13 Σεπ 2019

Πώς ο τουρισμός ρήμαξε την Τοζέρ

 
Η Τοζέρ είναι μια μικρή πόλη της Τυνησίας, στη βορειανατολική Σαχάρα, στα σύνορα με την Αλγερία. Από τις διασημότερες οάσεις στον κόσμο, ποτίζεται από 200 πηγές και περιβάλλεται από ένα πανέμορφο, τεράστιο φοινικόδασος (10.000 στρέμματα, 400.000 δέντρα). Είναι μια καταπράσινη γωνιά, περιτριγυρισμένη από αμμόλοφους (erg) και πετρώδη έρημο (reg).


Εδώ και πολλές γενεές, η φυτεία των φοινίκων τρέφει τους Homo situs (1), τους ανθρώπους που ζουν ενσωματωμένοι στον βιότοπο που αποτελεί η περιοχή (2). Η παραγωγή λαχανικών και φρούτων (μαρούλια, γογγύλια, καρότα, μπανάνες και χουρμάδες) εγγυάται μια ισορροπημένη διατροφή στους μόνιμους κάτοικους της όασης. Το γεωργικό μοντέλο είναι επικεντρωμένο στην ορθολογική χρήση του νερού και επιτρέπει την παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων τροφίμων. Από τον 14ο αιώνα, το αρδευτικό σύστημα που δημιούργησαν οι Άραβες επιτρέπει τη μέτρηση του νερού, η οποία γίνεται από το «γκαντούς», την υδραυλική κλεψύδρα. Ο καθένας έχει δωρεάν πρόσβαση στο νερό, που κυκλοφορεί σε κάθε μέρος, χάρη σε αυτό το έξυπνα σχεδιασμένο δίκτυο. Οι διαφωνίες που προκύπτουν για το πότισμα των χωραφιών επιλύονται από ένα λαϊκό δικαστήριο που έχει όλες τις σχετικές αρμοδιότητες και εξασφαλίζει την κοινωνική ισορροπία ενός πληθυσμού που έχει εξασφαλίσει αυτάρκεια όσον αφορά τη διατροφή του. Μέσα σ’ αυτό το σύστημα, που επιτρέπει την αναπαραγωγή της ομάδας, καθένας βρίσκει τη θέση του.

Ωστόσο, αυτό το εύθραυστο κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι θα αμφισβητηθεί ιδιαίτερα στις αρχές της δεκαετίας του ’90, την περίοδο που η κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα στον διεθνή τουρισμό. Για να αποσυμφορήσει τις παραλιακές περιοχές, όπου παρατηρείται υπερπληθυσμός, η κυβέρνηση χρηματοδοτεί την κατασκευή ενός διεθνούς αεροδρομίου και δώδεκα πολυτελέστατων ξενοδοχείων που προσελκύουν τουρίστες από ολόκληρο τον κόσμο. Στα μεγάλα γραφεία προσφέρεται ολοκληρωμένο τουριστικό πακέτο, από τη βραδινή γιορτή των Βερβέρων με τους φολκλορικούς μουσικούς της έως το σαφάρι με καμήλες στην έρημο.

Οι επισκέπτες, αποκομμένοι από κάθε επαφή με τον τοπικό πληθυσμό, συμμετέχουν σ’ αυτό το σχιζοφρενικό τουριστικό απαρτχάιντ, στο οποίο οι ελάχιστες επαφές πραγματοποιούνται για εμπορικούς λόγους. Ο αυστηρός διαχωρισμός απαγορεύει στους δύο κόσμους να κατανοήσουν ο ένας τον άλλον ή να μοιραστούν τις ίδιες ανησυχίες και έγνοιες.  Οι επισκέπτες, περιορισμένοι σε ένα περιβάλλον που ευνοεί τον καταναλωτισμό, ξοδεύουν το νερό ασυλλόγιστα. Για το πότισμα των κήπων και του γκαζόν πραγματοποιούνται γεωτρήσεις, ενώ για την παροχή πόσιμου νερού στις μονάδες που φιλοξενούν τους τουρίστες εγκαθίσταται δίκτυο σωληνώσεων. «Όποιος ταξιδεύει· χωρίς να συναντά τον άλλον, δεν ταξιδεύει, απλά μετακινείται» (3). Κουβαλάει μαζί του την εικόνα που έχει για τον κόσμο και φεύγει με τις ίδιες ιδέες, ενισχυμένες από την εμπειρία που είχε, καθώς δεν μπόρεσε να την πλουτίσει μέσα από την επαφή του με τον πολιτισμό του αυτόχθονος λαού.

Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με τη μείωση των βροχών και την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, έκανε τη θέση των αγροτών εξαιρετικά επισφαλή. Το νερό παλιότερα ήταν ένα αγαθό του οποίου η διαχείριση γινόταν με ιδιαίτερα προσεκτικό τρόπο, ξαφνικά έγινε ένα συνηθισμένο εμπόρευμα. «Αυτός που μπορεί να πληρώσει παίρνει το προϊόν». Η εμπορευματοποίηση προκάλεσε την έλλειψη ενός αγαθού που μέχρι τότε υπήρχε σε επάρκεια. Στο εξής, για να ποτίζει κανείς ένα στρέμμα με φοίνικες μία φορά την εβδομάδα, πρέπει να πληρώνει 15 ευρώ τον χρόνο. Με τόσο υψηλό τίμημα, λίγοι αγρότες μπορούν να επιβιώσουν. Σταδιακά, οι εργαζόμενοι της όασης εγκαταλείπουν τα χωράφια και στρέφονται στα τουριστικά επαγγέλματα. Εγκαταλείπουν γρήγορα τη λογική του Homo situs και υιοθετούν εκείνη του Homo economicus, γυρίζοντας την πλάτη σε αιώνες επιβίωσης σ’ αυτό το ιδιαίτερο περιβάλλον.

Ο μύθος της ερήμου
Είναι εύλογες οι επιπτώσεις για τους νέους, τα πιο ευάλωτα άτομα της κοινότητας. Ορισμένοι βρίσκουν σταθερή δουλειά στα ξενοδοχεία και στα μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία. Ωστόσο, η πλειονότητά τους αποτελεί ένα ελαστικοποιημένο εργατικό δυναμικό (εργάζονται με συμβάσεις χρόνου ή ως ωρομίσθιοι), την εφεδρεία που προσαρμόζεται στην τουριστική ζήτηση. Μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, αυτός ο τομέας της οικονομίας έχει βυθιστεί στην κρίση. Καθώς η ανεργία φτάνει το 40%, ολόκληρη η ζώνη εξαρτάται πλέον από την εξωτερική προσφορά.
Κατ’ αρχάς στο διατροφικό επίπεδο: Τα λαχανικά φτάνουν στην όαση κάθε Κυριακή, παράγονται σε περιοχές με υψηλή γεωργική παραγωγικότητα, στις οποίες έχει διαταραχθεί η οικολογική και η κοινωνική ισορροπία. Ωστόσο, κοστίζουν φτηνότερα από εκείνα που παράγονται στην όαση. Η λογική του χαμηλότερου κόστους υπερίσχυσε της αυτοοργάνωσης και της αυτάρκειας του λαού της όασης (4). Ο υποβόσκων οικονομισμός αποσταθεροποίησε την ευαίσθητη ισορροπία που είχε δημιουργηθεί σ’ αυτόν τον ιδιαίτερο χώρο.

Στη συνέχεια, στο οικονομικό επίπεδο: Απέναντι στην έλλειψη ρευστού, η τουριστική οικονομία παραμένει η μοναδική πηγή εισοδήματος σε χρήμα. Ωστόσο, αυτή η δραστηριότητα εξαρτάται από τη διεθνή συγκυρία. Βέβαια, ο μύθος της ερήμου, ο οποίος καλλιεργείται από τα μέσα ενημέρωσης, γνωρίζει αρκετή επιτυχία. Αλλά ακόμα και οι ελκυστικές τιμές που καθιερώθηκαν πρόσφατα δεν κατορθώνουν να αντισταθμίσουν τον φόβο που γεννά η τρομοκρατία.

Τέλος στον πολιτιστικό επίπεδο. Το δυτικό μοντέλο μετατρέπεται σε σημείο αναφοράς. Η έλξη που δημιουργεί ο μαζικός τουρισμός δημιουργεί ανάγκες τις οποίες η τοπική παραγωγή αδυνατεί να καλύψει. Οι νέοι είναι έτοιμοι να πουλήσουν και την ψυχή τους για να αποκτήσουν λίγα χρήματα, ένα αντικείμενο, ακόμα και μια… διεύθυνση που είναι και το πρώτο στοιχείο να συντηρεί την ψευδαίσθηση της μετανάστευσης η οποία αποτελεί τη μοναδική διέξοδο στο αίσθημα στέρησης που νιώθουν (5). Αυτές οι φευγαλέες σχέσεις κρύβουν την ποιότητα της παραδοσιακής φιλοξενίας.

Ο Αχμέντ, ο ηλικιωμένος δημόσιος γραφέας της πόλης, διηγείται: «Πριν από μερικά χρόνια ακόμα, οι νέοι ήταν πρόθυμοι να κάνουν προσπάθειες για να τηρήσουν την παράδοση… Ωστόσο, σήμερα, αυτή η νεολαία είναι απελπιστική. Δεν θέλουν πια να δουλεύουν τη γη των προγόνων μας, προτιμάνε να διαφθείρονται από την επαφή τους με τα γκρουπ των τουριστών. Κυνηγάνε το χρήμα και δεν ενδιαφέρονται για τη φιλία. Αυτά είναι τελείως διαφορετικά πράγματα. Ο μουσουλμάνος οφείλει να υποδέχεται τον ξένο και να μοιράζεται μαζί του ό,τι καλύτερο διαθέτει». -Καλά, εσείς δεν προσπαθείτε να τους δείξετε τις αξίες του τυνησιακού λαού; «Φυσικά, αλλά είναι μαγεμένοι από τον δυτικό κόσμο…»
Μια μειοψηφία εύπορων και το τουριστικό κεφάλαιο των χωρών του Βορρά μονοπώλησαν γρήγορα αυτήν την πηγή πλούτου, εις βάρος του ντόπιου πληθυσμού. Ακόμα χειρότερα, ο τουρισμός θεωρείται η μοναδική λύση για την υποτιθέμενη ανάπτυξη της περιοχής. Ο κυριότερος φορέας αυτού του αποικισμού του φαντασιακού των ανθρώπων εξακολουθεί να είναι ο μύθος της ανάπτυξης και της Δύσης.
«Άλλοτε, δούλευα μαζί με τον πατέρα μου στη φυτεία με τους φοίνικες» διηγείται ο εικοσάχρονος Μπεσίρ, καθισμένος σ’ έναν πάγκο, περιμένοντας τους τουρίστες. «Όμως, η δουλειά ήταν σκληρή. Και, συχνά, παρά τις προσπάθειες μας, δεν καταφέρναμε να φέρουμε σπίτι τα λεφτά που χρειαζόταν η οικογένεια. Με τον τουρισμό, η γεωργία δεν έχει θέση στην Τοζέρ. Δεν έχουμε καμία όρεξη να κάνουμε τη δουλειά που έκαναν οι παλιοί. Προτιμάμε να δουλεύουμε με τους τουρίστες». Κι αν δεν έρθουν οι τουρίστες; «Ε, λοιπόν, θα περιμένουμε μέχρι να ‘ρθουν… Πού θα πάει; Η κατάσταση θα βελτιωθεί!».
Η ρύπανση, τόσο του περιβάλλοντος όσο και του πνεύματος, συμβολίζεται από την υποχώρηση του φοινικοδάσους και το έδαφος που κερδίζει η έρημος. Σήμερα, καλλιεργείται μονάχα το 25% της γης. Πολλοί φοίνικες ξεραίνονται, καθώς μένουν απότιστοι και απεριποίητοι. Το φοινικόδασος μετατρέπεται σε σκουπιδότοπο γεμάτο πλαστικά μπουκάλια νερού, το πιο χτυπητό και γελοίο δείγμα της αλλοτρίωσης που προκαλεί ο τουρισμός.

Επιπλέον, από πέρυσι, ένα φαραωνικό εργοτάξιο παραμορφώνει τα περίχωρα του φοινικοδάσους: επιχειρείται η κατασκευή ενός γηπέδου γκολφ στη μέση της ερήμου, στις παρυφές της όασης. Πώς είναι δυνατόν να φυτρώσει το γκαζόν όταν τους μισούς μήνες του χρόνου η θερμοκρασία φτάνει τους 50οC υπό σκιάν; Κι όμως, οι επιχειρηματίες που προωθούν αυτό το έργο πήραν το ρίσκο. Φυσικά, θα αντλούν σημαντικές ποσότητες από τον υδροφόρο ορίζοντα για να συντηρήσουν όλο αυτό το πράσινο καταμεσής στην έρημο. Απ’ ό,τι φαίνεται, η Τοζέρ δεν έχει δει ακόμα τα χειρότερα…
Να πώς μια περιοχή η οποία ήταν κάποτε αυτάρκης όσον αφορά τα τρόφιμα και υπερήφανη για τον πολιτισμό της και την ταυτότητά της, άφησε σε μια μειοψηφία τη φροντίδα να οργανώσει το παρόν της και το μέλλον της. Τα αναπτυξιακά προγράμματα γυρίζουν την πλάτη στην παράδοση για να επιβάλουν μια ξενοδοχειακή και τουριστική βιομηχανία, η οποία εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Δυτικών και μιας εύπορης μειοψηφίας. Όλοι αυτοί θα έχουν τη δυνατότητα να παίζουν γκολφ κάτω από τα φοινικόδεντρα (6)… Θα πρόκειται για μια αισχρή και γελοία ευχαρίστηση, η οποία θα θέτει σε κίνδυνο το εύθραυστο περιβάλλον, καθώς και τις κοινωνικές ισορροπίες ανάμεσα στον ντόπιο πληθυσμό.

Περιμένοντας τους τουρίστες και παρά τις θεμελιώδεις προσταγές του Ισλάμ, ένα μέρος αυτού του πληθυσμού που έχει χάσει την κοινωνική συνοχή του το ρίχνει στο ποτό, για να ξεχάσει ότι έχει πουλήσει την ψυχή του και το φοινικόδασός του. Μάλιστα, οι πότες καταφεύγουν στα φοινικόδεντρα, μακριά από τα βλέμματα, αναζητώντας λίγη δροσιά κάτω από τα δέντρα. Ίσως μάλιστα πρόκειται και για έναν συμβολικό τρόπο να τιμήσουν αυτό που κάποτε αποτελούσε το καμάρι των λαών της περιοχής και σήμερα αποκρυσταλλώνει την απογοήτευσή τους (7).
  1. Όπως προτείνει η θεωρία των τοποθεσιών (sites), ο Homo situs είναι ένα άτομο το οποίο ερμηνεύει και προσαρμόζεται, με τα μέσα που διαθέτει η ομάδα του, στις καταστάσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπος. Αποτελεί ένα στοιχείο του βιότοπου όπου ζει, δεν προσπαθεί καθόλου να κυριαρχήσει σ’ αυτόν αλλά απλά να επιβιώσει. Πρόκειται επίσης για κοινωνικό άνθρωπο, ο οποίος σκέφτεται και ενεργεί. Βλέπε Hassan Zaoual, «Territories et dynamiques economiques», L’Harmattan, Παρίσι, 1998.
  2. Ο χώρος (territoire) με την έννοια που δίνει ο Roger Brunet στο έργο του «Le Territoire dans les urbulences»: «Ο χώρος (…) είναι ο ιδιαίτερος αλλά και κατάλληλος τόπος για μια δραστηριότητα».
  3. Φράση της Alexandra David-Neel, μεγάλης γαλλίδας ταξιδιώτισσας του 20ού αιώνα.
  4. Βλέπε τον απολογισμό των περιφερειακών συναντήσεων «Autoproduction et développement social», οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στη Μασσαλία στις 5 Οκτωβρίου του 2000 και ιδιαίτερα την παρέμβαση του Guy Roustang, «Να αναγνωρίσουμε τη σημασία της αυτοπαραγωγής».
  5. Βλέπε Piere Vermeren, «Les Marocains rêvent d’Europe», «Le Monde diplomatique», Ιούνιος
  6. Ο Σαμίρ Αμίν μιλάει για μεταπρατική αστική τάξη στο «Au dela du capitalisme senile», PUF, Παρίσι, 2002. Και, για να δείξει ότι αυτή η κυριαρχία δεν είναι απόλυτη, καταδεικνύει το πόσο ευάλωτη είναι η θέση των κατεχόντων: «Οι συνολικές αντιθέσεις Βορρά; Νότου θα οξυνθούν. Απέναντι σ’ αυτήν την κατάσταση, το γεγονός ότι αυτές οι μεταπρατικές εξουσίες είναι ευάλωτες κι εύθραυστες (…), υπάρχει το ενδεχόμενο στις χώρες του Νότου (…) να γίνει ασταθής η κυριαρχία τους».
  7. Με την έννοια που δίνει ο Μαξ Βέμπερ στο έργο του «Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού», GUTENBERG, Αθήνα, 2006

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More