που θα καταβληθούν) για να τα ξανακολλήσουμε, βρισκόμαστε αυτομάτως μπροστά στο βουνό από δημόσια χρέη που θα συνάψουν τα κράτη και τα ασφαλιστικά συστήματα, καθώς και αυτά θα υποστούν το σοκ και θα προσπαθήσουν να απορροφήσουν τις ζημιές και τα βάσανα που θα προκληθούν από τη μείωση της παραγωγής. Και αυτά τα χρέη ποιος θα τα πληρώσει;

Δεν μπορεί να αποκλειστεί το σενάριο ενός ομολογιακού κραχ

Βέβαια, δεν πρόκειται για ερώτημα λιγότερο ενδιαφέρον από το πρώτο, όμως, όσο κι αν δεν έχουμε ξεμπερδέψει ακόμα με τον πρώτο λογαριασμό της κρίσης, ο δεύτερος (δηλαδή τα χρέη που θα αναλάβουν τα κράτη) ενδέχεται να αποδειχθεί ότι αποτελεί το πραγματικό κόστος της κρίσης. Ουσιαστικά πρόκειται αφενός για το άθροισμα του μεριδίου του κόστους αυτών των περιορισμών στην παραγωγή που βαρύνουν άμεσα τα κράτη και, αφετέρου, για την κατανομή αυτού του πρώτου κόστους ανάμεσα στις διάφορες κατηγορίες των θεσμικών φορέων που το υφίστανται. Το κράτος, όπως και οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, όντως πλήττεται άμεσα από τους περιορισμούς στην παραγωγή και υφίσταται και αυτό απώλειες, υπό τη μορφή διαφυγόντων φορολογικών εσόδων (φόρων επί των εισοδημάτων και επί των εταιρικών κερδών, ΦΠΑ, φόρου επί των καυσίμων κ.λπ.). Σε ολόκληρο τον κόσμο, στις επιχειρήσεις παρέχονται αναστολές στην πληρωμή των φορολογικών και των ασφαλιστικών υποχρεώσεών τους, τους προτείνονται διευκολύνσεις ή εγγυήσεις για τον τραπεζικό δανεισμό τους, ενώ συνεχίζονται –ή και ενισχύονται– τα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και αναπλήρωσης των εισοδημάτων τους, κυρίως μέσω των επιδομάτων ανεργίας ή την κάλυψη των εισοδηματικών απωλειών λόγω της εκ περιτροπής εργασίας.

Χωρίς αμφιβολία, λόγω της –εύκολα προβλέψιμης– υπερχρέωσης των επιχειρήσεων, θα απαιτηθούν ανακεφαλαιοποιήσεις, ανάληψη από το κράτος του εταιρικού χρέους και εθνικοποιήσεις, προκειμένου να διασωθούν οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες (τη στιγμή που ο παραγωγικός μηχανισμός θα βρίσκεται πλέον λίγο-πολύ σε λειτουργία). Καθώς ο δανεισμός των επιχειρήσεων βρισκόταν ήδη σε ανησυχητικά επίπεδα πριν από την κρίση του κορωνοϊού, θα μπορούσε να εκτιναχθεί, προοιωνίζοντας ηχηρές χρεοκοπίες.

Σε μια «προφητική» μελέτη του Οκτωβρίου του 2019, με βάση ένα σενάριο μιας παγκόσμιας ύφεσης της τάξης του 4% στο ετήσιο παγκόσμιο ΑΕΠ (δηλαδή μια ύφεση με το ήμισυ της σφοδρότητας της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεπε ότι το ύψος των «επισφαλών» (μη εξυπηρετούμενων) εταιρικών χρεών θα αυξανόταν απότομα στα 19 τρισεκατομμύρια δολάρια (περισσότερα από 17 τρισ. ευρώ) και έτσι θα ανερχόταν στο 40% του συνολικού χρέους των ιδιωτικών εταιρειών για το 2021 (5). Οι υπολογισμοί οφείλουν ήδη να αναθεωρηθούν προς τα πάνω, δεδομένου ότι οι εκτιμώμενες απώλειες της παραγωγής από τη σημερινή κρίση είναι ήδη διπλάσιες από τις προβλεπόμενες σε αυτό το καταστροφικό σενάριο. Συνεπώς, τα κράτη θα βγουν από αυτήν την κρίση πολύ περισσότερο χρεωμένα απ’ όσο ήταν πριν από μερικούς μήνες.

Προτού εξετάσουμε ποιος θα πληρώσει έναν τόσο μεγάλο λογαριασμό, ας ξεκαθαρίσουμε δύο σημεία. Πρώτον, το κόστος του χρέους που βαρύνει ένα κράτος δεν αντιστοιχεί στη μελλοντική εξόφληση των δανειστών του (σε πέντε, δέκα ή τριάντα χρόνια). Το κράτος κατορθώνει συνήθως να μετακυλήσει το χρέος του και οι δανειστές ανταλλάσσουν τα παλιά «χαρτιά» με καινούργια. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι δανειστές πάντα εξοφλούνται, αλλά όχι το χρέος. Δεύτερον, θα πρέπει να καθησυχαστούν όσοι ανησυχούν για τη διαθεσιμότητα των κεφαλαίων που απαιτούνται για να καλυφθεί η εκτίναξη σε δυσθεώρητα ύψη των αναγκών δανεισμού των κρατών. Όπως το διατύπωσε κομψά ο οικονομολόγος Μπρυνό Τινέλ, «εάν κάποιος πιστεύει ότι υπάρχουν υπερβολικά πολλά χρέη, για να υπάρχει συνέπεια στο σκεπτικό του, θα πρέπει να πει επίσης ότι υπάρχει υπερβολικά υψηλή αποταμίευση» (6).

Συνεπώς, το πραγματικό κόστος του δανεισμού για ένα κράτος δεν συνίσταται στην εξόφληση του κεφαλαίου που έχει δανειστεί, αλλά στο ύψος των ετησίων τόκων που οφείλει να καταβάλλει στους δανειστές του. Έτσι, το ερώτημα αλλάζει: μπορεί το κοινωνικό σύνολο να ανταποκριθεί μακροπρόθεσμα στο κόστος και, εάν όχι, μπορεί να ξεφορτωθεί το βάρος (και πώς); Για την ώρα, τα επιτόκια δανεισμού των σημαντικότερων χωρών του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) δεν έχουν εκτιναχθεί. Η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Ιταλία εξακολουθούν να κατορθώνουν να δανείζονται σε δεκαετή ορίζοντα με επιτόκιο που κυμαίνεται μεταξύ 1% και 2%. Για τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο, τα επιτόκια είναι χαμηλότερα του 1%: δεδομένου του πληθωρισμού, όλα αυτά τα κράτη κατορθώνουν να δανείζονται με πραγματικά επιτόκια σχεδόν μηδενικά, ακόμα και αρνητικά. Συνεπώς, το κόστος των δημόσιων πολιτικών θα μπορούσε να παραμείνει σε ιδιαίτερα ανεκτά επίπεδα –και κανένας δεν θα ήταν στ’ αλήθεια υποχρεωμένος να το πληρώσει– εάν οι παίκτες του χρηματοπιστωτικού τομέα δεν αρχίσουν να πανικοβάλλονται μπροστά στην άνοδο των δημόσιων χρεών και να ζητούν από τα κράτη ένα πραγματικό «μεροκάματο του τρόμου» (ο φόβος αποτελεί την κυριότερη δύναμη που έχουν στα χέρια τους αυτά τα άτομα, που αρεσκόμαστε μερικές φορές να αποκαλούμε «κινδυνόφιλους»).

Τι θα γινόταν και τι θα μπορούσαν να κάνουν τα κράτη και οι νομισματικές αρχές εάν κυριεύονταν από πανικό οι παίκτες του χρηματοπιστωτικού τομέα (ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, αμοιβαία κεφάλαια, τράπεζες) που διαχειρίζονται την αποταμίευση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων; Εάν εκδηλωθεί παρόμοιος πανικός, θα είναι πιθανότατα επιλεκτικός και θα οδηγήσει ξανά στο άνοιγμα της ψαλίδας των επιτοκίων που ζητούνται από τα κράτη της ευρωζώνης. Σίγουρα, ο Νότος θα βρισκόταν μπροστά σε μεγαλύτερες απειλές απ’ ό,τι ο Βορράς. Σε αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι θα παραμείνει ανοιχτή η «ομπρέλα» που άνοιξε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) το 2012, όταν ο Μάριο Ντράγκι, τότε πρόεδρός της, ανακοίνωσε ότι «η ΕΚΤ θα πράξει όλα όσα είναι αναγκαία για τη σωτηρία της ευρωζώνης». Εξάλλου, αυτή η ομπρέλα παρέμεινε ανοικτή καθόλη τη διάρκεια της λεγόμενης «ποσοτικής χαλάρωσης».

Το γεγονός ότι η ΕΚΤ δηλώνει έτοιμη να αγοράσει στις δευτερογενείς αγορές όλα τα κρατικά χρέη τα οποία θα αποτελούσαν αντικείμενο υπερβολικών πωλήσεων (πυροδοτώντας την άνοδο την επιτοκίων στο χρέος των αντίστοιχων χωρών), καθώς επίσης και ότι οι υποσχέσεις υποστηρίχθηκαν από πράξεις που αποδείκνυαν τη σοβαρότητά τους, θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδειχθεί αρκετό. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η συσσώρευση των δημόσιων χρεών, ούτε επίσης από ποιο όριο και πάνω (120% του ΑΕΠ; 150%; 200%;) θα πυροδοτήσουν μια τόσο μεγάλη δυσπιστία ώστε αυτή να μην καθησυχάζεται πλέον ούτε καν από την ύπαρξη ενός αγοραστή τελευταίας καταφυγής.

Αυτό το σημείο καμπής θα μπορούσε να βρίσκεται σε αρκετά υψηλά επίπεδα, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον πολλές ανταγωνιστικές και ελκυστικές επιλογές που να μπορούν να καθησυχάσουν τον αποταμιευτή. Παρόλα αυτά, το σενάριο ενός νέου ομολογιακού κραχ δεν μπορεί να αποκλειστεί. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει όντως να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μπορούν να απαλλαγούν από ένα τμήμα των χρεών τους ή να εξουδετερώσουν τα βάρη τους. Με λίγα λόγια, να επανέλθουμε στο αρχικό ερώτημα: «Ποιος θα πληρώσει;».

Μπορούν οι σημερινοί ηγέτες να δεχθούν να πράξουν όσα ανέκαθεν αρνούνταν;

Δεδομένης της σοβαρότατης κατάστασης στην οποία έχει οδηγηθεί η κρίση, από την εργαλειοθήκη των «ορθόδοξων» οικονομολόγων λείπουν ορισμένα κλειδιά. Αναλαμβάνοντας να δώσει μια απάντηση μέσα από ένα άρθρο του που δημοσιεύτηκε στη μεγαλύτερη γαλλική οικονομική εφημερίδα «Les Echos» (7), o Ζαν Τιρόλ –μία από τις ηγετικές μορφές της γαλλικής νεοκλασικής οικονομικής σχολής (του κυρίαρχου ρεύματος της τελευταίας πεντηκονταετίας) και βραβευμένος το 2014 με το Βραβείο της Τράπεζας της Σουηδίας για τις οικονομικές επιστήμες στη μνήμη του Άλφρεντ Νόμπελ (το οποίο είναι –κακώς– γνωστό ως «Νόμπελ Οικονομίας»)– αναγκάζεται να ξεπεράσει τα όρια της θεωρίας του και να δανειστεί μερικά εργαλεία από τους γείτονές του.

Ο οικονομολόγος εξετάζει τέσσερις λύσεις για να απαντήσει στην εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους. Η πρώτη συνίσταται στην αποποίηση ενός μέρους των δημόσιων χρεών: πρόκειται για μια επιλογή την οποία ο Τιρόλ αναφέρει απλά και μόνο για να την απορρίψει: το εγχείρημα κρίνεται «ευαίσθητο» επειδή θα αμαύρωνε για πάντα την υπόληψη των κρατών που θα επέλεγαν παρόμοια λύση. Δεν θα μπορούσαν να ξαναδανειστούν σύντομα και έτσι θα αναγκάζονταν να ισοσκελίσουν άμεσα τον προϋπολογισμό τους, με αποτέλεσμα να προσθέσουν ένα σοκ αρνητικής ζήτησης στην πλέον ακατάλληλη στιγμή για την οικονομία τους. Συνεπώς, για τον Τιρόλ, κάτι τέτοιο θα αποτελούσε αδιέξοδο. Όμως, το εγχείρημα, που αναγκάζει τις εύπορες τάξεις και τους ραντιέρηδες-εισοδηματίες να συνεισφέρουν στη διάσωση της οικονομίας, δεν είχε πάντα τα μειονεκτήματα που πιστεύεται. Σε ορισμένες περιπτώσεις, επέτρεψε τη γρήγορη ανάκαμψη των χωρών που προσέφυγαν σε αυτό (8).

Η δεύτερη λύση προϋποθέτει την επιβολή φόρων και τον περιορισμό των κρατικών δαπανών, έτσι ώστε να επιβραδυνθεί η ανάγκη για προσφυγή σε νέο δανεισμό. Όπως εξηγεί ο Τιρόλ, «τα κράτη επιβάλλουν έκτακτη φορολογία στους ευπορότερους (για παράδειγμα στην περιουσία) και, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μεγάλη ανάγκη για βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, στις μεσαίες τάξεις». Δηλαδή κατά κάποιον τρόπο επιστροφή στην προηγούμενη λιτότητα, αλλά καλύτερα κατανεμημένη, κάτι για το οποίο ο αρθρογράφος αποφεύγει να μας πει τη γνώμη του. Προφανώς, ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Μπρυνό Λε Μαιρ δεν συμμερίζεται την επιλογή της καλύτερης κατανομής της λιτότητας και αρκείται σε μια «μακροπρόθεσμη» λιτότητα : «Μακροπρόθεσμα, είναι απαραίτητο να εξυγιάνουμε τα δημόσια οικονομικά και να μειώσουμε το χρέος» (9). Χωρίς να διευκρινίζει ποιος θα κληθεί να συμβάλει για την επίτευξη του στόχου.

Τρίτη λύση: η αμοιβαιοποίηση ενός τμήματος των δημόσιων χρεών στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Δηλαδή τα περιβόητα «κορωνοομόλογα» που απορρίφθηκαν από τις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά μερικές ημέρες μετά τη δημοσίευση του άρθρου του Τιρόλ. Ωστόσο, η ιδέα δεν ήταν κακή στην περίπτωση όπου η άνοδος των επιτοκίων θα αφορούσε έναν περιορισμένο αριθμό κρατών, τα οποία θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη την οποία απολαμβάνει ο μέσος όρος των δημόσιων χρεών της ευρωζώνης. Φυσικά, η συγκεκριμένη λύση θα ήταν εντελώς αναποτελεσματική στην περίπτωση όπου γενικευόταν η δυσπιστία απέναντι σε όλα τα δημόσια χρέη.

Απομένει η τέταρτη λύση, την οποία ο Τιρόλ αφήνει να εννοηθεί ότι προτιμάει: τη νομισματοποίηση των χρεών (και όχι μόνον των κρατικών), δηλαδή την εξαγορά τους από τις κεντρικές τράπεζες. Ο Τιρόλ υπογραμμίζει ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ζήτημα της αποπληρωμής τους δεν θα ετίθετο πλέον: «Δεν υπάρχει ρητή προθεσμία για την αποπληρωμή τους από τα κράτη. Μια θεωρητικά προσωρινή εξαγορά τους μπορεί εκ των πραγμάτων να μετατραπεί σε μόνιμη». Τη στιγμή της αποπληρωμής του χρέους προς την ΕΚΤ, ένα κράτος όντως θα μπορούσε παράλληλα να συνάψει νέο χρέος δανειζόμενο από τους παίκτες των χρηματαγορών (για να εξασφαλίσει τα απαραίτητα μετρητά) και, αμέσως μετά, η ΕΚΤ να εξαγοράσει αυτό το χρέος από τις δευτερογενείς αγορές ομολόγων. Ένα χρέος προς την ΕΚΤ το οποίο θα είχε μετατραπεί σε διαρκές, ένα είδος πιστωτικής γραμμής η οποία θα διαιωνιζόταν επ’ άπειρον, θα ισοδυναμούσε φυσικά με την εξάλειψη ενός προβλήματος για τα κράτη. Ποιος όμως θα πληρώσει τους τόκους; Ο Τιρόλ δεν λέει τίποτε σχετικό. Όμως, ως προς αυτό το ζήτημα θα πρέπει ίσως να καινοτομήσουμε καθώς, αν δεν δοθεί απάντηση, το πραγματικό βαρίδι που συνεπάγεται το δημόσιο χρέος θα εξακολουθούσε να υφίσταται πλήρως.

Το απλούστερο θα ήταν σίγουρα να διαγραφούν τα χρέη που θα εξαγοράσει η κεντρική τράπεζα: μια ενορχηστρωμένη μορφή αποποίησης δημόσιων χρεών. Η συγκεκριμένη λύση θα παρουσίαζε το πλεονέκτημα ότι δεν θα ζημίωνε τους ιδιώτες παίκτες των αγορών (οι οποίοι θα είχαν συναινέσει στην εξαγορά των τίτλων που κατέχουν από την ΕΚΤ, υπό τον όρο βέβαια ότι εκείνη θα όριζε την τιμή) και δεν θα πυροδοτούσε τον πληθωρισμό, δεδομένου ότι η ρευστότητα που θα δινόταν στους ιδιώτες παίκτες για την εξαγορά των κρατικών χρεογράφων δεν θα αύξανε την περιουσία τους ούτε και θα δημιουργούσε εικονικά εισοδήματα: στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για «χρήματα από το ελικόπτερο», σύμφωνα με την παρομοίωση που χρησιμοποίησε ο Μίλτον Φρίντμαν για να περιγράψει τα χρήματα που ένα κράτος θα μοίραζε στον πληθυσμό του με την ελπίδα ότι η δαπάνη αυτών των ποσών θα πυροδοτούσε την ανάκαμψη της οικονομίας.

Μια τέτοια ενορχηστρωμένη μορφή αποποίησης δημόσιων χρεών, επιχειρούμενη σε μεγάλη κλίμακα, θα είχε προφανώς ως αποτέλεσμα να υποστεί κολοσσιαίες απώλειες το ενεργητικό της ΕΚΤ, της οποίας τα ίδια κεφάλαια θα μετατρέπονταν σε αρνητικά, σε κάποιο σημείο με ιλιγγιώδη ρυθμό. Ίσως κάποια στιγμή έρθει η ώρα όπου καθένας θα πρέπει να αναρωτηθεί: ένα τέτοιο ενδεχόμενο μας δημιουργεί πραγματικά πρόβλημα; Εάν τα κράτη ήταν υποχρεωμένα να διασώσουν την ΕΚΤ καταβάλλοντας τα αναγκαία κεφάλαια, το αδιέξοδο θα ήταν προφανές. Δεν ισχύει όμως κάτι τέτοιο στην προκειμένη περίπτωση, τουλάχιστον από θεσμική άποψη. Το εμπόδιο που φράζει τον δρόμο για την υιοθέτηση της λύσης αυτής είναι μάλλον πολιτικής φύσης και λιγότερο οικονομικής, τεχνικής ή θεσμικής: θα έπρεπε οι σημερινοί πολιτικοί ηγέτες να συναινέσουν σε αυτό που ανέκαθεν ισχυρίζονταν ότι είναι αδύνατον. Αυτή δεν είναι όμως η στιγμή για να πραγματοποιηθούν ρήξεις;

Απομένει ωστόσο μια τελευταία λύση, την οποία ο Τιρόλ αποφεύγει να εξετάσει. Η δημιουργία (ή η επαναδημιουργία) σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενός καθεστώτος «ήπιου πληθωρισμού», μέσα από τον συντονισμό των μισθολογικών πολιτικών μας, ώστε να δοθεί νέα ώθηση στις αυξήσεις των μισθών (τις ονομαστικές αυξήσεις, χωρίς δηλαδή να λαμβάνεται υπόψη ο πληθωρισμός). Με τον συντονισμό της δράσης μας (κυβερνήσεις, συνδικάτα, ΕΚΤ), τουλάχιστον σε επίπεδο ευρωζώνης, ένα τέτοιο καθεστώς πληθωρισμού, οφειλόμενο στη μισθολογική πολιτική, θα μπορούσε να παραμείνει υπό έλεγχο. Αυτό θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία οι ονομαστικές μισθολογικές αυξήσεις να οριστούν με διαφορετικό ρυθμό για κάθε κράτος-μέλος (ώστε να εξισορροπηθούν οι διαφορές στις πραγματικές συναλλαγματικές ισοτιμίες που συσσωρεύτηκαν αφότου κατέστη αδύνατον να υπάρξει υποτίμηση του νομίσματος). Ο επιδιωκόμενος στόχος θα συνίσταται στην αποκατάσταση της σχετικής ανταγωνιστικότητας του κόστους εργασίας ανάμεσα στα κράτη και στην εξάλειψη των εμπορικών ανισορροπιών που αυτές πυροδοτούν (10).

Το καθεστώς ήπιου πληθωρισμού θα ελάφραινε το δυσβάστακτο φορτίο των κρατικών χρεών, εις βάρος των ευπορότερων δανειστών. Αυτό γίνεται πάντα μετά το τέλος ενός πολέμου –και μήπως δεν βρισκόμαστε σε πόλεμο; Σε πρώτη φάση, οι κυβερνήσεις χρηματοδοτούν τις αμυντικές δαπάνες ζητώντας από τους ραντιέρηδες-εισοδηματίες να καταβάλλουν χρήματα, τα οποία τους επιστρέφουν μερικά χρόνια ή δεκαετίες αργότερα –ξεπληρώνοντάς τους με ένα νόμισμα του οποίου η αγοραστική δύναμη έχει μειωθεί. Και δεν υπάρχει ανησυχία ότι θα θιγούν οι φτωχότεροι: δεν έχουν χρήματα. Η δημιουργία ενός ήπιου πληθωρισμού μέσα από μισθολογικές αυξήσεις, συντονισμένου και διαφοροποιημένου ανά χώρα εντός της ζώνης του ευρώ, θα μπορούσε να είναι μια λύση για την ελάφρυνση του συσσωρευμένου βάρους των κρατικών χρεών, βαρύνοντας τους ραντιέρηδες με τρόπο ελάχιστα βίαιο, αλλά παρατεταμένο (με διάβρωση της αξίας του νομίσματος της τάξης του 2-3% ετησίως).

Μέχρι και ο Αλαίν Μενκ υπερασπίζεται πλέον την ιδέα ενός «αέναου χρέους»

Η νομισματοποίηση ενός τμήματος των χρεών ώστε να εξαλειφθούν ή η δημιουργία ενός καθεστώτος ήπιου μισθολογικού πληθωρισμού αποτελούν σίγουρα ιδέες που μοιάζουν εικονοκλαστικές. Όμως, όπως έλεγε στην εποχή του ο Βρετανός οικονομολόγος Τζον Μέυναρντ Κέυνς όσον αφορά την χώρα του, εάν η κρίση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι μέλλει να διαρκέσει ή να επιδεινωθεί, θα μπορούσε να οδηγήσει «τους πολιτικούς ηγέτες και τους διευθυντές των επιχειρήσεων να περιορίσουν τις συνέπειες που προκλήθηκαν από τα λάθη της διδασκαλίας στην οποία στηρίχθηκε η θεωρητική τους κατάρτιση, κάνοντας πράγματα που είναι σχεδόν ασυνεπή σε σχέση με τις ίδιες τους τις αρχές, στην πράξη ούτε ορθόδοξα ούτε αιρετικά –και ήδη υπάρχουν σημάδια που το μαρτυρούν» (11). Ήδη, ανάμεσα σε αυτά τα σημάδια παρατηρούμε κάποιες απρόσμενες στροφές 180 μοιρών, όπως εκείνη του Αλαίν Μενκ (12), που υποστηρίζει πλέον την ιδέα ενός «αέναου χρέους», το οποίο τελικά το κράτος δεν θα εξοφλούσε ποτέ (13). Ή, φυσικά, την μετατόπιση του Τιρόλ ο οποίος ζητάει, χωρίς να το λέει ρητά, και πολλά άλλα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, τους πολιτικούς ηγέτες… και από «τη διδασκαλία στην οποία στηρίχθηκε η θεωρητική τους κατάρτιση».

  1. (Σ.τ.Μ.) Η αρχή του «just in time» σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις λειτουργούν με τα ελάχιστα δυνατά αποθέματα, ώστε να ελαχιστοποιούνται τα ακινητοποιημένα κεφάλαια και τα έξοδα αποθήκευσης. Τα αποθέματα αναπληρώνονται διαρκώς χάρη στις συνεχείς ροές που εξασφαλίζει η εφοδιαστική αλυσίδα. Βέβαια, αυτό το σύστημα απαιτεί εξαιρετικό προγραμματισμό και ευελιξία των εργαζόμενων, ενώ είναι εξαιρετικά ευάλωτο στις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας που προκαλούνται από ακραία καιρικά φαινόμενα, κοινωνική αναταραχή ή απρόβλεπτα γεγονότα –όπως μια πανδημία, λ.χ.
  2. (Σ.τ.Μ.) Το «lean management» («lean»: ισχνός, λιτός) αποτελεί μια μέθοδο μάνατζμεντ που αναπτύχθηκε στην Toyota, με πολλαπλούς στόχους: συνεχή μείωση των στοκ και βελτίωση της οργάνωσης της εργασίας με κατάργηση της «σπατάλης χρόνου» και κάθε άλλης σπατάλης, διαρκής κινητοποίηση των χαμηλόβαθμων εργαζόμενων για τη βελτιστοποίηση της ποιότητας και για την εξεύρεση λύσεων στα προβλήματα. Σύμφωνα με τους επικριτές του, πυροδοτεί σημαντική εντατικοποίηση της εργασίας που οδηγεί στην υποβάθμιση της ψυχικής και σωματικής υγείας των εργαζόμενων.
  3. «Observatoire de l’OIT: le Covid-19 et le monde du travail, 2e édition», Παγκόσμιος Οργανισμός Εργασίας, Γενεύη, 7 Απριλίου 2020.
  4. Chris Hoy, Eduardo Ortiz-Juarez και Andy Sumner, «Estimates of the impact of Covid-19 on global poverty», κείμενο εργασίας, United Nations University, Ελσίνκι, Απρίλιος 2020.
  5. «Global financial stability report», Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ουάσιγκτον, Οκτώβριος 2019.
  6. Bruno Tinel, «Dette publique: sortir du catastrophisme», Raisons d’Agir, Παρίσι, 2016.
  7. «Jean Tirole: quatre scénarios pour payer la facture de la crise», «Les Echos», Παρίσι, 1η Απριλίου 2020.
  8. Βλέπε Renaud Lambert, «Δημόσιο χρέος, μπρα-ντε-φερ ενός αιώνα», «Le Monde diplomatique – ελληνική έκδοση», 5 Απριλίου 2015, https://monde-diplomatique.gr/?p=271
  9. «Gérald Darmarin et Bruno le Maire : “Le plan d’urgence révisé à 100 milliards d’euros”», «Les Echos», 9 Απριλίου 2020.
  10. Για να γίνουν ακόμα καλύτερα κατανοητοί οι μηχανισμοί της οικονομίας, βλ. το επεξηγηματικό σημείωμα «Compétitivité-coût, taux de change réel et déséquilibres commerciaux» στην ιστοσελίδα μας https://www.monde-diplomatique.fr/2020/05/A/61736
  11. John Maynard Keynes, «La pauvreté dans l’abondance», Gallimard, Παρίσι, 2002.
  12. (Σ.τ.Μ.) Ο Alain Minc είναι πολιτικός σύμβουλος, συγγραφέας και μέλος των διοικητικών συμβουλίων πολλών μεγάλων γαλλικών επιχειρηματικών ομίλων. Ο –κεντροδεξιών αποχρώσεων– λόγος του είναι πανταχού παρών στα γαλλικά ΜΜΕ.
  13. «Alain Minc: pour une dette publique à perpétuité!», «Les Echos», 16 Απριλίου 2020.

8 Ιουν 2020

Κινήματα και απεργίες στη Γαλλία: Αναζητώντας την αποτελεσματικότητα

Καθώς η πανδημία της COVID-19 «πάγωσε» στη Γαλλία το εντυπωσιακό κίνημα του χειμώνα του 2019-2020 κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, ένα ερώτημα επανέρχεται: άραγε είναι εφικτή σήμερα μια γενική διεπαγγελματική απεργία; Η έκταση των διαμαρτυριών και ο σημαντικός βαθμός αποδοχής εκ μέρους της κοινής γνώμης αποτέλεσαν σημαντικές όψεις του κινήματος αυτού, που όμως συνάντησε σημαντικούς περιορισμούς, εξαιτίας της αδυναμίας του να συμπαρασύρει μεγάλα στρώματα μισθωτών του ιδιωτικού τομέα.

https://www.avgi.gr/documents/10179/0/87686676886.jpg/0d8c0abf-5ade-484b-b72b-12bb9b985642?t=1591047985798&imageThumbnail=3

Αφού κηρύχθηκε κλινικά νεκρό μετά την κινητοποίηση των «κίτρινων γιλέκων», το γαλλικό συνδικαλιστικό κίνημα ανέκτησε λίγες δυνάμεις στη μάχη για την υπεράσπιση των συντάξεων, μεταξύ Δεκεμβρίου 2019 και Φεβρουαρίου 2020, πριν σταματήσει αναγκαστικά λόγω της υγειονομικής κρίσης. Μολαταύτα, ενώπιον μιας κυβέρνησης η οποία επιταχύνει (Σ.τ.Μ.: μέχρι τη στιγμή του «παγώματος» λόγω COVID-19) την πορεία των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, η απαραίτητη για την υποχώρησή της αντιπαράθεση δυνάμεων οφείλει να μεταφερθεί σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο –και ίσως, με βάση τις παρούσες συνθήκες, σε ένα επίπεδο απρόσιτο. Η γενική απεργία παραμένει παρούσα στις συλλογικές αγωνιστικές αναπαραστάσεις, φαίνεται ωστόσο ακατόρθωτη, ενώ η παρακώλυση της οικονομικής δραστηριότητας παραμένει το πιο αποφασιστικό μέσο άσκησης πίεσης στην εργοδοσία και, κατ’ επέκταση, στην κυβέρνηση.

Κατά τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια –το 1995, το 2003 και κατόπιν το 2010– μεγάλες κινητοποιήσεις, συνοδευμένες από μια σειρά εντυπωσιακών διαδηλώσεων, έλαβαν χώρα στη Γαλλία με σκοπό τη διασφάλιση των συντάξεων. Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1995, η συμμετοχή στις πορείες διαμαρτυρίας συνδεόταν με ένα μεγάλο απεργιακό κίνημα σε πολλές επιχειρήσεις και δημόσιες υπηρεσίες: στους γαλλικούς σιδηροδρόμους (SNCF), στα παρισινά μέσα μεταφοράς (RATP), στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού της Γαλλίας (EDF), στα Ταχυδρομεία, στη France Télécom, στην Air France και στην Air Inter (σε μικρότερο βαθμό), στις εφορίες, στην τοπική δημόσια διοίκηση… Δεν απουσίαζε και ο ιδιωτικός τομέας, με στάσεις εργασίας κάποιων ημερών στην αυτοκινητοβιομηχανία (Renault, Peugeot, Ford) και στη βιομηχανία ηλεκτρονικών προϊόντων (Alcatel, Thompson), αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό.

Το 2003, η διάρκεια των κινητοποιήσεων αυξήθηκε στους πέντε μήνες, με εννέα εθνικές ημερίδες διεπαγγελματικής δράσης, τέσσερις διαδηλώσεις στις οποίες συμμετείχαν περίπου δύο εκατομμύρια άτομα και μία απεργία περίπου έξι εβδομάδων στην εθνική εκπαίδευση. Σε αυτόν τον τομέα, η εναντίωση στην αποκέντρωση του διοικητικού, τεχνικού και εργατικού προσωπικού, καθώς και του προσωπικού του κοινωνικού τομέα και του τομέα της υγείας (ATOSS), προστέθηκε στην απόρριψη της μεταρρύθμισης των συντάξεων, που ευθυγράμμιζε εν μέρει το καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων με εκείνο των ιδιωτικών.

Η έκταση των διαδηλώσεων στο σύνολο της γαλλικής επικράτειας, ακόμη και σε μικρούς οικισμούς, αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα εκείνης της περιόδου. Μολαταύτα, τότε αρχίζουμε να βλέπουμε υπαλλήλους που συμμετέχουν σε αυτές χρησιμοποιώντας ώρες ή ημέρες μειωμένης εργασίας (RTT), αποφεύγοντας έτσι την απεργία. Η κυβέρνηση είχε προνοήσει τότε να εξαιρέσει το ζήτημα των ειδικών καθεστώτων ώστε να μην παραλύσει η χώρα.

Πάρα πολλοί συνδικαλισμένοι σε απομόνωση

Θα κάνει τα ίδια το 2010. Εκείνη τη χρονιά η κινητοποίηση διαρκεί έξι μήνες με δεκατέσσερις διαδηλώσεις, αλλά με μια εξαιρετικά περιορισμένη απεργιακή βάση, εκτός από την περίπτωση των κυλικείων στη Μασσαλία. Μια κυλιόμενη απεργία μικρής έκτασης διεξάγεται στη SNCF. Μετά από μερικές εβδομάδες, η Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (CGT) και η Εργατική Δύναμη (FO) στρέφονται προς τα διυλιστήρια, ελπίζοντας ότι κάποιες κινητοποιημένες ομάδες θα αποκλείσουν τον ανεφοδιασμό σε βενζίνη, όπως συνέβη κατά τη διάρκεια ενός από τα σημαντικά γεγονότα του Μάη του ’68. Τότε οι συνδικαλιστικοί φορείς είδαν τους περιορισμούς στη στρατηγική τους. Από μόνη της, η δύναμη των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας δεν ισοδυναμεί με εκδήλωση δύναμης.

Από το 2003, το ζήτημα της οργάνωσης κυλιόμενων απεργιών και της σύγκλισης των αγώνων είναι παρόν στις αγωνιστικές συζητήσεις. Καθόσον μάλιστα η κυβέρνηση πολλαπλασίασε τα μέτρα ενάντια στα μπλοκαρίσματα που προκαλούνται από μικρές ομάδες: άμεση αφαίρεση άδειας οδήγησης των επαγγελματιών οδηγών –που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις του 1995– από την αστυνομία όταν επιχειρούν να παρακωλύσουν την κυκλοφορία. Ή προσφυγή σε επιτάξεις στα διυλιστήρια και, από το 2010, πρόνοια για συγκρότηση αποθεμάτων. Η πολιτική του περιορισμού επεκτάθηκε στο δικαίωμα σε διαδηλώσεις, με την άσκηση σημαντικών πιέσεων κατά τη διάρκεια του κινήματος ενάντια στον εργασιακό νόμο το 2016, και προπάντων με την καταστολή των «κίτρινων γιλέκων» και των διαμαρτυριών. Στο πλαίσιο της τήρησης της τάξης υιοθετήθηκε μια τακτική έντασης, με δυσανάλογη χρήση βομβίδων και πανίσχυρων δακρυγόνων, όπως και με το στρατηγικό «στρίμωγμα» των διαδηλωτών.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες ώθησαν τις ομάδες των μαχητικών μελών να δημιουργήσουν κινήματα κυλιόμενων απεργιών σε διάφορους κλάδους, χωρίς να καταφέρουν να συμπαρασύρουν αποφασιστικά τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.

Η αδυναμία των συνδικαλιστικών βάσεων είναι η πρώτη αιτία γι’ αυτό: στην πραγματικότητα, όταν το ζήτημα είναι η κινητοποίηση και όχι μόνο η συμμετοχή στους επίσημους φορείς της επιχείρησης, η δυνατότητα δράσης επηρεάζεται κυρίως από την παρουσία συνδικαλιστών στους κόλπους των εργαζομένων και από την ύπαρξη συλλογικοτήτων, χώρων συζήτησης και έμπνευσης. Ενώ το 2005 το 37,6% των εταιρειών του ιδιωτικού τομέα διέθετε τουλάχιστον έναν συνδικαλιστικό εκπρόσωπο, ο αριθμός αυτός μειώθηκε στο 30,6% το 2017 (1). Ακόμη και σε περιπτώσεις όπου η συνδικαλιστική κάλυψη είναι διασφαλισμένη, τις περισσότερες φορές πρόκειται για μικρές ομάδες, ικανές να διεξαγάγουν την υποχρεωτική ετήσια διαπραγμάτευση, που σπάνια όμως είναι σε θέση να προχωρήσουν πέρα από την πληροφόρηση των εργαζομένων.

Η ευρεία πλειοψηφία των μελών των συνδικάτων βρίσκεται στους μεγάλους οργανισμούς, κι όσοι δραστηριοποιούνται πολύ γρήγορα απορροφούνται στις δραστηριότητες της εκπροσώπησης στους φορείς. Σύμφωνα με μια μελέτη της Διεύθυνσης Αναζωογόνησης Έρευνας, Μελετών και Στατιστικών (DARES), που διεξήχθη στο 11% των συνδικαλισμένων εργαζομένων στη Γαλλία, λιγότερο από το ένα τρίτο ανάμεσά τους συμμετέχει τακτικά στις δραστηριότητες του φορέα τους (2). Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ενεργές ομάδες περιορίζονται στον σκληρό πυρήνα των αιρετών και των εκπροσώπων, με ελάχιστο διαθέσιμο χρόνο να εργαστούν για την ευαισθητοποίηση των υπόλοιπων εργαζομένων και τη συζήτηση μαζί τους.

Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε περαιτέρω με τα διατάγματα Μακρόν του 2017, τα οποία κατήργησαν τις παλιές επιτροπές επιχείρησης, τους εκπροσώπους του προσωπικού και τις Επιτροπές Υγιεινής, Ασφάλειας και Συνθηκών Εργασίας (CHSCT), προκειμένου να τις συγχωνεύσουν σε έναν νέο ενιαίο φορέα, τις Κοινωνικές και Οικονομικές Επιτροπές (CSE). Οι ενεργές ομάδες αναλώθηκαν σε παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με σκοπό να καθοριστεί το πεδίο δράσης και η λειτουργία τους, γεγονός που τις εξουθένωσε. Σε αυτό συνέβαλε και το ότι τα διατάγματα αυτά είχαν συνέπεια τη μείωση του αριθμού των αιρετών και του χρόνου εκπροσώπησης των εργαζομένων (μείωση έως 30% ή 40% στις περισσότερες επιχειρήσεις).

Στις μικρότερες εταιρείες, ένα αυξανόμενο μερίδιο των ενεργών συνδικαλιστών είναι «απομονωμένοι», δηλαδή οι μόνοι συνδικαλισμένοι στην επιχείρησή τους. Αυτό συμβαίνει κυρίως στην περίπτωση των εκπροσώπων της CGT, ιδίως στον τομέα του εμπορίου και των υπηρεσιών, όπου υφίστανται περιορισμένης έκτασης αγωνιστικές κινητοποιήσεις αλλά η απουσία συνδικαλισμένης κοινότητας δυσχεραίνει τη συμμετοχή σε μακροπρόθεσμη δράση. Η απόφαση για απεργία λαμβάνεται ολοένα και πιο δύσκολα όταν είναι αυστηρά ατομική και η συμμετοχή σε αυτήν γίνεται, στην καλύτερη περίπτωση, αποσπασματικά.

Η απομόνωση αυτή θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από τον ενεργό ρόλο συγγενών οργανώσεων, όπως οι τοπικές ενώσεις (3). Όμως, αυτές οι διεπαγγελματικές δομές έχουν αποδυναμωθεί. Στις περιπτώσεις που παραμένουν ενεργές, έχουν συχνά μια πολύ περιορισμένη διάρκεια ζωής, καθώς στηρίζονται στην εμπλοκή μερικών συνταξιούχων.

Έτσι, γεννιούνται νέες πρωτοβουλίες. Στο Μαλακόφ, στην περιφέρεια του Παρισιού, η τοπική ένωση της CGT δημιούργησε ένα πολυεπιχειρησιακό συνδικάτο προκειμένου να οργανώσει τους απομονωμένους συνδικαλιστές, να τους παράσχει ένα πλαίσιο κοινού διαλόγου και λήψης αποφάσεων, να επιτρέψει την ανάπτυξη της οργάνωσης στα συνδικάτα και να προσφέρει ενέργεια και σθένος σε αυτά τα διάσπαρτα μέλη. Εντούτοις, τέτοιες περιπτώσεις είναι πολύ σπάνιες ακόμη.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, δημιουργήθηκαν βάσεις σε τομείς ελάχιστα εξοικειωμένους με τους κοινωνικούς αγώνες, όπως στην κατ’ οίκον βοήθεια, στους Ξενώνες Μη Αυτοεξυπηρετούμενων Ηλικιωμένων Ατόμων (EHPAD) και στον κλάδο των διανομών μεγάλης κλίμακας. Ωστόσο, στους τομείς αυτούς οι μισθοί είναι πολύ χαμηλοί και η καταπίεση πολύ ισχυρή. Η μακροχρόνια κινητοποίηση μέσω κυλιόμενων απεργιών παραμένει μια ασυνήθιστη πρακτική.

Ταυτόχρονα, στα παλιά συνδικαλιστικά οχυρά –στη βιομηχανία ή στη δημόσια διοίκηση– η ανάπτυξη της υπεργολαβίας είχε ως συνέπεια την εξωτερική ανάθεση των χειρωνακτικών θέσεων εργασίας σε μικρές επιχειρήσεις στερούμενες εργατικών ενώσεων. Όσο για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, υφίστανται συνεχείς αναδιοργανώσεις που οδηγούν σε διάσπαση των εργατικών συλλογικοτήτων, ενώ υπάρχει και σημαντική προσφυγή στη χρήση υπαλλήλων σε διαθεσιμότητα, προσωρινά απασχολούμενων ή με επισφαλείς συμβάσεις. Έτσι, στην EDF (Σ.τ.Μ.: δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού), οι αναδιαρθρώσεις συνέβαλαν στην αποδυνάμωση της επαγγελματικής αλληλεγγύης και της αλληλεγγύης μεταξύ εργαζομένων. Και για ποιο λόγο να απεργήσει κάποιος στην αυτοκινητοβιομηχανία όταν οι γραμμές παραγωγής, όπου το 30% με 50% και άνω των εργαζομένων είναι προσωρινά απασχολούμενοι, δεν σταματούν τη λειτουργία τους;

Πάνω απ’ όλα, τα συνδικάτα δεν έχουν πλέον αρκετή δύναμη ώστε να παρακωλύσουν τη λειτουργία της καρδιάς του γαλλικού καπιταλισμού, δηλαδή των εταιρειών του χρηματιστηριακού δείκτη CAC 40: είναι σε μεγάλο βαθμό διεθνοποιημένες και έχουν πλέον μια αρκετά αποστασιοποιημένη σχέση με την εθνική επικράτεια και τις διενέξεις της. Η Renault μετέφερε τις γραμμές παραγωγής της στην Ισπανία, στην Τουρκία, στη Σλοβενία και στο Μαρόκο: οι απεργίες στη Γαλλία επηρεάζουν ολοένα και λιγότερο τα εμβληματικά προϊόντα της. Ομοίως, σε περίπτωση διακοπής της παραγωγής σιδήρου στη Γαλλία, ο Λάκσμι Μιτάλ είναι μάλλον πρόθυμος να ανακατανείμει τις παραγγελίες του σε άλλα εργοστάσια του γιγαντιαίου ομίλου ArcelorMittal, στην Ευρώπη ή και εκτός αυτής.

Μια σταθερή βάση παραμένει στις μεταφορές. Εξάλλου, η κυβέρνηση ήταν αρκετά σοφή ώστε να υποκύψει πολύ γρήγορα στις διεκδικήσεις των εναέριων πληρωμάτων –τα οποία, στην Air France, το 2018, απέδειξαν την ικανότητά τους να υποστηρίξουν μια μακροχρόνια απεργία. Παρεμπιπτόντως, οι απεργίες θα επηρέαζαν λιγότερο τις μετακινήσεις της ελίτ από εκείνες των μεσαίων και λαϊκών τάξεων…

Όμως, οι τροχοπέδες στη μακρόχρονη δράση προέρχονται και από γενικότερους παράγοντες. Οι μορφές ατομισμού και αξιολόγησης της εργασίας και η διοίκηση μέσω του στρες και της υποβάθμισης των συνθηκών εργασίας οδηγούν έναν μεγάλο αριθμό εργαζομένων να φοβούνται τον αντίκτυπο της απεργίας, που θα αφήσει τα καθήκοντά τους να συσσωρεύονται ή θα αυξήσει τις ήδη βεβαρυμμένες υποχρεώσεις συναδέλφων. Η πίεση αυτή είναι ακόμη πιο ισχυρή σε εκείνους που παρέχουν υπηρεσίες προς τρίτους (εκπαίδευση, υγεία, παροχή προσωπικής φροντίδας) (4). Επιπλέον, υποχρεώνοντας μέρος των στελεχών να αναλάβουν τα καθήκοντα των απεργών –όπως στην RATP ή στην SNCF, όπου ορισμένοι έμαθαν να οδηγούν τα τρένα– ή καταφεύγοντας σε προσωρινά απασχολούμενους, οι διευθύνσεις χρησιμοποιούν κλασικές μεθόδους πλαγιοκόπησης των κινητοποιήσεων, που αναιρούν το δικαίωμα στην απεργία και στιγματίζουν εκείνους που κάνουν χρήση του.

Τέλος, η ισχνότητα του υπολειπόμενου εισοδήματος στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών καταδείχθηκε με τα «κίτρινα γιλέκα». Επηρεάζει μεγάλο μέρος των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που δεν βρίσκονται στην κατώτερη βαθμίδα της κλίμακας. Τα χρέη και η υπερχρέωση των οικογενειών έχουν γίνει πλέον μέρος της πραγματικότητας του κόσμου της εργασίας: σύμφωνα με την Τράπεζα της Γαλλίας, το 2018, ενώ το 25,7% των υπερχρεωμένων ήταν άνεργοι, το 28,6% ήταν οικονομικά ενεργοί με σύμβαση αορίστου χρόνου (CDI) (5). Η απουσία ή η ανεπάρκεια των συνδικαλιστικών συλλογικοτήτων στους χώρους εργασίας δεν επιτρέπει να υπερπηδηθούν αυτά τα εμπόδια.

Επιπροσθέτως, ο τόπος κατοικίας συμπίπτει όλο και σπανιότερα με τον τόπο εργασίας. Αυτό συμβάλλει στην αποδυνάμωση όποιας τοπικής αλληλεγγύης (εκ μέρους των κοινοτήτων, των αγροτών, των εμπόρων…) εξακολουθεί να υπάρχει κατά τη διάρκεια διενέξεων σε συγκεκριμένες περιοχές εναντίον του κλεισίματος επιχειρήσεων. Η επιτυχία των απεργιακών ταμείων που συγκροτήθηκαν μέσω διαδικτύου αναβιώνει μια μακρά παράδοση υποστήριξης των απεργών, με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να αντικαθιστούν τις κοινότητες αλληλεγγύης βασίζονταν στην εγγύτητα (6).

Μια κοινότητα που διαμαρτύρεται

Παρά τα μειονεκτήματα αυτά –ή εξαιτίας τους– το κοινωνικό κίνημα του περασμένου χειμώνα αποδείχθηκε εξαιρετικά δυναμικό και ικανό να διευρύνει το παραδοσιακό ρεπερτόριο δράσης. Η ζωντάνια των διαδηλώσεων, τα flashmob, οι «παλίρροιες γυναικών», οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, τα ατομικά λάβαρα και οι αφίσες του κάθε διαδηλωτή μαρτυρούν μια εντυπωσιακή δημιουργικότητα, παρότι το φαινόμενο δεν είναι εντελώς καινούργιο: οι θορυβώδεις διαμαρτυρίες και τα καρναβάλια του παρελθόντος συνοδεύονταν συχνά από γκροτέσκες αναπαραστάσεις της εξουσίας των αρχόντων.

Το διαπιστώνουμε από το 1995: τα συνδικάτα δεν είναι στρατοί που προελαύνουν μετακινώντας στρατεύματα κατά βούληση και οι κινητοποιήσεις επιδεικνύουν έναν μεγάλο βαθμό αυτονομίας όσον αφορά τα συνθήματά τους. Το κίνημα του χειμώνα του 2019-2020 ενισχύει περαιτέρω αυτό το χαρακτηριστικό. Φαίνεται πως δημιουργήθηκαν κοινότητες σαν να υπήρξε άμεση έλξη ανάμεσα στα δομικά στοιχεία τους, όπως για παράδειγμα τα γυμνάσια και τα λύκεια της ίδιας περιοχής, ή ακόμη εκείνες οι φεμινιστικές συλλογικότητες που έδωσαν τόσο χρώμα στις πορείες. Συχνά οι συνδικαλιστές ήταν εκείνοι που προώθησαν τα τοπικά σχήματα αυτοοργάνωσης, δεν μπορούμε όμως να αποδώσουμε αυτές τις μορφές διεκδίκησης στον κλασικό συνδικαλιστικό αγώνα. Το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» είχε δείξει τον δρόμο για τρόπους δράσης απαλλαγμένους από κάθε μορφή εκπροσώπησης: το κίνημα του χειμώνα που ακολούθησε πήρε και εκείνο τη μορφή μια κινητοποίησης τόσο των πολιτών όσο και των συνδικάτων.

Βεβαίως, οι κινητοποιήσεις δεν οδήγησαν σε κάποια γενική απεργία, μια έννοια εξάλλου με μυθικές διαστάσεις (7), ωστόσο συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας διαμαρτυρόμενης κοινότητας πέρα από τις καταστατικές διαφορές και τις ανισότητες που ενυπάρχουν στη δομή του υπαλληλικού κόσμου: νοσοκομειακοί γιατροί και δικηγόροι πορεύθηκαν δίπλα σε εργάτες των υπονόμων, δημοτικούς υπαλλήλους και πολλούς άλλους, με τη σύγκλιση να είναι διασφαλισμένη από την απόρριψη του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία τους συσπείρωνε.

Υπό αυτό το φως, αποδείχθηκε ότι οι διαδηλώσεις είχαν τόσο πολιτικό και ιδεολογικό όσο και συνδικαλιστικό χαρακτήρα. Εντούτοις, βρισκόμαστε μακριά από μια διαδικασία πολιτικοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, όπως είχε συμβεί το 2005 κατά το δημοψήφισμα για το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης, όταν οι μαχητικοί εκπρόσωποι οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, συνδικαλιστικών και πολιτικών φορέων είχαν καταφέρει να διαπεράσουν το τείχος των μέσων ενημέρωσης και της εξουσίας. Το θέμα των συντάξεων είναι εξίσου πολιτικό και, αν εξεταστούν ξεχωριστά, τα συνδικάτα δεν είχαν έλλειψη εναλλακτικών προτάσεων. Ωστόσο, δεν κατάφεραν να τις κάνουν να ακουστούν και να γνωστοποιήσουν τις ιδέες τους στον δημόσιο χώρο. Και το θέμα της πραγματικής πίεσης στην εξουσία ή στην οικονομία παραμένει ανοικτό.

(1) Έρευνες Reponse, έτη 1999 έως 2017, Διεύθυνση Έρευνας, Μελετών και Στατιστικών (DARES).

(2) Maria-Teresa Pignoni, «De l’adhérent au responsable syndical. Quelles évolutions dans l’engagement des salariés syndiqués ?», «DARES Analyses», αρ. 15, Παρίσι, Μάρτιος 2017.

(3) Σ.τ.Μ.: Στη Γαλλία, ο όρος τοπική ένωση (union locale) σημαίνει το τοπικό παράρτημα της συνομοσπονδίας εργασίας. Το ανάλογο στην Ελλάδα θα ήταν ένα τοπικό παράρτημα της ΓΣΕΕ.

(4) Πρβλ. Danièle Linhart, «La Comédie humaine du travail. De la déshumanisation taylorienne à la surhumanisation managériale», Érès, Τουλούζη, 2015.

(5) «Le surendettement des ménages», ετήσια έκθεση, Τράπεζα της Γαλλίας, Παρίσι, Ιανουάριος 2019.

(6) Βλ. Xavier Vigna, «Tenir une grève longue», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2020. Πρβλ. επίσης Nicolas Delalande, «La Lutte et l’Entraide. L’âge des solidarités ouvrières», Seuil, συλλ. «L’univers historique», Παρίσι, 2019.

(7) Πρβλ. Xavier Vigna, «La grève générale introuvable. France, 1968-1995», στο Anne Morelli και Daniel Zamora (επιμ.), «Grève générale, rêve général. Espoir de transformation sociale», L’Harmattan, συλλ. «Logiques sociales», Παρίσι, 2016.

Μια ταινία για τους αγώνες του νερού - «Even the rain»


Η υπόθεση της ταινίας «Even the rain»

Σκηνοθεσία: Iciar Bollain

Σενάριο: Paul Laverty

Ηθοποιοί: Gael Garcia Bernal, Luis Tosar, Karra Elejaide

even-the-rain-bg

Η ταινία έχει γυριστεί στην πόλη Κοτσαμπάμπα και πραγματεύεται την ιστορία του σκηνοθέτη Σεμπαστιάν (Gael Garcia Bernal) και του συνεργείου του, που φτάνουν στη Βολιβία το 2000 για να γυρίσουν μια ταινία που αφορά την κατάκτηση της αμερικανικής ηπείρου από τον Κολόμβο και την εκμετάλλευση που υπέστησαν, τότε, οι ιθαγενείς από τους ευρωπαίους κατακτητές (βίαιος εκχριστιανισμός των ιθαγενών, αρπαγή του ορυκτού πλούτου/χρυσού, χρησιμοποίηση του πληθυσμού ως φτηνή εργατική δύναμη με σκοπό τον πλουτισμό των κατακτητών, φυσική ή ψυχολογική εξόντωση των ιθαγενών που αντιστάθηκαν κ.λ.π.). Ο παραγωγός της ταινίας Κόστα (Luis Tocar) επέλεξε η ταινία να γυριστεί στην Βολιβία, διότι το κόστος παραγωγής είναι πολυ χαμηλό και οι ιθαγενείς κομπάρσοι θα είχαν την εξευτελιστική αμοιβή των δυο δολαρίων την ημέρα (η εκμετάλλευση των λαών της «υπανάπτυκτης περιφέρειας» δεν περιορίζεται στην εποχή του Κολόμβου αλλά συνεχίζεται)…

even-the-rain-210x300

Καθώς όμως το κινηματογραφικό συνεργείο βρίσκεται στα γυρίσματα, ξεσπούν ταραχές στην πόλη. Πρόκειται για τον «πόλεμο για το νερό», που αναφέρεται στα πραγματικά γεγονότα του 2000. Οι ιθαγενείς/κομπάρσοι συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις και  έτσι η ταινία κινδυνεύει να μην τελειώσει. Ο ντόπιος πρωταγωνιστής της ταινίας Ντάνιελ  (ο βολιβιανός Juan Carlos Aduviri) μετατρέπεται λόγω της έντονης προσωπικότητάς του και του αγωνιστικού πάθους του σε ηγετική μορφή των κινητοποιήσεων και στην διάρκεια συγκρούσεων με την αστυνομία συλλαμβάνεται και κακοποιείται με βίαιο τρόπο. Οι υπεύθυνοι του συνεργείου (σκηνοθέτης και παραγωγός) ακόμα και την στιγμή που έρχονται σε επαφή με το διεφθαρμένο κράτος και τους μηχανισμούς του αρνούνται να συνειδητοποιήσουν την σοβαρότητα της κατάστασης και εξακολουθούν να νοιάζονται μόνο για την ολοκλήρωση της ταινίας!

 Η Iciar Bollain δημιουργεί μια ταινία που εκτός από την περιγραφή των πραγματικών γεγονότων θέτει το βασικό θέμα της προσωπικής ευθύνης. Μέσα από ατομικά διλήμματα και συνειδησιακές εσωτερικές συγκρούσεις ο καθένας στο τέλος χρειάζεται να πάρει θέση απέναντι στο άδικο! Υπάρχει η ανάγκη τα λόγια να υποστηριχτούν από πράξεις!


Δείτε εδώ την ταινία: 

http://tenies-online.club/load/2-1-0-20397

 


Η πραγματική ιστορία…

imagesCA0BAS83

Το 2000 η κυβέρνηση της Βολιβίας ιδιωτικοποίησε την παροχή νερού (που ήταν δημόσιο αγαθό- έτσι όπως του αρμόζει, άλλωστε), με απαίτηση της Παγκόσμιας Τράπεζας. Από το 1950 έως το 1980 το ΔΝΤ και η Παγκόσμια τράπεζα ανέλαβαν την «βελτίωση» της οικονομίας της χώρας. Καθ’ όλη την διάρκεια της «προσπάθειας για οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη»  το ΔΝΤ και η παγκόσμια τράπεζα σε συνεργασία με την κυβέρνηση της χώρας επέβαλαν την ιδιωτικοποίηση δημόσιων οργανισμών όπως π.χ. αεροπορικές γραμμές, δημόσιες επιχειρήσεις ηλεκτρισμού, το εθνικό σιδηροδρομικό σύστημα και τέλος το 1999 την υπηρεσία δημόσιας ύδρευσης και αποχέτευσης (σας θυμίζει κάτι;;;).

Οι πολυεθνικές εταιρίες (εταιρεία Bechtel) που ανέλαβαν να διαχειρίζονται το νερό τριπλασίασαν την τιμή του, με αποτέλεσμα ο κόσμος να μην μπορεί να πληρώσει. Στην Βολιβία εκείνη πια την εποχή σχεδόν τα 2/3 των πολιτών ζούσαν κάτω από τα όρια της φτώχιας και το ετήσιο εισόδημα βρισκόταν μόλις στα 950 δολάρια.

Τα νότια προάστια της πόλης Κοτσαμπάμπα (βόρεια βρίσκεται το τροπικό δάσος Τσαπάρε, που ήταν άνδρο εμπορίου ναρκωτικών με την ανοχή των κρατικών αρχών), δεν είχαν καν εγκαταστάσεις ύδρευσης και έτσι οι κάτοικοι -που στην πλειοψηφία τους ήταν οικονομικά ανίσχυροι- δημιούργησαν μόνοι τους δεξαμενές που μάζευαν το νερό της βροχής ώστε να το φιλτράρουν και να το χρησιμοποιούν χωρίς να έχουν κόστος. Το βολιβιανό κράτος όμως, για να προστατεύσει τα συμφέροντα των ιδιωτών απαγόρεψε την συλλογή νερού και δημιούργησε ένα σώμα αστυνομικών που αποκλειστική δουλειά τους ήταν να ελέγχουν τα σπίτια και να καταστρέφουν τις δεξαμενές!

 Οι κάτοικοι ξεσηκώθηκαν, γκρέμισαν τα γραφεία της πολυεθνικής εταιρείας και της νομαρχίας της περιοχής και ακύρωσαν με τις κινητοποιήσεις τους την ιδιωτικοποίηση του νερού.  Ο αγώνας αυτός βέβαια δεν ήταν ανώδυνος. Πολιτικά δικαιώματα καταστρατηγήθηκαν, άνθρωποι τραυματίστηκαν, κάποιοι τυφλώθηκαν από ρήψη χημικών, υπήρξαν ακόμα και νεκροί…

cochabambabarricade

Από τους ντόπιους ονομάζεται «la guerra del agua» δηλαδή «ο πόλεμος του νερού».

water-for-the-people

Το παρακάτω animation«Η γιαγιά και το νερό» – είναι διασκευή ενός μύθου των ιθαγενών της Βολιβίας και προέκυψε από την συνεργασία μεταξύ ενός Δανέζικου στούντιο και οχτώ Βολιβιανών καλλιτεχνών. Διηγείται τι συμβαίνει όταν το νερό παύει να είναι δημόσιο αγαθό και περνάει στα χέρια των λίγων. Συγκλονιστική η σκηνή που η ιδιωτική εταιρεία μαζεύει τα δάκρυα της γιαγιάς για να τα πουλήσει και αυτά με σκοπό το κέρδος!



Η περίπτωση της Ελλάδας του 2013…

Για όσους «κόπτονται» υπέρ της ιδιωτικοποίησης του νερού: «Κύριοι, η επιστημονική έρευνα και η παγκόσμια εμπειρία σας αφήνουν εκτεθειμένους»….

dsc00862-440x330

Επειδή και στην Ελλάδα έχει ανοίξει το θέμα της ιδιωτικοποίησης του νερού παρουσιάζουμε την μελέτη δεκατεσσάρων φοιτητών του ΕΜΠ, από το διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Επιστήμη και Τεχνολογία Υδατικών Πόρων», οι οποίοι μελέτησαν μία προς μία όλες τις περιπτώσεις ιδιωτικοποιήσεων του νερού παγκοσμίως και τις παρουσίασαν πρόσφατα σε εργασία με τίτλο «Υδατικοί πόροι, υποδομές και υπηρεσίες νερού: Ιδιωτικοποίηση ή κοινωνικοποίηση» (Επικεφαλής της μελέτης ήταν οι διδάσκοντες Δημήτρης Κουτσογιάννης και Ανδρέας Ευστρατιάδης).

Από τη Βολιβία, την Τανζανία και την Αργεντινή μέχρι τη Γαλλία και τον Καναδά η παραχώρηση του νερού σε ιδιώτες φέρει σε γενικές γραμμές τα εξής χαρακτηριστικά: «Σκανδαλώδη περιθώρια κέρδους για τους ιδιώτες, άνιση πρόσβαση στο νερό των χαμηλών κυρίως εισοδηματικών τάξεων, αύξηση τιμολογίων, αθέτηση υποσχέσεων από πλευράς εταιρειών για επενδύσεις στο δίκτυο, σκανδαλώδεις όρους παραχώρησης, αδιαφανείς διαδικασίες στις συμβάσεις, περιβαλλοντικούς κινδύνους, απολύσεις, απώλεια τεχνογνωσίας», ανέφερε η τοπογράφος μηχανικός του ΑΠΘ MSc, Ευστρατία Σεπετζή.

Δείτε την ταινία και εάν θέλετε να μελετήσετε περισσότερο για το τί συνέβη σε κάθε περίπτωση ιδιωτικοποίησης του νερού, κάνετε την αρχή από ένα άρθρο της εφημερίδας Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 28 Ιουλίου 2013 με τίτλο «Στην Ελλάδα ξεπουλάνε το νερό,  στο εξωτερικό κοινωνικοποιείται», που έχει περισσότερα στοιχεία σχετικά με την παραπάνω μελέτη των μεταπτυχιακών φοιτητών του Ε.Μ.Π.

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=377203

40_grafima--4-thumb-large

Η κοινοτοπία του καλού



“Breathe, breathe in the air. Don’t be afraid to care”

Breathe, Pink Floyd

Πέντε φορές ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο. Κι όλο πάταγα backspace. Πήγα να το γράψω ποιητικά. Πήγα να το γράψω εξοργισμένα. Πήγα να το γράψω φιλοσοφικά, οργουελικά. Κάπως ήθελα να το γράψω. Τελικά σκέφτηκα: “Απλώς γράψε.”

Δεν είμαι εξοργισμένος. Όταν είδα τον θάνατο του George Floyd ένιωσα να πνίγομαι, σαν να ήταν το δικό μου κεφάλι εκεί κάτω. Θα μπορούσε να είναι.

Αλλά δεν ένιωσα οργή. Ο αστυνομικός μου προκάλεσε αηδία, σαν να βλέπω ένα απ’ τα δημιουργήματα του Λάβκραφτ, κάτι από εκείνα τα ανίερα πλάσματα που η γλώσσα δεν τολμά να προφέρει τ’ όνομα τους.

Κι είναι πολύ χειρότερος απ’ τον Κθούλου του Λάβκραφτ ο αστυνομικός-δολοφόνος, γιατί εκείνος είναι άνθρωπος.

Ναι, κι ο δολοφόνος έχει μάνα. Κι εκείνος ήταν παιδί κάποτε. Μεγάλωσε σε μια δυτική κοινωνία, είχε πρόσβαση σε καθαρό νερό και πήγε σχολείο.

Μάλλον έχει την ίδια ηλικία με μένα, μπορεί και λίγο νεότερος. Είδε παρόμοιες ταινίες, ίσως διάβασε κάποια βιβλία, ερωτεύτηκε, παντρεύτηκε, έχει παιδιά.

Δεν είναι τέρας ο αστυνομικός, κι αυτό είναι τόσο τρομακτικό.
Η Χάνα Άρεντ είχε δίκιο.
Το πιο τρομαχτικό είναι ότι το κακό είναι κοινότοπο.

Το Κακό στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα απ’ τη γοητεία του Χάνιμπαλ Λέκτερ. Δεν είναι σατανικό όπως ο Αντίχριστος. Δεν έχει χάσει το μυαλό του, όπως ο Τζακ Τόρενς της Λάμψης.

Το Κακό είναι ο γείτονας, που σου μιλάει για το μπάσκετ, που βγάζει τα παπούτσια του πριν μπει στο σπίτι σου για το παιδικό πάρτι, που έκοψε το κάπνισμα το ποτό και το κόκκινο κρέας, που κάνει δίαιτα για να χάσει τα κιλά της καραντίνας και γελάει με τα αστεία σου.

Κι έπειτα πάει στη δουλειά του, και πρέπει να κάνει τη δουλειά του, αλλά δεν κάνει τη δουλειά του, γιατί κανείς δεν του είπε ότι η δουλειά του είναι να πατάει μέχρι θανάτου ανθρώπους στον λαιμό.

Κανείς δεν του το είπε ρητά, αλλά το κράτος του δίνει το δικαίωμα.

Γιατί οι φονιάδες αστυνομικοί, όπως και οι φονιάδες στρατιώτες, δεν θεωρούνται φονιάδες, δεν διώκονται ως φονιάδες, εκτός κι αν κατά λάθος κάποιος καταγράψει το έγκλημα τους και το κοινοποιήσει στο facebook.

“Please, sir, i can’t breathe.”

Δεν είναι το ίδιο το έγκλημα που μας συγκινεί. Κάθε μέρα σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι σ’ όλο τον κόσμο. Αυτό που μας έκανε να νιώσουμε κάτι παραπάνω είναι ότι ακούσαμε τη φωνή του μελλοθάνατου. Είναι ένας άνθρωπος που μιλάει, που εκλιπαρεί για λίγο αέρα, προτού πνιγεί.

Είναι τα λόγια του Φλόιντ που μας καταδιώκουν:
“Σας παρακαλώ, κύριε. Δεν μπορώ να ανασάνω.”

Μας καταδιώκουν αυτά τα λόγια, γιατί όλοι μας κάτι παρόμοιο λέμε:
“Σας παρακαλώ, κύριε. Δεν μπορώ να αναπνεύσω.
Σας παρακαλώ, κύριε. Δεν με πληρώνετε αρκετά για να ζήσω.
Σας παρακαλώ, κύριε. Το κράτος με φορολογεί περισσότερο απ’ όσο αντέχω.
Σας παρακαλώ, κύριε. Μη μου πάρετε το σπίτι, επειδή χρωστάω δόσεις.
Σας παρακαλώ, κύριε. Αφήστε με να ονειρεύομαι.”

Μήπως θα έπρεπε να σταματήσουμε να εκλιπαρούμε; Γιατί πέρα απ’ την κοινοτοπία του κακού, που τόσο κλισέ είναι πια, υπάρχει και η κοινοτοπία του καλού.

Είμαστε κοινότοποι. Είμαστε προβλέψιμοι. Είμαστε δεδομένοι.

Μαζεύουμε υπογραφές στο AVAAZ, βιντεοσκοπούμε φόνους με το κινητό μας χωρίς να παρεμβαίνουμε, εξοργιζόμαστε διαδικτυακά.

Μέρα με τη μέρα γινόμαστε όλο και περισσότερο θεατές. Ο κορονοϊός έδωσε ένα κβαντικό άλμα στην εκπαίδευση αποστασιοποίησης κι αποξένωσης. Ένα καινούριο εργαλείο για τον περιορισμό κάθε πιθανής αντίδρασης. Πόσο καιρό έχουν να εμφανιστούν τα Κίτρινα Γιλέκα στη Γαλλία;

Αυτοί που μας πνίγουν με την μπότα τους ξέρουν τι θα κάνουμε. Είμαστε προβλέψιμοι. Είμαστε κλισέ. Ήδη έχουν αρχίσει να μας τρομοκρατούν με το νέο κύμα των φονικών ιών που έρχονται.

Δεν είναι Μεσαίωνας, μακάρι να ήταν. Τώρα ο εχθρός γνωρίζει πολλά περισσότερα απ’ τους φεουδάρχες και τους βασιλιάδες. Το κακό είναι κοινότοπο, αλλά εμείς είμαστε πολύ πιο κλισέ.

~~{}~~

Ο Τηλέμαχος, ο γιος μου, έφηβος δεκατριών χρονών, πήρε τις προάλλες να διαβάσει το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Μετά το “Κράτος και Επανάσταση”, του Λένιν.
Πήγα να τον συμβουλευτώ.

“Είχα διαβάσει κάπου ότι παλιά οι άνθρωποι έκαναν επαναστάσεις”, του είπα.
“Ναι”, είπε ο Τηλέμαχος, “έτσι τις λένε. Επαναστάσεις.”
“Κόβανε κεφάλια”, του είπα.
“Βασιλιάδων και τσάρων”, είπε ο Τηλέμαχος.
“Έχω δει και ταινίες”, του είπα. “Παλιές, με ανθρώπους που απαιτούσαν τα δικαιώματα τους.”
“Εργάτες, γυναίκες, μαύροι, ομοφυλόφιλοι, απλοί άνθρωποι”, είπε ο Τηλέμαχος.
“Τους σκότωναν”, του είπα.
“Συχνά. Ήταν ήρωες”, είπε ο Τηλέμαχος.
“Τώρα δεν υπάρχουν”, του είπα.

Ο Τηλέμαχος δεν απάντησε. Χαμογέλασε συγκαταβατικά, σαν να ήμουν εγώ το παιδί.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Γελωτοποιός https://www.facebook.com/gelotopoios/

H Σοβιετία της Aegean Airlines…

Κώστας Λουλουδάκης

Πρόταση: Από την ημέρα που θα ισχύει η δημόσια χρηματοδότηση στην Aegean να απαγορευτούν οι απολύσεις του προσωπικού και όλα τα κέρδη, τα μετοχικά μερίσματα, και τα μπόνους των μεγαλοστελεχών να καταβάλλονται στο δημόσιο ταμείο μέχρι εξοφλήσεως της δημόσιας «βοήθειας» συν τους νόμιμους τόκους… Ε; Τι λέτε κι εσείς υπουργέ Γεωργιάδη;

Πεμπτουσία του φιλελευθερισμού είναι η «αόρατος χειρ» της αγοράς η οποία ενεργοποιείται αυτομάτως και αυθόρμητα για να δημιουργήσει οικονομικούς θεσμούς που θα ευνοήσουν την ανάπτυξη και θα «καθαρίσουν» το τοπίο  από τους δημόσιους παρεμβατισμούς στην οικονομική σφαίρα. Η «αόρατος χειρ», προώθησε και επέβαλε την θεσμική αφαίρεση της δυνατότητας του δημοσίου να παίζει οποιονδήποτε ρόλο στην οικονομία με την αιτιολογία πως η «ελευθερία» των αγορών επιτρέπει στο σύστημα να αυτορυθμίζεται!

Με δυο λόγια: Οι νέοαυστριακοί* θεωρούν εξ ορισμού αρνητικό τον ρόλο του δημοσίου στην οικονομία και πιστεύουν θεολογικά πως η επιδίωξη των ιδιοτελών σκοπών των επενδυτών επιφέρει κοινωνική ευημερία! Άλλωστε, σύμφωνα με τον πεφωτισμένο θεολόγο των νεοφιλελευθέρων Φρίντριχ Χάγιεκ (Επίτιμος Προέδρου του Κέντρου Δημοσίων Σπουδών της Χιλής Centro de Estudios Públicos, τίτλο που του απέμεινε ο φασίστας Πινοσέτ)  η ρύθμιση της αγοράς από την κυβέρνηση και η σχεδιαζόμενη οικονομία οδηγεί στον ολοκληρωτισμό.

Έτσι κι αλλιώς στις ελεύθερες  αγορές, καθώς λένε,  δεν υπάρχει «free lunch»… Μόλις όμως προκύπτουν προβλήματα, επισφάλειες ή κρίση στην αγορά, έρχεται το κράτος με το δημόσιο χρήμα για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά και η περιβόητη «αόρατος χειρ» των «ελεύθερων» αγορών πάει περίπατο.

Παράδειγμα; Στις ΗΠΑ το 2008  γιγαντιαία δημόσια ποσά δαπανήθηκαν για να σώσουν  τον χρηματοπιστωτικό τομέα από την οικονομική κρίση που ο ίδιος προκάλεσε. Σύμφωνα με το Bloomberg Businessweek, σε άρθρο του στις 14 Σεπτεμβρίου 2012 με τίτλο  «Tallying the full cost of the financial crisis», οι δημόσιες δαπάνες για να ορθοποδήσουν οι «ελεύθερες» από δημόσιους εποπτικούς θεσμούς, αγορές  υπολογίζονταν στα 12,8 τρισεκατομμύρια δολάρια!

Ο τότε υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ Χένρι Πόλσον, πρώην διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs, ακύρωσε την ελεύθερη αγορά, καθώς προέβη σε μια «σοσιαλιστική» πολιτική και διέσωσε τα ιδιωτικά χρηματοοικονομικά ιδρύματα με χρήματα του δημοσίου. Οι αγορές, δηλαδή οι εταιρείες Lehman Brothers, Fannie Mae, Merill Lynch, Citigroup, Freddie Mac, American International Group (AIG), απόλαυσαν την προστασία του κράτους και την δημόσια χρηματοδότηση.

Το σύστημα ορθοπόδησε, καθώς διασώθηκε με δημόσιο χρήμα και όχι με χρήμα από τις τσέπες των επενδυτών και των μετόχων. Ακριβώς η ίδια τακτική ακολουθήθηκε και στην Ελλάδα… (Περισσότερα διαβάστε εδω:  To colpo grosso της «ανακεφαλαιοποίησης»… https://www.imerodromos.gr/colpo-grosso-trapezes/)

Διαστροφή; Εάν σκέφτεστε να απαντήσετε ναι, τότε θα σας χαρακτηρίσω μεμψίμοιρους που είστε ανίκανοι να συνειδητοποιήσετε πως η ευημερία των εργατών δεν είναι δυνατή παρά μέσω των φιλελεύθερων πολιτικών που απελευθέρωσαν από τα δεσμά των συντεχνιών και από την κηδεμονία του δημοσίου την επιχειρηματική δραστηριότητα των αρίστων της κοινωνίας… Παρά ταύτα αν προχωρήσετε την ανάγνωση επιθυμώ να ανοίξετε λίγο τον δρόμο της υπερβατικότητας και να παραμερίσετε τη αθέατη ιδεοληψία σας.

Ξεκινώ…

Πριν μερικές μέρες ο προερχόμενος από την τάξη των αρίστων επενδυτής, πρόεδρος και βασικός μέτοχος Ευτύχης Βασιλάκης (με ποσοστό συμμετοχής 36,68%. Άλλοι μέτοχοι : Siana Enterprices Company Limited, Alnesco Enterprices Company Limited, Αχιλλέας Β. Κωνσταντακόπουλος) της Aegean Airlines και μέλος του Δ.Σ. της Endeavor Greece μίλησε για  ανάγκη δημόσιας οικονομικής ενίσχυσης της εταιρείας του γιατί η πανδημία του κορωνοϊού μείωσε κατά 56%  την επιβατική κίνηση.

Στάση εδώ.

Δεν νομίζω ο Ευτύχης Βασιλάκης να κάλεσε τους υπαλλήλους του ή το δημόσιο όταν διένειμε στους μετόχους της η Aegean 210,7 εκ. ευρώ ή όταν άμειβε τα μέλη του ΔΣ, με ποσά που  φτάνουν το 1,5 εκ. ετησίως. Ούτε έκανε κοινωνό το κράτος στα κέρδη της εταιρείας του που έφτασαν από το 2005 μέχρι και το 2019 τα 522,9 εκ. ευρώ και μάλιστα μετά φόρων. (Λεωνίδας Βατικιωτης –  Λεφτά υπάρχουν για την Aegean: στους τραπεζικούς …leonidasvatikiotis.wordpress.com)

Ενώ η  τρέχουσα οικονομική  κατάσταση Aegean όσο αφορά τα επίπεδα ρευστότητάς της στο τέλος του 2019 ήταν στα 510 εκ. ευρώ!!! (Διαβάστε την Χρηματοοικονομική Έκθεση της εταιρείας για το 2019 εδώ: el.about.aegeanair.comoikonomikes_katastaseis/2019/Download)

Ωστόσο ο Ευτύχης Βασιλάκης, λόγω αριστείας να υποθέσω, νιώθει ελεύθερος να αφεθεί να θέσει ο ίδιος τους κανονισμούς που θα του προτείνουν οι κυβερνητικοί συνεταίροι του ώστε να μας κάνει την χάρη και να δεχτεί την δημόσια χρηματοδότηση της εταιρείας του.

Άλλωστε σε ένα οικονομικό φιλελεύθερο περιβάλλον η διαχείριση του συμφέροντος του επενδυτή, ταυτίζετε με το δημόσιο συμφέρον…

Ως επακόλουθο λοιπόν ο Βασιλάκης-Λουδοβίκος, απαιτεί  το ελληνικό δημόσιο να μη ζητήσει μετοχές ως αντάλλαγμα μα ούτε να παρέμβει στο ΔΣ διορίζοντας κάποιον για να ελέγχει τον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης.

Δεν επιθυμώ να σας ανεβάσω την αρτηριακή υπέρταση σας, αλλά νιώθω υποχρεωμένος να σας κάνω σαφές πως την δημόσια οικονομική στήριξη που ζήτησε ο Πρόεδρος- Λουδοβίκος, της Aegean δεν την ζητά για την διάσωση της εταιρείας ούτε για την διατήρηση των θέσεων εργασίας, άλλωστε ο Βασιλάκης δήλωσε ξεκάθαρα πως: «Δυστυχώς είναι μονόδρομος η μείωση του κόσμου που απασχολούμε». (Μονόδρομος η μείωση του προσωπικού της Aegean σύμφωνα με τον Ευτύχη Βασιλάκη (news247.gr/epixeiriseis/vasilakis-aegean-se-ena-mina-apo-retire-ypogeio-imerisia-esoda)

Την δημόσια χρηματοδότηση τη ζητάει, όχι γιατί κινδυνεύει, αλλά για να σιγουρέψει ότι θα επεκταθεί. Κάτι που  δήλωσε ευθαρσώς ο Βασιλάκης  καθώς ανέφερε ότι: «Η κρατική βοήθεια είναι εκείνη που θα κρίνει και το επιχειρηματικό μέγεθος της εταιρείας στο εξής»!( https://www.mononews.gr/agores/ta-minimata-pou-ekpempi-to-omologo-ton-200-ekat-euro-gia-tin-epomeni-mera-tis-aegean)

Η  Aegean είναι σε περίοδο ανανέωση και αύξηση του στόλου της. Θα παραλάβει κατ’ ελάχιστον 46 νέα αεροσκάφη έως το 2024 συνολικής αξίας 6 δισ. δολαρίων. Η εταιρεία έχει παραλάβει ήδη τρία αεροσκάφη.

Στην τελετή παράδοσης ο πρωθυπουργός Κυριάκος-Μωυσής-Μητσοτάκης δήλωσε όλος περηφάνια ότι «η παραγγελία αυτή παραπέμπει σε ηρωικούς καιρούς του παρελθόντος» (;) κι έκανε αναφορά στο 1930 όταν «ο Ελευθέριος Βενιζέλος ίδρυε την Ελληνική Πολιτική Αεροπορία» αλλά και στη χρυσή εποχή των αεροπορικών συγκοινωνιών στην Ελλάδα, «τότε που ο Αριστοτέλης Ωνάσης δημιουργούσε και έστελνε στις πέντε ηπείρους την Ολυμπιακή Αεροπορία. Άξιος συνεχιστής αυτής της παράδοσης ενός αιώνα είναι η Aegean». (Καθημερινή: Με νέα Airbus «απογειώνεται» η Aegean). Δηλαδή ακόμα και την επέκταση της εταιρείας δεν θέλουν να την αναλάβουν εξ ολοκλήρου από την τσέπη τους οι μέτοχοι που όλα τα προηγούμενα χρόνια θησαύριζαν από την γιγάντωση του μονοπωλίου που δημιούργησε ο άνθρωπος-πλασιέ της δημόσιας περιουσίας, υπουργός Κωστής Χατζηδάκης.

Άλλη μια στάση εδώ καθώς θεωρώ χρήσιμο να μεταφέρω τα λόγια του πλασιέ υπουργού, τότε Μεταφορών, από την Βουλή, τον καιρό που πούλησε την Ολυμπιακή αεροπορία :

«Ο κ. Πετσάλνικος σε άλλη συζήτηση που είχε γίνει για νομοσχέδιο στο οποίο ενσωματώθηκε τροπολογία για την Ολυμπιακή έλεγε “και ενισχύετε μόνο καθιστώντας πλέον αποκλειστικά μονοπώλια τους ιδιώτες, τους ιδιοκτήτες της Aegean στη συγκεκριμένη περίπτωση”.Τα πράγματα όμως, κύριοι συνάδελφοι, γύρισαν με τρόπο περίεργο για εσάς, καμιά φορά χαμογελάει η τύχη, καμιά φορά όποιος έχει δίκιο το βρίσκει μέσα και από συμπτώσεις, ήρθαν τα πράγματα έτσι που έκανε προσφορά η MIG, έκανε προσφορά και η Aegean στη συνέχεια, και ο διαγωνισμός, η διαδικασία κατέληξαν προς την κατεύθυνση της MIG και τότε κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος όλα τα έωλα επιχειρήματα και όλη η απαράδεκτη και προσβλητική πολλές φορές επιχειρηματολογία, προσβλητική για εμένα, επιχειρηματολογία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. που προσπαθούσε τόσον καιρό να παρουσιάσει τόσο τον αρμόδιο Υπουργό όσο και την Κυβέρνηση ολόκληρη ως όργανο των ανταγωνιστών της Ολυμπιακής. Ακόμη και σήμερα ακούστηκαν τέτοιου είδους σχόλια για τις ερωτήσεις που είχα υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για τις ερωτήσεις αυτές είμαι υπερήφανος» (hellenicparliament.gr/praktika/synedriaseis-olomeleias?sessionRecord=114b08a3-dcd4-48bb-886f-4e8c4a4a53c5)

Και πώς να μην ήταν περήφανος ο πλασιέ καθώς έκανε τα πάντα για να δυσφημίσει την Ολυμπιακή στο ευρωκοινοβούλιο όταν ήταν ευρωβουλευτής…

Αλήθεια, πως και από ποιους μεθοδεύτηκε η συγχώνευση των δύο αεροπορικών εταιρειών και  καταλήξαμε στο μονοπώλιο της  Aegean κύριε Χατζηδάκη;

Και γιατί η δημόσια ενίσχυση στην Ολυμπιακή ήταν παράνομη ενώ στην Aegean είναι νόμιμη και απαραίτητη;

Ωστόσο στον πρόεδρο Ευτύχη Βασιλάκη, ο οποίος εγκατέλειψε το  αυτορρυθμιζόμενο και ελεύθερο οικονομικό σύστημα, στρεφόμενος στον προστατευτισμό της ελληνικής… Σοβιετίας , έσπευσε να απαντήσει ένας μεταξύ των πολλών που διαθέτει η χώρα οι οποίοι αρέσκονται να πιστεύουν πως εκπροσωπούν την λόγια αρχαία γραμματεία. Μια μετριότητα της μετριότητας, χωρίς ταλέντο, αλλά με ντελίριο ανωτερότητας και αριστείας, που εξισορροπεί την πολιτική του αθλιότητα με την άμετρη ματαιοδοξία του για τηλεοπτική αναγνώριση. Έκανε καριέρα στα ανώτερα κλιμάκια της πολιτικής φάσκοντας και αντιφάσκοντας συνεχώς αλλά ήταν καλός και στον τομέα των διασυνδέσεων και των πολιτικών γλειψιματιών ισχυρών της εξουσίας. Μιλάω για τον Άδωνη Γεωργιάδη.

Ο υπουργός δήλωσε: «Δεν θα αφήσουμε εταιρείες, όπως η Aegean, χωρίς στήριξη». Συμπλήρωσε, δε, πως  η «κυβέρνηση ετοιμάζει σχέδιο για την Aegean», το οποίο όπως διευκρίνισε δεν είναι ακόμη έτοιμο. Πάντως, σημείωσε: «Στόχος μας είναι να μην βρεθεί, (σ.σ. η Aegean), σε θέση αδυναμίας». Κατέληξε ότι «το πρόβλημα δεν είναι αν θα μπει το δημόσιο ως μέτοχος στην εταιρεία, αλλά να παρουσιάσουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο»!!! (capital.gr/epixeiriseis/3455212/ad-georgiadis-den-tha-afisoume-etaireies-opos-i-aegean-xoris-stirixi)

Τι θαυμαστή δουλικότητα…

Έτσι κι αλλιώς χαμένος δεν θα είναι.

Λόγου χάρη ο πρώην υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, πρώην υπουργός εσωτερικών στην δοτή κυβέρνηση του τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμου, πρώην πρόεδρος του ΔΣ στα  ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ Τάσος Γιαννίτσης, σήμερα κατέχει την θέση  του πρόεδρου στην εταιρεία LAMDA Development  του Λάτση. Ο προερχόμενος από τον στενό κύκλο των αρίστων κ. Γιαννίτσης έχει αναλάβει να τρέξει το θέμα της επένδυσης του Ελληνικού…

Καθόλου δημόσιο κι εδώ!

Ποιες οικογένειες είπαμε, πως μοιράζουν τον πλούτο της χώρας;

Δεν χρειάζεται κανείς να απαντήσει.

Διότι εσύ ηλίθιε πολίτη πρέπει να ακολουθείς συγκεκριμένες φιλελεύθερες βεβαιότητες που σου πλασάρει ο Άρχων Αφέντης, πλήρως υποταγμένος και χωρίς καμιά παρέκκλιση…Θα είσαι ελεύθερος όμως να διαλέξεις αυτά που θα σου προσφέρει στην «ελεύθερη» αγορά το… μονοπώλιο.

Έτσι, αφού δεχτούμε πως το λογαριασμό καλούνται να πληρώσουν – όχι ο Ευτύχης Βασιλάκης, τα μεγαλοστελέχη και οι μέτοχοι- οι φορολογούμενοι, μόνο και μόνο για να διατηρηθεί το «επιχειρηματικό μέγεθος της εταιρείας» – και  με δεδομένο ότι τους όρους της δημόσιας χρηματοδότησης τους έθεσε ο καλός επενδυτής και σε αυτούς δεν περιλαμβάνεται κανένας έλεγχος της εταιρείας από δημόσιους θεσμούς – έχω να κάνω μια πρόταση:

Από την ημέρα που θα ισχύει η δημόσια χρηματοδότηση στην Aegean να απαγορευτούν οι απολύσεις του προσωπικού και όλα τα κέρδη, τα μετοχικά μερίσματα, και τα μπόνους των μεγαλοστελεχών να καταβάλλονται στο δημόσιο ταμείο μέχρι εξοφλήσεως της  δημόσιας «βοήθειας» συν τους νόμιμους τόκους…

Ε;

Τι λέτε κι εσείς υπουργέ Γεωργιάδη;

*Η νέοαυστριακή οικονομική θεωρία έχει ως κεντρική φιλοσοφική θέση ότι η κοινωνία δεν μπορεί να αξιολογηθεί ορθολογικά ούτε να βελτιωθεί με οποιανδήποτε δημόσια παρέμβαση. Η απόλυτη αξία των νεοαυστριακών είναι η ελεύθερη από τον κρατικό παρεμβατισμό αγορά. Αυτή την «ελευθερία» την βλέπουν ως βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη της ανθρώπινης ελευθερίας.

“Αμερικανικό όνειρο”…

Παρατήρηση 1η: Είναι τέτοια η ένταση, είναι τέτοια η κραυγή, είναι τόσο το πλήθος και τόσο το μέγεθος της οργής, που μόνο όποιος δεν θέλει να δει δεν βλέπει, μόνο όποιος δεν θέλει να καταλάβει δεν καταλαβαίνει ότι για το «δεν μπορώ να αναπνεύσω» που ξεχειλίζει στους δρόμους των ΗΠΑ, ο στυγνός φόνος του Φλόιντ ήταν η θρυαλλίδα. Το ποτήρι ήταν ήδη γεμάτο. Λόγω της εκμετάλλευσης. Λόγω της ανισότητας. Λόγω της περιθωριοποίησης. Λόγω της αδιαφορίας. Λόγω της εγκατάλειψης.

Παρατήρηση 2η: Είναι ακριβώς το σύστημα της εκμετάλλευσης, της ανισότητας, της περιθωριοποίησης, της αδιαφορίας και της εγκατάλειψης που για να επιβληθεί, μεταξύ άλλων, στηρίζεται πάντα και σε εκείνους τους 3 πυλώνες:

α) η απροκάλυπτη καθεστωτική βία και ο εξουσιαστικός κνούτος με ασυλία ατιμωρησίας,

β) η μετατροπή της ποταπότητας και του μισανθρωπισμού, όπως ο ρατσισμός, σε “ιδεολογία”,

γ) η αναγωγή της προπαγάνδας, πχ «αμερικάνικό όνειρο», σε βιτρίνα μιας δήθεν πραγματικότητας.

Παρατήρηση 3η: Το «αμερικανικό όνειρο»,

  • που την δεκαετία του ’50 δεν επέτρεπε σε μαύρους να κάθονται στα καθίσματα των λεωφορείων που προορίζονταν μόνο για τους λευκούς,
  • που στην δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τη δεκαετία του ’60 ήρθε να προσθέσει πολλές δεκάδες ακόμα μέχρι σήμερα,
  • και που στις ουρές των συσσιτίων για 50 εκατομμύρια πάμφτωχους τώρα στοιβάζει κι άλλα 40 εκατομμύρια των ανέργων της πανδημίας, 

είναι – πράγματι – όνειρο. Αλλά μόνο για μια χούφτα δισεκατομμυριούχων της χώρας που εν μέσω κορωνοιού, ομαδικών τάφων και 105.000 νεκρών, αυτοί αύξησαν τα πλούτη τους κατά 565 δις δολάρια. Οσοι άλλοι υμνούν το εν λόγω «όνειρο», και εφόσον δεν ανήκουν στα «λευκά κολάρα» του καθεστώτος, τότε είτε κοιμούνται όρθιοι (τι «όνειρο» θα ήταν άλλωστε…), είτε ανήκουν στην παγκόσμια τάξη των ανα τον κόσμο «κυρ-Παντελήδων».

Παρατήρηση 4η: Η κρατική οντότητα

  • που αντιμετωπίζει με τον τρόπο που όλοι βλέπουμε τον δικό της λαό και που χτες κήρυξε στρατιωτικό νόμο με τον Τραμπ να κατεβάζει το στρατό στους δρόμους της Αμερικής δίνοντας εντολή στην Εθνική Φρουρά και την Αστυνομία να στοχεύουν τους διαδηλωτές, 
  • που σπαταλά 650 δις δολάρια για στρατιωτικούς εξοπλισμούς μόνο μέσα στο 2019 την ώρα που το 1/3 του πληθυσμού της πένεται,
  • που έχει εξασφαλίσει στο 1% των εκατομμυριούχων της ότι θα αρμέγει σχεδόν το 50% του πλούτου της χώρας,
  • μια κρατική οντότητα που στο εσωτερικό της ίδιας της τής επικράτειας αντιμετωπίζει τον λαό της σαν «εχθρό λαό»,

θα ήταν κάτι παραπάνω από παράδοξο να ενδιαφέρεται για την προκοπή, την ευημερία και την ασφάλεια των… άλλων λαών. Οσοι δεν το αντιλαμβάνονται είτε είναι τσιράκια του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και βαστάζοι του διακτινισμένοι στα τέσσερα σημεία του πλανητικού ορίζοντα, είτε είναι απλώς ηλιθιοι.

Παρατήρηση 5η:  Οτι το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα που λέγεται καπιταλισμός και έχει για κορωνίδα του τις ΗΠΑ των Τραμπ, Τρούμαν, Νίξον, Ρήγκαν, Μπους, Ομπάμα, (τον επίδοξο εισβολέα στην Κούβα) Κένεντι κοκ, πλασάρεται σαν «δημοκρατία» – με την Αμερική μάλιστα στον ρόλο του «εξαγωγέα» της «δημοκρατίας» – θα μπορούσε να προσπεραστεί σαν κακόγουστο ανέκδοτο. Δυστυχώς, όμως, η διαμόρφωση συνειδήσεων με εργαλείο τον γκεμπελισμό δεν έχει τίποτα το αστείο. 

Παρατήρηση 6η: Οσοι οπαδοί της «κοινωνικής ειρήνης» το μόνο που βλέπουν στην Αμερική αυτές τις ημέρες είναι «πλιάτσικο», θα πρέπει να εξοπλιστούν με πολύ δύναμη ώστε να μην σοκαριστούν με την παρακάτω διαπίστωση:

Όπου δεν υπάρχει δικαιοσύνη, δεν υπάρχει και ειρήνη.

Αλλά για να υπάρχει δικαιοσύνη, προϋπόθεση είναι η ισότητα.

Αλλά για να υπάρχει ισότητα, προϋπόθεση είναι η ελευθερία.

Μόνο που για να υπάρχει ελευθερία, προϋπόθεση είναι η αποτίναξη της σκλαβιάς. Της μισθωτής σκλαβιάς συμπεριλαμβανομένης.       

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More