19 Οκτ 2014



Γιάννης Μυλόπουλος
Το κοινωνικό πρόταγμα του νεοφιλελευθερισμού, η υπόσχεση δηλαδή που νομιμοποίησε το οικονομικό μοντέλο που κυριάρχησε μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου στον πλανήτη και το οποίο στηρίχθηκε στην απόλυτη ελευθερία των αγορών, αλλά και στην κατάργηση των συνόρων για την ελεύθερη διακίνηση προϊόντων και κεφαλαίου, ήταν η μείωση των ανισοτήτων και η καταπολέμηση της φτώχειας. Η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και η εντατικοποίηση των ρυθμών της ανάπτυξης που θα έφερνε η μεγαλύτερη ελευθερία των αγορών, θα καταπολεμούσαν την ανεργία, θα απομάκρυναν τη φτώχεια και θα οδηγούσαν ολοένα και περισσότερα κράτη και ανθρώπους σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας.
Και πράγματι, τα αποτελέσματα, τον πρώτο τουλάχιστον καιρό, φάνηκαν εντυπωσιακά για την καταπολέμηση της φτώχειας και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου στις τρίτες τουλάχιστον χώρες. Οι εργαζόμενοι με αμοιβή λιγότερο από ένα δολάριο ημερησίως άρχισαν να μειώνονται τα πρώτα χρόνια της παγκοσμιοποίησης στις χώρες αυτές και νέοι και εκτεταμένοι πληθυσμοί άρχισαν να εισέρχονται στην κούρσα της ανάπτυξης και να δείχνουν τάσεις βελτίωσης του ποιοτικού επιπέδου της ζωής τους.
Όμως οι εντυπώσεις βελτίωσης των κοινωνικών προβλημάτων ήταν προσωρινές. Αφού σήμερα, η οικονομική κρίση και η ύφεση που ακολούθησαν την έκρηξη των ρυθμών της ανάπτυξης στις πλέον ευάλωτες οικονομίες, όπως η Κύπρος, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και τελευταία μαθαίνουμε και η Γαλλία στην Ευρώπη, καθώς όμως και το γεγονός της συγκέντρωσης του πλούτου σε ένα μικρό αριθμό εταιρειών που ελέγχουν ολιγαρχικά τις παγκόσμιες αγορές, μετέστρεψαν τον αρχικό ενθουσιασμό. Η συνειδητοποίηση ότι οι ανισότητες διευρύνθηκαν έτι περαιτέρω και νέες στρατιές ανέργων και νεόπτωχων προστέθηκαν στις ήδη υπάρχουσες, άλλαξε τις εντυπώσεις για το ρόλο που διαδραμάτισε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της οικονομίας στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων και των λοιπών κοινωνικών προβλημάτων του πλανήτη.
Σε πρόσφατη δημοσίευση στον Guardian, η Ελβετική Τράπεζα Credit Suisse, παρουσιάζει τα τελευταία στοιχεία σχετικά με τις ανισότητες και την κατανομή του πλούτου στη γη. Μάθαμε λοιπόν ότι το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, κατέχει σήμερα μόλις το 1% του παγκόσμιου πλούτου, ενώ το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, έχει συγκεντρώσει στα χέρια του το 48% του πλούτου της γης.
Ένα ακόμη συγκλονιστικό στοιχείο για τις τεράστιες ανισότητες που γέννησε η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, είναι ότι μόλις το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, ελέγχει σήμερα το 87% του παγκόσμιου πλούτου. Που σημαίνει ότι για τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της γης, για το υπόλοιπο δηλαδή 90% του πληθυσμού, μένει να μοιραστεί μόλις το 13% του συνολικού πλούτου, που ισοδυναμεί ουσιαστικά με ισόβια καταδίκη στη φτώχεια για το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων της γης.
Όσον αφορά την Ελλάδα, σύμφωνα με την έρευνα της Credit Suisse, τα νέα είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά, αν και ακόμη χειρότερα σε σχέση με τη διεθνή κατάσταση. Οι ανισότητες εμφανίζονται ακόμη μεγαλύτερες, με το 1% του ελληνικού πληθυσμού, να κατέχει το 56,1 % του εθνικού πλούτου. Η έρευνα ακόμη αποκαλύπτει ότι οι οικονομικές ανισότητες που διευρύνθηκαν στα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο στα χρόνια της κρίσης, δίνοντας εμμέσως και μιαν απάντηση στο ποιοί ωφελούνται από τη σημερινή κρίση της οικονομίας και την πολιτική της λιτότητας που ακολουθείται πιστά από τις κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων. Αποκαλύπτεται λοιπόν ότι προ κρίσης και συγκεκριμένα το 2007, το 1% του ελληνικού πληθυσμού, κατείχε το 48% του εθνικού πλούτου Σήμερα, η ίδια οικονομική ολιγαρχία που αντιστοιχεί στο 1% του πληθυσμού, βελτίωσε τη θέση της και έφτασε να κατέχει το 56% του εθνικού πλούτου στην Ελλάδα. Η οικονομική δηλαδή ολιγαρχία που ελέγχει την ελληνική οικονομία, αύξησε τα κέρδη της κατά 8%, σε μια εποχή ύφεσης και σκληρής λιτότητας για τους πολλούς. Σε μια εποχή κατά την οποία χάθηκαν εκατομμύρια θέσεις εργασίας και δημιουργήθηκαν εκατομμύρια νεόπτωχοι σε μια μικρή, σαν την Ελλάδα, χώρα.
Ακόμη και αν δεχθούμε ότι αυτή η αύξηση της συμμετοχής του 1% του ελληνικού πληθυσμού, κατά 8% στον εθνικό πλούτο, δεν οφείλεται σε νέα κέρδη, αλλά σε μείωση του συνολικού ποσού αναφοράς, του εθνικού δηλαδή πλούτου, λόγω της ύφεσης της οικονομίας, το γεγονός και μόνο ότι ο δείκτης αυξήθηκε για τους λίγους μαρτυρά ότι αυτοί, αν μη τι άλλο, διατήρησαν τον πλούτο τους και δεν συμμετείχαν στη λιτότητα και τις θυσίες που υπέστησαν οι πολλοί, χάριν, δήθεν, της αποκατάστασης της δημοσιονομικής εκτροπής και της αποπληρωμής του χρέους. Το οποίο χρέος, για να μην έχουμε ψευδαισθήσεις σε τι εξυπηρετεί η πολιτική της λιτότητας, αντί νέα περιοριστεί εκτινάχθηκε τα τελευταία χρόνια...
Δεν είναι όμως μόνο η εγχώρια ολιγαρχία που πλούτισε τα χρόνια της ύφεσης και της κρίσης, το ίδιο συνέβη και με τη διεθνή, καθώς ο παγκόσμιος πλούτος που κατέχει το 1% του πληθυσμού της γης, αυξήθηκε εν μέσω ύφεσης και κρίσης, φτάνοντας φέτος σε επίπεδα ρεκόρ, αφού σημείωσε για πρώτη φορά, ετήσια πραγματική αύξηση της τάξης των 20,1 τρις δολαρίων, μια αύξηση δηλαδή της τάξης του 8,3%.
Ο πλούτος βεβαίως αυτός που συγκέντρωσε η διεθνής, αλλά και η εγχώρια οικονομική ολιγαρχία στα χρόνια της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και ιδίως στα χρόνια της κρίσης, δεν κατανεμήθηκε σε όσους τον είχαν ανάγκη, δεν καταπολέμησε τη φτώχεια και τη δυστυχία και δεν βελτίωσε τις ανισότητες και τα κοινωνικά προβλήματα. Αντίθετα, η συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια μιας μικρής οικονομικής ολιγαρχίας αποτέλεσε αυτοσκοπό, μια και παρουσιάζεται σήμερα σαν το τελικό προϊόν της εποχής του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό δείγμα των ηθών της εποχής, ότι η νέα εγχώρια οικονομική ολιγαρχία που δημιούργησε η σύγχρονη και ενισχυμένη εκδοχή του καπιταλισμού, δεν έχει ούτε το στοιχειώδες… φιλότιμο για να συμβάλει, όπως έκαναν κάποτε οι ευπατρίδηδες και οι εθνικοί ευεργέτες, στη σωτηρία του τόπου τους, ανακουφίζοντας το μαρτύριο των ομοεθνών τους και μένοντας έτσι, τουλάχιστον, στην ιστορία. Και ίσως σε αυτό να οφείλεται και το γεγονός ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν πείραξαν τα κέρδη και τον πλούτο της ολιγαρχίας, καθώς προσέβλεπαν, φαίνεται, ματαίως όπως σήμερα αποδεικνύεται, στο ελληνικό φιλότιμο της... συμπαθούς αυτής οικονομικής τάξης.
Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της οικονομίας, αυτό που με ευλάβεια υπηρετεί και η σημερινή κυβέρνηση, όχι απλώς δεν μείωσε, όπως υποσχόταν, αλλά αντίθετα, διεύρυνε τις ανισότητες και αύξησε τη φτώχεια, αφού ο αποκλειστικός του σκοπός ήταν ακριβώς αυτός, η συγκέντρωση του πλούτου από τους πολλούς, σε πολύ λίγους.
Αυτά, για να μην υπάρχουν αυταπάτες ούτε για τη σκοπιμότητα των μνημονίων και της πολιτικής της λιτότητας που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια, ούτε όμως και για το ποια συμφέροντα υπηρέτησαν και συνεχίζουν να υπηρετούν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα.
Αυτές οι αλήθειες που έρχονται στο φως τελευταία και αφορούν το ίχνος του νεοφιλελευθερισμού, είναι το σημείο εκκίνησης για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, η οποία ευαγγελίζεται και φιλοδοξεί να  ανατρέψει την κατάσταση αυτή και να φέρει μια μεγάλη κοινωνική αλλαγή στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More